Open menu
28 | 03 | 2024

ΝΟΜΟΣ 3556/2007

ΦΕΚ Α 91/30/04/2007

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ


Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:


Προϋποθέσεις διαφάνειας για την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά και άλλες διατάξεις.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΣΚΟΠΟΣ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ

¶ρθρο 1

Σκοπός


Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η προσαρμογή της νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2004/109 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά και για την τροποποίηση της Οδηγίας 2001/34/ΕK (ΕΕΕΚ L 390/38/31.12.2004).

 

 

¶ρθρο 2
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής


1. Ο παρών νόμος καθορίζει τις περιοδικές και διαρκείς υποχρεώσεις πληροφόρησης σχετικά με εκδότες, κατά την έννοια της περίπτωσης  (β) της παραγράφου 1 του άρθρου 3, για τους οποίους η Ελλάδα είναι το κράτος μέλος καταγωγής.
2. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται στα μερίδια που εκδίδουν Οργανισμοί Συλλογικών Επενδύσεων πλην των οργανισμών κλειστού τύπου. Επιπλέον δεν εφαρμόζονται κατά την απόκτηση ή διάθεση μεριδίων των Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων.

 

 

¶ρθρο 3

Ορισμοί


1. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) «Ειδικός διαπραγματευτής» νοείται το πρόσωπο το οποίο, έχοντας ως στόχο την ενίσχυση της ρευστότητας στις χρηματοπιστωτικές αγορές, διαβιβάζει σε συνεχή βάση για ίδιο λογαριασμό εντολές αγοράς και πώλησης σε χρηματοπιστωτικά μέσα και σε τιμές που καθορίζει ο ίδιος, χρησιμοποιώντας ίδια κεφάλαια.
β) «Εκδότες» νοούνται τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των κρατών, των οποίων κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά. Σε περίπτωση τίτλων παραστατικών κινητών αξιών εκδότης θεωρείται το νομικό πρόσωπο που εξέδωσε τις αντιπροσωπευόμενες στους τίτλους αυτούς κινητές αξίες.
γ) «Ελεγχόμενη επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση:

αα) στην οποία φυσικό ή νομικό πρόσωπο διαθέτει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου, ή
ββ) στην οποία ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει το δικαίωμα διορισμού ή ανάκλησης της πλειοψηφίας των μελών του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου και είναι συγχρόνως μέτοχος ή εταίρος της εν λόγω επιχείρησης, ή
γγ) στην οποία ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο είναι μέτοχος ή εταίρος και μόνος του ελέγχει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των μετόχων ή εταίρων αντίστοιχα, δυνάμει συμφωνίας που έχει συναφθεί με άλλους μετόχους ή εταίρους της εν λόγω επιχείρησης, ή
δδ) στην οποία ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει την εξουσία να ασκεί, ή πράγματι ασκεί, κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο.
Για τους σκοπούς της ανωτέρω περίπτωσης (ββ), στα δικαιώματα ψήφου, διορισμού και ανάκλησης που διαθέτει ο κάτοχος, περιλαμβάνονται τα δικαιώματα κάθε άλλης επιχείρησης που ελέγχεται από τον μέτοχο, καθώς και τα δικαιώματα κάθε άλλου φυσικού προσώπου ή νομικής οντότητας που ενεργεί στο όνομά του αλλά για λογαριασμό του μετόχου ή κάθε άλλης επιχείρησης που ελέγχεται από τον μέτοχο.

δ) «Εταιρία διαχείρισης» νοείται η εταιρία όπως ορίζεται στο σημείο 4 του άρθρου 3 του ν. 3283/2004.
ε) «Ηλεκτρονικά μέσα» νοούνται ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός για την επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης, αποθήκευση και μετάδοση δεδομένων με καλωδιακή, ραδιοκυματική, οπτική τεχνολογία ή με οποιοδήποτε άλλο ηλεκτρομαγνητικό μέσο.
στ) «Κινητές αξίες» νοούνται οι κινητές αξίες όπως ορίζονται στο σημείο 18 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2004/39/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 2004 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των Οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της Οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της Οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕΕΚ L 145/1/30.04.2004). Δεν περιλαμβάνονται τα μέσα χρηματαγοράς, όπως ορίζονται στο σημείο 19 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ, τα οποία έχουν ημερομηνία λήξης μικρότερη των δώδεκα (12) μηνών.
ζ) «Κινητές αξίες που εκδίδονται σε συνεχή βάση ή κατ’ επανάληψη» νοούνται είτε χρεωστικοί τίτλοι εκ. δότη των οποίων η έκδοση εμφανίζει διαρκή ροή είτε τουλάχιστον δύο ξεχωριστές εκδόσεις κινητών αξιών παρόμοιου είδους ή κατηγορίας.
η) «Κράτος μέλος καταγωγής» νοείται:

αα) Προκειμένου για εκδότες χρεωστικών τίτλων των οποίων η ονομαστική αξία είναι μικρότερη των χιλίων (1.000) ευρώ ή για εκδότες μετοχών,

- όταν ο εκδότης έχει συσταθεί στην Κοινότητα, το κράτος μέλος στο οποίο έχει την καταστατική του έδρα.
- όταν ο εκδότης έχει συσταθεί σε τρίτη χώρα, το κράτος μέλος στην αρμόδια αρχή του οποίου ο εν λόγω εκδότης υποχρεούται να υποβάλλει τα ετήσια πληροφοριακά στοιχεία δυνάμει του άρθρου 10 του ν. 3401/2005 (ΦΕΚ 257 Α΄).

Ο παραπάνω ορισμός του «κράτους μέλους καταγωγής» εφαρμόζεται σε χρεωστικούς τίτλους σε άλλο νόμισμα εκτός του ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι η αντίστοιχη ανά μονάδα ονομαστική αξία την ημερομηνία της έκδοσης είναι μικρότερη από ή ίση με χίλια (1.000) ευρώ.
ββ) Προκειμένου για εκδότες που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ως άνω σημείου αα), το κράτος μέλος που επιλέγει ο εκδότης μεταξύ

- του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα και.
- των κρατών μελών όπου λειτουργεί η οργανωμένη αγορά στην οποία έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση οι κινητές αξίες του εκδότη.

Ο εκδότης μπορεί να επιλέγει, σύμφωνα με τα ανωτέρω υπό (ββ), ένα μόνο κράτος μέλος ως κράτος μέλος καταγωγής του. Η επιλογή αυτή ισχύει για τρία (3) τουλάχιστον έτη, εκτός εάν οι κινητές του αξίες δεν είναι εισηγμένες πλέον προς διαπραγμάτευση σε καμία οργανωμένη αγορά κράτους μέλους.
Εάν ο εκδότης δεν επιλέξει κράτος μέλος καταγωγής, ως τέτοιο θα νοείται το κράτος που ορίζεται στο σημείο (αα)
θ) «Κράτος μέλος υποδοχής» νοείται το κράτος μέλος σε οργανωμένη αγορά του οποίου έχουν εισαχθεί οι κινητές αξίες προς διαπραγμάτευση, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος καταγωγής.
ι) «Οργανισμοί Συλλογικών Επενδύσεων πλην των οργανισμών κλειστού τύπου» νοούνται τα αμοιβαία κεφάλαια και οι εταιρίες επενδύσεων:

αα) των οποίων αντικείμενο είναι η συλλογική επένδυση κεφαλαίων που συγκεντρώνονται από το κοινό και των οποίων η λειτουργία βασίζεται στην αρχή της διασποράς του κινδύνου, και
ββ) τα μερίδια των οποίων, κατ’ αίτηση του κατόχου αυτών των μεριδίων, επαναγοράζονται ή εξαργυρώνονται, αμέσως ή εμμέσως, δυνάμει των περιουσιακών στοιχείων των οργανισμών αυτών.

ια) «Μερίδια Οργανισμού Συλλογικών Επενδύσεων» νοούνται οι κινητές αξίες που εκδίδει ο Οργανισμός Συλλογικών Επενδύσεων ως παραστατικά των δικαιωμάτων των συμμετεχόντων επί των περιουσιακών στοιχείων του οργανισμού αυτού.
ιβ) «Μέτοχος» νοείται κάθε πρόσωπο το οποίο κατέχει:

αα) μετοχές του εκδότη, στο όνομά του και για λογαριασμό του,
ββ) μετοχές του εκδότη στο όνομά του, αλλά για λογαριασμό άλλου προσώπου,
γγ) τίτλους παραστατικών μετοχών, εφόσον ο κομιστής των τίτλων θεωρείται κάτοχος των αντιπροσωπευόμενων στους τίτλους αυτούς μετοχών.

ιγ) «Μητρική Επιχείρηση» νοείται η επιχείρηση όπως ορίζεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 42ε του κ.ν.2190/1920.
ιδ) «Πιστωτικό ίδρυμα» νοείται η επιχείρηση όπως ορίζεται στην περίπτωση (α) του σημείου 1 του άρθρου 2 του ν. 2076/1992 (ΦΕΚ 130 Α΄).
ιε) «Πρόσωπο» νοείται, αν δεν ορίζεται διαφορετικά, τόσο φυσικό όσο και νομικό πρόσωπο, ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου. Ως «πρόσωπο» νοούνται επίσης οντότητες που υφίστανται σύμφωνα με το ελληνικό ή το δίκαιο άλλου κράτους μέλους στο βαθμό που έχουν ικανότητα δικαίου σύμφωνα με το ελληνικό ή το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.
ιστ) «Ρυθμιζόμενες πληροφορίες» νοούνται όλες οι πληροφορίες τις οποίες ο εκδότης ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που ζήτησε την εισαγωγή κινητών αξιών προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά χωρίς τη συναίνεση του εκδότη υποχρεούται να δημοσιοποιεί δυνάμει:

αα) του παρόντος νόμου, ή των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθησομένων αποφάσεων,
ββ) των άρθρων 10 και 13 του ν. 3340/2005 (ΦΕΚ 112 Α΄).

Οι πληροφορίες του άρθρου 17 του παρόντος νόμου δεν νοούνται ως ρυθμιζόμενες πληροφορίες εκτός εάν εμπίπτουν στα άρθρα 10 και 13 του ν. 3340/2005.
ιζ) «Οργανωμένη αγορά» νοείται η αγορά που ορίζεται στην παράγραφο 14 του άρθρου 2 του ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α΄).
ιη) «Χρεωστικοί τίτλοι» νοούνται οι τίτλοι όπως ορίζονται στην παράγραφο 19 του άρθρου 2 του ν. 2396/1996. Δεν περιλαμβάνονται κινητές αξίες οι οποίες:

αα) είτε ισοδυναμούν με μετοχές εταιριών,
ββ) είτε, εάν μετατραπούν ή εάν ασκηθούν τα δικαιώματα που ενσωματώνουν, δημιουργούν το δικαίωμα απόκτησης μετοχών ή κινητών αξιών ισοδύναμων με μετοχές.

2. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα δύναται να:

α) εξειδικεύονται περαιτέρω οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στην προηγούμενη παράγραφο,
β) καθορίζονται, στο πλαίσιο εφαρμογής της περίπτωσης (ββ) του σημείου (η) της προηγούμενης παραγράφου, οι διαδικαστικές προϋποθέσεις βάσει των οποίων ένας εκδότης μπορεί να πραγματοποιεί την επιλογή του κράτους μέλους καταγωγής,
γ) προσαρμόζεται, στο πλαίσιο εφαρμογής της περίπτωσης (ββ) του σημείου (η) της προηγούμενης παραγράφου, εφόσον τούτο κρίνεται ενδεδειγμένο, η περίοδος των τριών (3) ετών κατά τη διάρκεια της οποίας οι κινητές αξίες του εκδότη παραμένουν εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, λαμβάνοντας υπόψη και αξιολογώντας οποιαδήποτε νέα υποχρέωση έχει ενδεχομένως επιβληθεί από το Κοινοτικό δίκαιο αναφορικά με την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά,
δ) καθορίζεται, στο πλαίσιο εφαρμογής του σημείου (ε) της προηγούμενης παραγράφου, ενδεικτικός κατάλογος των μέσων που δεν πρέπει να θεωρούνται ηλεκτρονικά μέσα, λαμβάνοντας υπόψη και αξιολογώντας το Παράρτημα III του π.δ. 39/2001 (ΦΕΚ 28 Α΄).

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΥ

¶ρθρο 4
Ετήσια οικονομική έκθεση


1. Ο εκδότης δημοσιοποιεί ετήσια οικονομική έκθεση με το περιεχόμενο που ορίζεται στην επόμενη παράγραφο εντός τριών (3) μηνών από τη λήξη κάθε οικονομικής χρήσης. Ο εκδότης διασφαλίζει ότι η έκθεση αυτή είναι στη διάθεση του επενδυτικού κοινού για διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών.
2. Η ετήσια οικονομική έκθεση περιλαμβάνει:

α) τις ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις,
β) την έκθεση του διοικητικού συμβουλίου, και
γ) δηλώσεις:

αα) του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου του εκδότη ή του αναπληρωτή του,

ββ) του διευθύνοντος ή εντεταλμένου συμβούλου και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιος σύμβουλος ή η ιδιότητά του συμπίπτει με εκείνη των ανωτέρω προσώπων, ενός μέλους του διοικητικού συμβουλίου του εκδότη που ορίζεται από αυτό και

γγ) ενός ακόμα μέλους του διοικητικού συμβουλίου του εκδότη που ορίζεται από αυτό, ότι, εξ όσων γνωρίζουν:

- οι οικονομικές καταστάσεις, που καταρτίσθηκαν σύμφωνα με τα ισχύοντα λογιστικά πρότυπα, απεικονίζουν κατά τρόπο αληθή τα στοιχεία του ενεργητικού και παθητικού, την καθαρή θέση και τα αποτελέσματα χρήσεως του εκδότη και των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση εκλαμβανομένων ως σύνολο, και.
- η έκθεση του διοικητικού συμβουλίου απεικονίζει κατά τρόπο αληθή την εξέλιξη, τις επιδόσεις και τη θέση του εκδότη, καθώς και των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση εκλαμβανομένων ως σύνολο συμπεριλαμβανομένης της περιγραφής των κυριότερων κινδύνων και αβεβαιοτήτων που αντιμετωπίζουν.

Το ονοματεπώνυμο και η ιδιότητα των παραπάνω προσώπων καταγράφονται σαφώς στην παραπάνω δήλωση.
3. Σε περίπτωση που εκδότης υποχρεούται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 90 έως 99 και 134 του κ.ν. 2190/1920 ή, εφόσον ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα σε άλλο κράτος μέλος, σύμφωνα με την Έβδομη Οδηγία 83/349/ΕΟΚ (ΕΕΕΚ L 193/1/18.7.1983) όπως έχει ενσωματωθεί στο κράτος μέλος αυτό, οι ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις περιλαμβάνουν:

α) τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις που έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τον Κανονισμό (EΚ) αριθ.1606/2002 (ΕΕΕΚ L 243/1/11.9.2002), καθώς και
β) τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της μητρικής εταιρίας που έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο η μητρική εταιρία έχει την καταστατική της έδρα.

Προκειμένου για εκδότη που έχει την καταστατική του έδρα στην Ελλάδα, οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο του εκδότη.
4. Σε περίπτωση που εκδότης δεν υποχρεούται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, οι ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις περιλαμβάνουν τις οικονομικές καταστάσεις που έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο η εταιρία έχει την καταστατική της έδρα.
5. Οι οικονομικές καταστάσεις ελέγχονται σύμφωνα με τα άρθρα 36, 37 και 137 του κ.ν. 2190/1920 ή, σε περίπτωση που ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα σε άλλο κράτος μέλος, σύμφωνα με τα άρθρα 51 και 51α της Τέταρτης Οδηγίας 78/660/ΕΟΚ (ΕΕΕΚ L 222/11/14.8.1978) όπως έχουν ενσωματωθεί στο κράτος μέλος αυτό. Εφόσον απαιτείται από τον εκδότη να καταρτίζει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, οι οικονομικές καταστάσεις ελέγχονται σύμφωνα με τα άρθρα 108 και 137 του κ.ν. 2190/1920 ή, σε περίπτωση που ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα σε άλλο κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 37 της Έβδομης Οδηγίας 83/349/ ΕΟΚ όπως έχει ενσωματωθεί στο κράτος μέλος αυτό. Η έκθεση ελέγχου, υπογεγραμμένη από τους υπεύθυνους για τον έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων δημοσιοποιείται στο σύνολό της μαζί με την ετήσια οικονομική έκθεση.
6. Η έκθεση του διοικητικού συμβουλίου καταρτίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 43α του κ.ν. 2190/1920 ή, σε περίπτωση που ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα σε άλλο κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 46 της Τέταρτης Οδηγίας 78/660/ ΕΟΚ όπως έχει ενσωματωθεί στο κράτος μέλος αυτό. Σε περίπτωση που ο εκδότης υποχρεούται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, η έκθεση του διοικητικού συμβουλίου καταρτίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 107 του κ.ν. 2190/1920 ή, σε περίπτωση που ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα σε άλλο κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 36 της Έβδομης Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ όπως έχει ενσωματωθεί στο κράτος μέλος αυτό.
7. Η έκθεση του διοικητικού συμβουλίου που καταρτίζεται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο περιλαμβάνει και αναλυτικές πληροφορίες αναφορικά με:

α) Τη διάρθρωση του μετοχικού κεφαλαίου του εκδότη, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών που δεν είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος, αναφέροντας για κάθε κατηγορία μετοχών τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που συνδέονται με αυτήν την κατηγορία και το ποσοστό του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου που αντιπροσωπεύουν οι μετοχές της κατηγορίας αυτής.
β) Τους περιορισμούς στη μεταβίβαση μετοχών του εκδότη, όπως ενδεικτικά τους περιορισμούς στην κατοχή μετοχών ή την υποχρέωση λήψης προηγούμενης έγκρισης από τον εκδότη, από άλλους μετόχους ή από Δημόσια ή Διοικητική Αρχή, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 3371/2005 (ΦΕΚ 178 Α΄).
γ) Τις σημαντικές άμεσες ή έμμεσες συμμετοχές κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 9 έως 11 του παρόντος νόμου.
δ) Τους κατόχους κάθε είδους μετοχών που παρέχουν ειδικά δικαιώματα ελέγχου και περιγραφή των σχετικών δικαιωμάτων.
ε) Τους περιορισμούς στο δικαίωμα ψήφου, όπως ενδεικτικά τους περιορισμούς των δικαιωμάτων ψήφου σε κατόχους ορισμένου ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου ή σε κατόχους ορισμένου αριθμού δικαιωμάτων ψήφων, και τις προθεσμίες άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου.
στ) Τις συμφωνίες μεταξύ μετόχων οι οποίες είναι γνωστές στον εκδότη και συνεπάγονται περιορισμούς στη μεταβίβαση μετοχών ή περιορισμούς στην άσκηση δικαιωμάτων ψήφου.
ζ) Τους κανόνες για το διορισμό και την αντικατάσταση μελών του διοικητικού συμβουλίου, καθώς και για την τροποποίηση του καταστατικού, εφόσον διαφοροποιούνται από τα προβλεπόμενα στον κ.ν. 2190/1920.
η) Την αρμοδιότητα του διοικητικού συμβουλίου ή ορισμένων μελών του διοικητικού συμβουλίου, για την έκδοση νέων μετοχών ή την αγορά ίδιων μετοχών σύμφωνα με το άρθρο 16 του κ.ν. 2190/1920.
θ) Κάθε σημαντική συμφωνία που έχει συνάψει ο εκδότης και η οποία τίθεται σε ισχύ, τροποποιείται ή λήγει σε περίπτωση αλλαγής στον έλεγχο του εκδότη κατόπιν δημόσιας πρότασης και τα αποτελέσματα της συμφωνίας αυτής, εκτός εάν, εξαιτίας της φύσεώς της, η δημοσιοποίηση της συμφωνίας θα προκαλούσε σοβαρή ζημία στον εκδότη. Η εξαίρεση δημοσιοποίησης της συμφωνίας δεν ισχύει όταν η υποχρέωση δημοσιοποίησης προκύπτει από άλλες διατάξεις.
ι) Κάθε συμφωνία που ο εκδότης έχει συνάψει με μέλη του διοικητικού του συμβουλίου ή με το προσωπικό του, η οποία προβλέπει αποζημίωση σε περίπτωση παραίτησης ή απόλυσης χωρίς βάσιμο λόγο ή τερματισμού της θητείας ή της απασχόλησής τους εξαιτίας της δημόσιας πρότασης.

8. Το διοικητικό συμβούλιο υποβάλλει επεξηγηματική έκθεση στην τακτική γενική συνέλευση, σχετικά με τις πληροφορίες της προηγούμενης παραγράφου. Η επεξηγηματική έκθεση ενσωματώνεται στην έκθεση του διοικητικού συμβουλίου.
9. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα, δύναται να:

α) καθορίζονται, στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 1, οι τεχνικές προϋποθέσεις υπό τις οποίες η δημοσιοποιημένη ετήσια οικονομική έκθεση, συμπεριλαμβανομένης της έκθεσης ελέγχου, πρέπει να παραμένει διαθέσιμη στο επενδυτικό κοινό,
β) τροποποιείται το χρονικό διάστημα των πέντε (5) ετών που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

 

 

¶ρθρο 5
Εξαμηνιαία οικονομική έκθεση


1. Ο εκδότης μετοχών ή χρεωστικών τίτλων δημοσιοποιεί εξαμηνιαία οικονομική έκθεση που αφορά στο πρώτο εξάμηνο της οικονομικής χρήσης εντός δύο (2) μηνών από τη λήξη της περιόδου αυτής. Ο εκδότης διασφαλίζει ότι η έκθεση αυτή είναι στη διάθεση του
επενδυτικού κοινού για διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών.
2. Η εξαμηνιαία οικονομική έκθεση περιλαμβάνει:

α) τις εξαμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις,
β) την εξαμηνιαία έκθεση του διοικητικού συμβουλίου, και
γ) δηλώσεις:

αα) του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου του εκδότη ή του αναπληρωτή του,

ββ) του διευθύνοντος ή εντεταλμένου συμβούλου και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιος σύμβουλος ή η ιδιότητά του συμπίπτει με εκείνη των ανωτέρω προσώπων, ενός μέλους του διοικητικού συμβουλίου του εκδότη που ορίζεται από αυτό και

γγ) ενός ακόμα μέλους του διοικητικού συμβουλίου του εκδότη που ορίζεται από αυτό, ότι, εξ όσων γνωρίζουν.

- οι εξαμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις, οι οποίες καταρτίσθηκαν σύμφωνα με τα ισχύοντα λογιστικά πρότυπα, απεικονίζουν κατά τρόπο αληθή τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού, την καθαρή θέση και τα αποτελέσματα χρήσεως του εκδότη, καθώς και των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση εκλαμβανομένων ως σύνολο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 3 έως 5, και.

- η εξαμηνιαία έκθεση του διοικητικού συμβουλίου απεικονίζει κατά τρόπο αληθή τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 6.

Το ονοματεπώνυμο και η ιδιότητα των παραπάνω προσώπων καταγράφονται σαφώς στην παραπάνω δήλωση.
3. Σε περίπτωση που εκδότης υποχρεούται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, σύμφωνα με τις αρχές που ακολουθεί για την κατάρτιση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, οι εξαμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις καταρτίζονται βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων που εφαρμόζονται στην ενδιάμεση οικονομική έκθεση, όπως αυτά υιοθετήθηκαν με τη διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό (EΚ) αριθ. 1606/2002.
4. Σε περίπτωση που εκδότης δεν υποχρεούται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων:

α) εάν ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα στην Ελλάδα οι εξαμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις καταρτίζονται βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων που εφαρμόζονται στην ενδιάμεση οικονομική έκθεση, όπως αυτά υιοθετήθηκαν με τη διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό (EΚ) αριθ. 1606/2002,
β) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις και εφόσον οι εξαμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις δεν καταρτίζονται βάσει των παραπάνω διεθνών λογιστικών προτύπων αυτές περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστον:

αα) τον εξαμηνιαίο ισολογισμό, και
ββ) τον εξαμηνιαίο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως, καθώς και
γγ) σχετικές επεξηγηματικές σημειώσεις.

Στην περίπτωση αυτή, κατά την κατάρτιση του εξαμηνιαίου ισολογισμού και του εξαμηνιαίου λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, ο εκδότης ακολουθεί για την κατάρτιση και την αποτίμηση τις αρχές που ακολουθεί και για την κατάρτιση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων.
5. Προκειμένου για εκδότη που έχει την καταστατική του έδρα στην Ελλάδα οι εξαμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις υπογράφονται από τους υπεύθυνους για την κατάρτισή τους και εγκρίνονται από το διοικητικό του συμβούλιο.
6. Η εξαμηνιαία έκθεση του διοικητικού συμβουλίου περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α) αναφορά των σημαντικών γεγονότων που έλαβαν χώρα κατά το πρώτο εξάμηνο της οικονομικής χρήσης και την επίδρασή τους στις εξαμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις,
β) περιγραφή των κυριότερων κινδύνων και αβεβαιοτήτων για το δεύτερο εξάμηνο της οικονομικής χρήσης, και
γ) προκειμένου για εκδότες μετοχών, παράθεση των σημαντικών συναλλαγών που καταρτίσθηκαν μεταξύ του εκδότη και συνδεδεμένων με αυτόν προσώπων.

7. Εάν ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα στην Ελλάδα, η εξαμηνιαία οικονομική έκθεση υποβάλλεται σε επισκόπηση από ορκωτούς ελεγκτές λογιστές και η έκθεση επισκόπησης δημοσιοποιείται στο σύνολό της μαζί με την εξαμηνιαία οικονομική έκθεση. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις:

α) εάν η εξαμηνιαία οικονομική έκθεση έχει υποβληθεί σε έλεγχο ή επισκόπηση από ορκωτούς ελεγκτές λογιστές, η έκθεση ελέγχου ή επισκόπησης δημοσιοποιείται στο σύνολό της μαζί με την εξαμηνιαία οικονομική έκθεση,
β) εάν η εξαμηνιαία οικονομική έκθεση δεν έχει υποβληθεί σε έλεγχο ή επισκόπηση ή εάν δεν υπάρχει έκθεση ελεγκτών, ο εκδότης περιλαμβάνει σχετική δήλωση στην εξαμηνιαία οικονομική έκθεσή του.

8. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα, δύναται να:

α) καθορίζονται, στο πλαίσιο εφαρμογής των παραγράφων 1 και 7, οι τεχνικές προϋποθέσεις υπό τις οποίες η δημοσιευμένη εξαμηνιαία οικονομική έκθεση, συμπεριλαμβανομένης της έκθεσης επισκόπησης των ελεγκτών, πρέπει να παραμένει διαθέσιμη στο επενδυτικό κοινό,
β) προσδιορίζεται, στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 4, το ελάχιστο περιεχόμενο του εξαμηνιαίου ισολογισμού, του εξαμηνιαίου λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως και των επεξηγηματικών σημειώσεων, σε περίπτωση που δεν έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, όπως αυτά υιοθετήθηκαν δυνάμει της διαδικασίας του άρθρου 6 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002,
γ) εξειδικεύονται οι σημαντικές συναλλαγές μεταξύ του εκδότη και συνδεδεμένων με αυτόν προσώπων, στο πλαίσιο εφαρμογής της περίπτωσης (γ) της παραγράφου 6,
δ) τροποποιείται το χρονικό διάστημα των πέντε (5) ετών που αναφέρεται στην παράγραφο 1. 9. Με απόφαση της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχου (Ε.Λ.Τ.Ε.) του ν. 3148/2004 (ΦΕΚ 136 Α΄) δύναται να διευκρινίζεται το περιεχόμενο της έκθεσης επισκόπησης των ελεγκτών της παραγράφου 7, σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα.

 

 

¶ρθρο 6
Τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις


1. Ο εκδότης μετοχών καταρτίζει τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις για το πρώτο και το τρίτο τρίμηνο της οικονομικής χρήσης και τις δημοσιοποιεί εντός δύο (2) μηνών από τη λήξη της αντίστοιχης περιόδου.
2. Σε περίπτωση που εκδότης υποχρεούται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, σύμφωνα με τις αρχές που ακολουθεί για την κατάρτιση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, οι τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις της προηγούμενης παραγράφου καταρτίζονται βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων που εφαρμόζονται στην ενδιάμεση οικονομική έκθεση, όπως αυτά υιοθετήθηκαν με τη διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό (EΚ) αριθ. 1606/2002.
3. Σε περίπτωση που εκδότης δεν υποχρεούται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων:

α) εάν ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα στην Ελλάδα οι τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις καταρτίζονται βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων που εφαρμόζονται στην ενδιάμεση οικονομική έκθεση, όπως αυτά υιοθετήθηκαν με τη διαδικασία που προβλέπεται στον Κανονισμό (EΚ) αριθ. 1606/2002,
β) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, και εφόσον οι τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις δεν καταρτίζονται βάσει των παραπάνω διεθνών λογιστικών προτύπων, αυτές περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστον:

αα) τον τριμηνιαίο ισολογισμό, και
ββ) τον τριμηνιαίο λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως, καθώς και
γγ) σχετικές επεξηγηματικές σημειώσεις. Στην περίπτωση αυτή, κατά την κατάρτιση του τριμηνιαίου ισολογισμού και του τριμηνιαίου λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσεως, ο εκδότης ακολουθεί για την κατάρτιση και την αποτίμηση τις αρχές που ακολουθεί και για την κατάρτιση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων.

4. Προκειμένου για εκδότη που έχει την καταστατική του έδρα στην Ελλάδα οι τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις υπογράφονται από τους υπεύθυνους για την κατάρτισή τους και εγκρίνονται από το διοικητικό του συμβούλιο.
5. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να ορίζονται:

α) τα στοιχεία και οι πληροφορίες που προκύπτουν από τις τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις, καθώς και από τις εξαμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του άρθρου 5, τα οποία πρέπει να δημοσιεύει ο εκδότης σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 21, προκειμένου να παρέχεται στο επενδυτικό κοινό γενική ενημέρωση για την οικονομική κατάσταση και τα αποτελέσματα αυτού και των ελεγχόμενων από αυτόν επιχειρήσεων, καθώς και ο χρόνος δημοσιοποίησής τους,
β) πρόσθετες πληροφορίες και στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει η ετήσια και η εξαμηνιαία έκθεση του διοικητικού συμβουλίου των άρθρων 4 και 5 αντίστοιχα, καθώς επίσης πρόσθετες πληροφορίες και στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει η ετήσια και η εξαμηνιαία οικονομική έκθεση των άρθρων 4 και 5 αντίστοιχα, αναφορικά με τη δραστηριότητα του εκδότη και των ελεγχόμενων από αυτόν επιχειρήσεων και την εν γένει πορεία των επιχειρηματικών τους υποθέσεων.

 

 

¶ρθρο 7
Ανακοίνωση του Διοικητικού Συμβουλίου


1. Ο εκδότης μετοχών δύναται πέραν της υποχρέωσης του προηγούμενου άρθρου να δημοσιοποιεί κατά το πρώτο και το δεύτερο εξάμηνο της οικονομικής χρήσης, ανακοίνωση του διοικητικού συμβουλίου η οποία περιέχει τα οριζόμενα στην παράγραφο 2. Η ανακοίνωση συντάσσεται και δημοσιοποιείται στο χρονικό διάστημα μεταξύ δέκα (10) εβδομάδων από την έναρξη του εξαμήνου και έξι (6) εβδομάδων πριν από τη λήξη του. Οι πληροφορίες που περιέχονται στην ανακοίνωση καλύπτουν το χρονικό διάστημα μεταξύ της έναρξης της σχετικής εξαμηνιαίας περιόδου και της ημερομηνίας δημοσίευσης της ανακοίνωσης.
2. Η ανακοίνωση της παραγράφου 1 περιλαμβάνει:

α) εξήγηση των ουσιωδών γεγονότων και συναλλαγών που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου, καθώς και την επίδρασή τους στην οικονομική θέση του εκδότη και των ελεγχόμενων επιχειρήσεών του, και
β) γενική περιγραφή της οικονομικής κατάστασης και των επιδόσεων του εκδότη και των ελεγχόμενων επιχειρήσεών του κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής.

3. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των άρθρων 10 και 13 του ν. 3340/2005.

 

 

¶ρθρο 8
Εξαιρέσεις από την υποχρέωση περιοδικής πληροφόρησης του επενδυτικού κοινού


1. Τα άρθρα 4 έως 7 δεν εφαρμόζονται:

α) στο Ελληνικό Δημόσιο, σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης της Ελλάδας, σε διεθνείς δημόσιους οργανισμούς στους οποίους συμμετέχει ένα τουλάχιστον κράτος μέλος, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), καθώς και στην Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), όταν εκδίδουν κινητές αξίες, και
β) σε εκδότες που εκδίδουν αποκλειστικά χρεωστικούς τίτλους που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, των οποίων η ανά μονάδα ονομαστική αξία είναι τουλάχιστον 50.000 ευρώ ή, στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων σε άλλο νόμισμα εκτός του ευρώ, εφόσον η αντίστοιχη ανά μονάδα ονομαστική αξία την ημερομηνία της έκδοσης είναι ισοδύναμη με 50.000 ευρώ τουλάχιστον.

2. Το άρθρο 5 δεν εφαρμόζεται σε πιστωτικά ιδρύματα που εποπτεύονται από την ΤτΕ, των οποίων οι μετοχές δεν έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά και τα οποία εκδίδουν σε συνεχή βάση ή κατ’ επανάληψη μόνον χρεωστικούς τίτλους, υπό την προϋπόθεση ότι:

αα) το συνολικό ονομαστικό ύψος όλων των ως άνω χρεωστικών τίτλων δεν υπερβαίνει τα 100.000.000 ευρώ, και
ββ) δεν έχουν δημοσιεύσει ενημερωτικό δελτίο δυνάμει του ν. 3401/2005.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΥ ΝΟΜΟΥ

¶ρθρο 9
Υποχρέωση ενημέρωσης σε περίπτωση απόκτησης ή διάθεσης σημαντικών συμμετοχών


1. Μέτοχος ο οποίος αποκτά ή διαθέτει μετοχές με δικαίωμα ψήφου που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά και του οποίου, λόγω αυτής της απόκτησης ή διάθεσης, το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει, φθάνει, υπερβαίνει ή κατέρχεται των ορίων του 5%, 10%, 15%, 20%, 25%, 1/3,50% και 2/3 υποχρεούται να ενημερώσει τον εκδότη σχετικά με το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει ως αποτέλεσμα αυτής της απόκτησης ή διάθεσης. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, υπολογίζονται τα δικαιώματα ψήφου, έστω και αν η άσκησή τους έχει ανασταλεί. Την υποχρέωση της παραγράφου αυτής έχει και όποιος καθίσταται μέτοχος για πρώτη φορά εφόσον με την απόκτηση αυτή φθάνει ή υπερβαίνει τα σχετικά όρια.
2. Η υποχρέωση της προηγούμενης παραγράφου υφίσταται:

α) ως προς το σύνολο των μετοχών με δικαιώματα ψήφου, και

β) ως προς κάθε επί μέρους κατηγορία μετοχών, εφόσον ενσωματώνουν δικαιώματα ψήφου.

3. Η υποχρέωση της παραγράφου 1 υφίσταται και σε κάθε περίπτωση που το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου μετόχου φθάνει, υπερβαίνει ή κατέρχεται των ορίων που προβλέπονται στην παράγραφο 1, ως αποτέλεσμα εταιρικών γεγονότων τα οποία μεταβάλλουν την κατανομή των δικαιωμάτων ψήφου. Η ενημέρωση πραγματοποιείται βάσει των πληροφοριών που δημοσιοποιούνται από τον εκδότη δυνάμει της παραγράφου 5.
Σε περίπτωση εκδότη που έχει συσταθεί σε τρίτη χώρα, η υποχρέωση ενημέρωσης υφίσταται εφόσον συντρέχουν εταιρικά γεγονότα με αποτελέσματα ισοδύναμα προς αυτά των εταιρικών γεγονότων του πρώτου εδαφίου.
4. Μέτοχος, ο οποίος κατέχει ποσοστό δικαιωμάτων ψήφου μεγαλύτερο από 10%, υποχρεούται να προβαίνει στην προβλεπόμενη από την παράγραφο 1 ενημέρωση και σε κάθε περίπτωση που επέρχεται μεταβολή στο ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει ίση προς ή μεγαλύτερη από 3% του συνόλου των δικαιωμάτων ψήφου του εκδότη, ως αποτέλεσμα απόκτησης ή διάθεσης μετοχών με δικαίωμα ψήφου ή εταιρικών γεγονότων της παραγράφου 3. Νέες μεταβολές του παραπάνω ύψους, που ακολουθούν την ενημέρωση σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, δημιουργούν νέα υποχρέωση ενημέρωσης.
5. Για τον υπολογισμό των ορίων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο ο εκδότης υποχρεούται να δημοσιοποιήσει το συνολικό αριθμό των δικαιωμάτων ψήφου και το ύψος του κεφαλαίου του στο τέλος κάθε ημερολογιακού μηνός κατά τη διάρκεια του οποίου σημειώθηκε αύξηση ή μείωση αυτού του συνολικού αριθμού.
6. Για τον υπολογισμό των ορίων της παραγράφου 1 αθροίζονται τα δικαιώματα ψήφου που αποκτά ή διαθέτει μέτοχος σύμφωνα με το παρόν άρθρο με τα δικαιώματα ψήφου που δικαιούται να αποκτά, διαθέτει ή ασκεί σύμφωνα με το άρθρο 10, καθώς και με τα δικαιώματα ψήφου που δικαιούται να αποκτά μέσω χρηματοπιστωτικών μέσων σύμφωνα με το άρθρο 11.
7. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα, δύναται να εξειδικεύεται η παράγραφος 3 του παρόντος άρθρου.

 

 

¶ρθρο 10
Υποχρέωση ενημέρωσης σε περίπτωση απόκτησης ή διάθεσης ή άσκησης σημαντικών ποσοστών δικαιωμάτων ψήφου


Η υποχρέωση ενημέρωσης σύμφωνα με το άρθρο 9 ισχύει και προκειμένου για κάθε πρόσωπο που δικαιούται να αποκτά, διαθέτει ή ασκεί δικαιώματα ψήφου σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις ή συνδυασμό αυτών:

α) δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτος με τον οποίο το προαναφερόμενο πρόσωπο έχει συνάψει συμφωνία, βάσει της οποίας υποχρεούνται μέσω συντονισμένης άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχουν, να υιοθετούν διαρκώς κοινή πολιτική ως προς τη διοίκηση του εν λόγω εκδότη,
β) δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτος δυνάμει συμφωνίας που έχει συναφθεί με το προαναφερόμενο πρόσωπο και η οποία προβλέπει την προσωρινή επ’ ανταλλάγματι μεταβίβαση αυτών των δικαιωμάτων ψήφου,
γ) δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές που έχουν παρασχεθεί ως εμπράγματη ασφάλεια στο προαναφερόμενο πρόσωπο, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό το πρόσωπο ελέγχει τα δικαιώματα ψήφου και έχει δηλώσει την πρόθεσή του να τα ασκήσει,
δ) δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές των οποίων ισόβιος επικαρπωτής είναι το προαναφερόμενο πρόσωπο,
ε) δικαιώματα ψήφου που κατέχονται ή τα οποία μπορούν να ασκηθούν κατά την έννοια των στοιχείων (α) έως (δ) από επιχείρηση την οποία ελέγχει το προαναφερόμενο πρόσωπο,
στ) δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές που έχουν κατατεθεί στο προαναφερόμενο πρόσωπο και τα οποία το εν λόγω πρόσωπο μπορεί να ασκήσει κατά την κρίση του, εφόσον δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες των μετόχων,
ζ) δικαιώματα ψήφου που κατέχει τρίτος στο όνομά του αλλά για λογαριασμό του προαναφερόμενου προσώπου,
η) δικαιώματα ψήφου τα οποία το προαναφερόμενο πρόσωπο μπορεί να ασκήσει ως πληρεξούσιος, εφόσον μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματα ψήφου κατά την κρίση του χωρίς συγκεκριμένες οδηγίες των μετόχων,
θ) προκειμένου για εταιρία διαχείρισης, δικαιώματα ψήφου που κατέχει, αποκτά ή διαθέτει το αμοιβαίο κεφάλαιο το οποίο διαχειρίζεται η εταιρία αυτή.

 

¶ρθρο 11
Υποχρέωση ενημέρωσης σε περίπτωση απόκτησης ή διάθεσης χρηματοπιστωτικών μέσων


1. Η υποχρέωση ενημέρωσης του άρθρου 9 καταλαμβάνει επίσης και πρόσωπα που αποκτούν ή διαθέτουν, άμεσα ή έμμεσα μέσω τρίτου, χρηματοπιστωτικά μέσα υπό την προϋπόθεση ότι:

α) τα χρηματοπιστωτικά μέσα παρέχουν δικαίωμα απόκτησης μετοχών οι οποίες ενσωματώνουν δικαιώματα ψήφου, και
β) οι ως άνω υπό (α) μετοχές έχουν ήδη εκδοθεί από εκδότη του οποίου μετοχές έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, και
γ) το ως άνω υπό (α) δικαίωμα απόκτησης μπορεί να ασκείται με αποκλειστική πρωτοβουλία του κατόχου των χρηματοπιστωτικών μέσων και επί τη βάσει επίσημης συμφωνίας.

2. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα και με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα, δύναται να:

α) καθορίζονται και ομαδοποιούνται τα είδη των χρηματοπιστωτικών μέσων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο,
β) προσδιορίζεται η φύση της επίσημης συμφωνίας που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο,
γ) καθορίζεται το περιεχόμενο της ενημέρωσης και να καθιερώνεται ένα τυποποιημένο έντυπο που θα χρησιμοποιείται για το σκοπό αυτόν,
δ) καθορίζεται το χρονικό διάστημα εντός του οποίου πρέπει να λάβει χώρα η ενημέρωση, και
ε) καθορίζεται ο αποδέκτης της ενημέρωσης.

 

 

¶ρθρο 12
Εξαιρέσεις από την υποχρέωση ενημέρωσης των άρθρων 9 και 10


1. Το άρθρο 9 δεν εφαρμόζεται:

α) σε μετοχές που αποκτήθηκαν με αποκλειστικό σκοπό την εκκαθάριση και το διακανονισμό στο πλαίσιο του συνήθους σύντομου κύκλου διακανονισμού των συναλλαγών,
β) σε περίπτωση που θεματοφύλακες, οι οποίοι κατέχουν μετοχές υπό αυτή τους την ιδιότητα, δεν μπορούν να ασκούν τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται στις μετοχές αυτές παρά μόνον επί τη βάσει οδηγιών που παρέχονται εγγράφως ή με ηλεκτρονικά μέσα,
γ) σε περίπτωση που ειδικός διαπραγματευτής, ο οποίος ενεργεί υπό αυτή του την ιδιότητα, αποκτά ή διαθέτει συμμετοχή η οποία φθάνει ή υπερβαίνει το όριο ή κατέρχεται του ορίου του 5%, υπό την προϋπόθεση ότι:

αα) έχει λάβει άδεια λειτουργίας από το κράτος μέλος καταγωγής του δυνάμει της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ,και
ββ) δεν παρεμβαίνει στη διοίκηση του εν λόγω εκδότη, ούτε ασκεί καμία επιρροή στον εκδότη προκειμένου ο εκδότης να προβεί σε αγορά των μετοχών ή στήριξης της τιμής τους.

2. Τα δικαιώματα ψήφου από μετοχές, που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών πιστωτικού ιδρύματος ή Επιχείρησης Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.) σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 21 του άρθρου 2 του ν. 2396/1996 δεν υπολογίζονται για τους σκοπούς του άρθρου 9 εφόσον:

α) τα δικαιώματα ψήφου που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών δεν υπερβαίνουν το 5%, και
β) το πιστωτικό ίδρυμα ή Ε.Π.Ε.Υ. διασφαλίζει ότι τα δικαιώματα ψήφου από μετοχές που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών δεν ασκούνται και δεν χρησιμοποιούνται καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο με σκοπό την παρέμβαση στη διοίκηση του εκδότη.

3. Τo άρθρο 9 και το στοιχείο (γ) του άρθρου 10 δεν εφαρμόζονται σε μετοχές που χορηγούνται σε ή από τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών («ΕΣΚΤ») υπό τις εξής προϋποθέσεις:

α) η ως άνω χορήγηση εντάσσεται στο πλαίσιο εκτέλεσης των καθηκόντων των μελών του ΕΣΚΤ ως νομισματικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που οι μετοχές χορηγούνται σε ή από μέλη του ΕΣΚΤ στο πλαίσιο ενεχυρίασης ή πώλησης με συμφωνία επαναγοράς ή παρεμφερούς συμφωνίας για την παροχή ρευστότητας για σκοπούς νομισματικής πολιτικής ή στο πλαίσιο συστήματος πληρωμών, και
β) οι εν λόγω συναλλαγές έχουν βραχεία διάρκεια, και
γ) δεν ασκούνται τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται στις μετοχές αυτές.

4. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα, δύναται να καθορίζεται η μέγιστη διάρκεια του συνήθους σύντομου κύκλου διακανονισμού συναλλαγών, στο πλαίσιο εφαρμογής της περίπτωσης (α) της παραγράφου 1, καθώς και οι μηχανισμοί ελέγχου συμμόρφωσης στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 1.

 

¶ρθρο 13
Απαλλαγή από την υποχρέωση ενημέρωσης


1. Νομικό πρόσωπο απαλλάσσεται από την απαιτούμενη ενημέρωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 14, εφόσον:

α) η ενημέρωση πραγματοποιείται από τη μητρική επιχείρηση, ή
β) η μητρική επιχείρηση είναι με τη σειρά της ελεγχόμενη επιχείρηση από άλλη μητρική επιχείρηση η οποία και πραγματοποιεί τη σχετική ενημέρωση.

2. Με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου, η μητρική επιχείρηση εταιρίας διαχείρισης δεν υποχρεούται να αθροίζει τις συμμετοχές της δυνάμει των άρθρων 9 και 10 με τις συμμετοχές που τελούν υπό τη διαχείριση της εταιρίας διαχείρισης υπό τους όρους του ν. 3283/2004, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω θυγατρική εταιρία διαχείρισης ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που διαθέτει ανεξάρτητα από τη μητρική επιχείρηση.
3. Η μητρική επιχείρηση εταιρίας διαχείρισης υποχρεούται να αθροίζει τις συμμετοχές της δυνάμει των άρθρων 9 και 10 με τις συμμετοχές που τελούν υπό τη διαχείριση της εταιρίας διαχείρισης βάσει του ν. 3283/2004 εφόσον:

α) η μητρική επιχείρηση ή άλλη ελεγχόμενη επιχείρηση της μητρικής έχει επενδύσει σε συμμετοχές που τελούν υπό τη διαχείριση της εν λόγω εταιρίας διαχείρισης, και
β) η εταιρία διαχείρισης δεν έχει τη διακριτική ευχέρεια να ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε αυτές τις συμμετοχές, αλλά δύναται να τα ασκεί μόνον επί τη βάσει οδηγιών που λαμβάνει απευθείας ή εμμέσως από τη μητρική επιχείρηση ή από άλλη ελεγχόμενη επιχείρηση της μητρικής επιχείρησης.

4. Με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου, η μητρική επιχείρηση Εταιρίας Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.) που έχει αδειοδοτηθεί βάσει της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ δεν υποχρεούται να αθροίζει τις συμμετοχές της δυνάμει των άρθρων 9 και 10 με τις συμμετοχές που διαχειρίζεται η Ε.Π.Ε.Υ. ανά πελάτη σύμφωνα με την έννοια του σημείου 9 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ, υπό την προϋπόθεση ότι η Ε.Π.Ε.Υ.:

α) έχει την άδεια να πραγματοποιεί διαχείριση χαρτοφυλακίου αυτού του είδους σύμφωνα με το σημείο 4 του τμήματος Α του Παραρτήματος Ι της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ, και
β) μπορεί να ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε αυτές τις μετοχές μόνον επί τη βάσει οδηγιών που λαμβάνει γραπτώς ή με ηλεκτρονικά μέσα ή διασφαλίζει, με την υιοθέτηση κατάλληλων μηχανισμών, ότι οι μεμονωμένες υπηρεσίες διαχείρισης χαρτοφυλακίου διεξάγονται ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε άλλες υπηρεσίες υπό συνθήκες ισοδύναμες με εκείνες που προβλέπονται στο ν. 3283/2004, και
γ) ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που διαθέτει ανεξάρτητα από τη μητρική επιχείρηση.

5. Η μητρική επιχείρηση Ε.Π.Ε.Υ. υποχρεούται να αθροίζει τις συμμετοχές της δυνάμει των άρθρων 9 και 10 με τις συμμετοχές που διαχειρίζεται η Ε.Π.Ε.Υ. ανά πελάτη εφόσον:

α) η μητρική επιχείρηση Ε.Π.Ε.Υ. ή άλλη ελεγχόμενη επιχείρηση της μητρικής έχει επενδύσει σε συμμετοχές που τελούν υπό τη διαχείριση της εν λόγω Ε.Π.Ε.Υ., και
β) η ως άνω Ε.Π.Ε.Υ. δεν έχει τη διακριτική ευχέρεια να ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε αυτές τις συμμετοχές αλλά μπορεί να τα ασκεί μόνον επί τη βάσει οδηγιών που λαμβάνει απευθείας ή εμμέσως από τη μητρική επιχείρηση ή από άλλη ελεγχόμενη επιχείρηση της μητρικής επιχείρησης.

6. Μητρική επιχείρηση απαλλάσσεται από την υποχρέωση άθροισης των συμμετοχών της με τις συμμετοχές νομικού προσώπου ή επιχείρησης με καταστατική έδρα σε τρίτη χώρα βάσει των παραγράφων 2 έως 5, υπό την προϋπόθεση ότι το νομικό πρόσωπο πληροί ισοδύναμες προϋποθέσεις ανεξαρτησίας με εκείνες των εταιριών διαχείρισης ή των Ε.Π.Ε.Υ. εφόσον η τρίτη χώρα θα απαιτούσε την κατοχή άδειας σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 του ν. 3283/2004 ή, όσον αφορά τη διαχείριση χαρτοφυλακίου, σύμφωνα με το σημείο (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2396/1996 εάν το νομικό πρόσωπο είχε την καταστατική του έδρα εντός της Κοινότητας, είτε, ειδικά προκειμένου περί Ε.Π.Ε.Υ., το κεντρικό της γραφείο εντός της Κοινότητας.
7. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται, σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα, να:

α) καθορίζονται, στο πλαίσιο εφαρμογής των παραγράφων 2 έως 5, οι προϋποθέσεις ανεξαρτησίας που πρέπει να πληρούν οι εταιρίες διαχείρισης και οι μητρικές τους επιχειρήσεις ή οι Ε.Π.Ε.Υ. και οι μητρικές τους επιχειρήσεις,
β) προσδιορίζονται, στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 6, οι προϋποθέσεις τις οποίες οφείλει να πληροί το θεσμικό πλαίσιο τρίτης χώρας προκειμένου να διασφαλισθεί η ισοδυναμία των προϋποθέσεων απαιτήσεων ανεξαρτησίας κατά τα οριζόμενα στον παρόντα νόμο.

 

 

¶ρθρο 14
Διαδικασίες για τη δημοσιοποίηση σημαντικών συμμετοχών


1. Η ενημέρωση βάσει των άρθρων 9 και 10 περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχεται ως αποτέλεσμα της απόκτησης ή διάθεσης,
β) την αλυσίδα των ελεγχόμενων επιχειρήσεων μέσω των οποίων κατέχονται στην ουσία τα δικαιώματα ψήφου, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση,
γ) την ημερομηνία κατά την οποία το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου έφθασε, υπερέβη ή κατήλθε των ορίων των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 9, και
δ) την ταυτότητα του μετόχου, έστω και αν ο ίδιος δεν δικαιούται να ασκήσει δικαιώματα ψήφου σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10, καθώς και του προσώπου που δικαιούται να ασκήσει δικαιώματα ψήφου για λογαριασμό του εν λόγω μετόχου.

2. Η ενημέρωση του εκδότη πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατό και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός τριών (3) ημερών διαπραγμάτευσης, η πρώτη των οποίων είναι η επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία ο μέτοχος ή το πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 10

α) πληροφορείται την απόκτηση ή τη διάθεση ή τη δυνατότητα άσκησης δικαιωμάτων ψήφου, ή
β) λαμβάνοντας υπόψη τις εκάστοτε συνθήκες, όφειλε να έχει πληροφορηθεί την απόκτηση ή τη διάθεση ή τη δυνατότητα άσκησης δικαιωμάτων ψήφου, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας κατά την οποία πραγματοποιείται η απόκτηση ή διάθεση ή καθίσταται δυνατή η άσκηση δικαιωμάτων ψήφου, ή
γ) ενημερώνεται σχετικά με γεγονός που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 9.

3. Ο εκδότης δημοσιοποιεί όλες τις πληροφορίες που περιέχει η ενημέρωση της παραγράφου 1 και του άρθρου 11, άμεσα με την παραλαβή της εν λόγω ενημέρωσης και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός δύο (2) ημερών διαπραγμάτευσης από την ημερομηνία της παραπάνω παραλαβής.
4. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα και με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα, δύναται να:

α) καθιερώνεται, στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και της παραγράφου 4 του άρθρου 19, το τυποποιημένο έντυπο που θα χρησιμοποιείται για την ενημέρωση του εκδότη και την υποβολή των πληροφοριών στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς,
β) καθορίζεται ημερολόγιο των ημερών διαπραγμάτευσης,
γ) προσδιορίζονται οι περιπτώσεις στις οποίες ο μέτοχος ή πρόσωπο του άρθρου 10 ή αμφότεροι προβαίνουν στην απαραίτητη ενημέρωση προς τον εκδότη,
δ) προσδιορίζονται, στο πλαίσιο εφαρμογής του σημείου (β) της παραγράφου 2, οι συνθήκες υπό τις οποίες ο μέτοχος ή πρόσωπο του άρθρου 10 όφειλε να έχει ενημερωθεί για την απόκτηση ή τη διάθεση.

 

 

¶ρθρο 15
Υποχρέωση δημοσιοποίησης σε περίπτωση απόκτησης ή διάθεσης ιδίων μετοχών


1. Στην περίπτωση που εκδότης μετοχών, οι οποίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, αποκτά ή διαθέτει δικές του μετοχές είτε ο ίδιος απευθείας είτε μέσω τρίτου προσώπου που ενεργεί στο δικό του όνομα αλλά για λογαριασμό του εκδότη, ο εκδότης δημοσιοποιεί, το συντομότερο δυνατό και, σε κάθε περίπτωση, εντός δύο (2) ημερών διαπραγμάτευσης από την εν λόγω απόκτηση ή διάθεση, το ποσοστό των δικών του μετοχών, εφόσον το ποσοστό αυτό φθάνει, υπερβαίνει ή κατέρχεται των ορίων του 5% ή 10% των δικαιωμάτων ψήφου. Το ποσοστό υπολογίζεται με βάση το συνολικό αριθμό μετοχών οι οποίες ενσωματώνουν δικαιώματα ψήφου.
2. Η υποχρέωση ενημέρωσης της προηγούμενης παραγράφου ισχύει και σε περίπτωση απόκτησης ή διάθεσης από τον εκδότη χρηματοπιστωτικών μέσων που παρέχουν δικαίωμα απόκτησης δικών του μετοχών υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 11.
3. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να εξειδικεύονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των προηγούμενων παραγράφων σύμφωνα με τα εκτελεστικά μέτρα της Οδηγίας 2004/109/ΕΚ. Με την ίδια απόφαση δύναται να προβλέπεται συντομότερη προθεσμία, συγκεκριμένα μέσα δημοσιοποίησης των πληροφοριών των προηγούμενων παραγράφων, καθώς και να καθορίζονται αυστηρότερες προϋποθέσεις και διαδικασία δημοσιοποίησης σχετικά με απόκτηση ή διάθεση μετοχών του εκδότη.

 

 

¶ρθρο 16
Συμπληρωματικές πληροφορίες


1. Ο εκδότης μετοχών οι οποίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά δημοσιοποιεί χωρίς υπαίτια βραδύτητα κάθε μεταβολή στα δικαιώματα που ενσωματώνονται στις διάφορες κατηγορίες μετοχών, συμπεριλαμβανομένων των μεταβολών στα δικαιώματα που ενσωματώνονται σε παράγωγα μέσα κινητών αξιών που έχει εκδώσει ο ίδιος ο εκδότης και τα οποία παρέχουν τη δυνατότητα απόκτησης ή διάθεσης μετοχών αυτού του εκδότη.
2. Ο εκδότης κινητών αξιών, εκτός μετοχών, οι οποίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, δημοσιοποιεί χωρίς υπαίτια βραδύτητα κάθε μεταβολή στα δικαιώματα των κατόχων αυτών των κινητών αξιών, συμπεριλαμβανομένων των μεταβολών στους όρους και προϋποθέσεις που διέπουν την εξάσκηση των δικαιωμάτων που ενσωματώνουν οι κινητές αξίες, η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει έμμεσα αυτά τα δικαιώματα. Τέτοιες μεταβολές περιλαμβάνουν ιδίως μεταβολές των όρων δανείου ή επιτοκίων.
3. Ο εκδότης κινητών αξιών οι οποίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά δημοσιοποιεί χωρίς υπαίτια βραδύτητα τις νέες εκδόσεις δανείων και ιδίως τις εγγυήσεις ή τις ασφάλειες που το συνοδεύουν. Με την επιφύλαξη του ν. 3340/2005 και ιδίως των διατάξεων του άρθρου 10, η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται σε διεθνή δημόσιο οργανισμό στον οποίο συμμετέχει τουλάχιστον ένα κράτος μέλος.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΧΩΝ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΞΙΩΝ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΕΧΟΥΝ ΕΙΣΑΧΘΕΙ ΠΡΟΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΣΕ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΗ ΑΓΟΡΑ

 

¶ρθρο 17
Παροχή διευκολύνσεων και πληροφοριών από εκδότες κινητών αξιών


1. Ο εκδότης μετοχών που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά διασφαλίζει την ίση μεταχείριση όλων των κατόχων μετοχών που βρίσκονται στην ίδια θέση. Το προηγούμενο εδάφιο ισχύει και προκειμένου για εκδότη χρεωστικών τίτλων αναφορικά με την ίση μεταχείριση όλων των κατόχων χρεωστικών τίτλων ίσης κατάταξης ως προς όλα τα δικαιώματα που ενσωματώνονται σε αυτούς τους χρεωστικούς τίτλους.
2. Ο εκδότης διασφαλίζει ότι όλες οι διευκολύνσεις και οι πληροφορίες που είναι απαραίτητες ώστε να μπορούν οι μέτοχοι και οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων να ασκούν τα δικαιώματά τους είναι διαθέσιμες στην Ελλάδα, καθώς και ότι διαφυλάσσεται η ακεραιότητα των στοιχείων. Η άσκηση των δικαιωμάτων των μετόχων και κατόχων χρεωστικών τίτλων μέσω πληρεξουσίου επιτρέπεται υπό την επιφύλαξη των οικείων διατάξεων του δικαίου της χώρας στην οποία έχει την καταστατική του έδρα ο εκδότης.
3. Στο πλαίσιο παροχής διευκολύνσεων και πληροφοριών προς κατόχους μετοχών, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, ο εκδότης μεριμνά ιδίως:

α) για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τον τόπο, την ημερομηνία και την ημερήσια διάταξη των συνελεύσεων, το συνολικό αριθμό των μετοχών και τα δικαιώματα ψήφου και τα δικαιώματα συμμετοχής των μετόχων στις συνελεύσεις,
β) για τη διανομή εντύπου πληρεξουσιότητας σε έντυπη ή, κατά περίπτωση, σε ηλεκτρονική μορφή προς κάθε πρόσωπο που έχει δικαίωμα ψήφου σε συνέλευση των μετόχων, ταυτόχρονα με την ανακοίνωση σχετικά με τη συνέλευση ή, εφόσον τούτο ζητηθεί, μετά τη σύγκληση της συνέλευσης,
γ) για τον ορισμό ως εντολοδόχου ενός πιστωτικού ιδρύματος ή Ε.Π.Ε.Υ. μέσω του οποίου οι μέτοχοι μπορούν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους με περιουσιακό περιεχόμενο και
δ) για τη δημοσίευση ανακοινώσεων ή την κυκλοφορία οδηγιών σχετικά με τη διανομή και την πληρωμή μερισμάτων και την έκδοση νέων μετοχών, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών για τους τρόπους διανομής, εγγραφής, ακύρωσης ή μετατροπής.

4. Στο πλαίσιο παροχής διευκολύνσεων και πληροφοριών προς κατόχους χρεωστικών τίτλων σύμφωνα με την παράγραφο 2, ο εκδότης μεριμνά ιδίως:

α) για τη δημοσίευση ανακοινώσεων και την κυκλοφορία οδηγιών, σχετικά με τον τόπο, την ημερομηνία και την ημερήσια διάταξη των συνελεύσεων των κατόχων χρεωστικών τίτλων, την πληρωμή τόκων, την άσκηση δικαιωμάτων μετατροπής, ανταλλαγής, εγγραφής ή ακύρωσης και την εξόφληση, καθώς και σχετικά με το δικαίωμα των κατόχων χρεωστικών τίτλων να συμμετέχουν σε αυτές τις συνελεύσεις,
β) τη διανομή εντύπου πληρεξουσιότητας σε έντυπη ή, εφόσον ενδείκνυται, σε ηλεκτρονική μορφή, προς κάθε πρόσωπο που έχει δικαίωμα ψήφου σε συνέλευση των κατόχων χρεωστικών τίτλων, ταυτόχρονα με την ανακοίνωση σχετικά με τη συνέλευση ή, εφόσον τούτο ζητηθεί, μετά τη σύγκληση της συνέλευσης, και
γ) για τον ορισμό ως εντολοδόχου ενός πιστωτικού ιδρύματος ή Ε.Π.Ε.Υ. μέσω του οποίου οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων μπορούν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους με περιουσιακό περιεχόμενο.

5. Ειδικά σε περίπτωση που πρόκειται να προσκληθούν σε συνέλευση μόνο κάτοχοι χρεωστικών τίτλων των οποίων είτε η ονομαστική αξία ανά μονάδα είναι τουλάχιστον 50.000 ευρώ είτε, στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων σε άλλο νόμισμα εκτός του ευρώ, του οποίου η αντίστοιχη ανά μονάδα ονομαστική αξία την ημερομηνία της έκδοσης είναι ισοδύναμη με 50.000 ευρώ τουλάχιστον, ο εκδότης μπορεί να επιλέγει ως τόπο της συνέλευσης οποιοδήποτε κράτος μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι είναι διαθέσιμες στο εν λόγω κράτος μέλος όλες οι διευκολύνσεις και οι πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να καταστεί δυνατή η άσκηση των δικαιωμάτων των κατόχων χρεωστικών τίτλων.
6. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να εξειδικεύονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των προηγούμενων παραγράφων και να καθορίζονται, στο πλαίσιο εφαρμογής του σημείου (γ) της παραγράφου 3 και του σημείου (γ) της παραγράφου 4, οι τύποι των χρηματοοικονομικών οργανισμών μέσω των οποίων οι μέτοχοι και οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων μπορούν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους με περιουσιακό περιεχόμενο, σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα.

 

 

¶ρθρο 18
Διαβίβαση πληροφοριών με χρήση ηλεκτρονικών μέσων


1. Για το σκοπό της διαβίβασης πληροφοριών στους μετόχους σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 3 του προηγούμενου άρθρου, επιτρέπεται η χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών μέσων από τους εκδότες, υπό την προϋπόθεση ότι η σχετική απόφαση για τη χρήση των ως άνω μέσων λαμβάνεται σε γενική συνέλευση και πληροί κατ’ ελάχιστον τους ακόλουθους όρους:

α) η χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών μέσων δεν εξαρτάται κατά κανένα τρόπο από τον τόπο της έδρας ή της κατοικίας του μετόχου ή, στις περιπτώσεις (α) έως (η) του άρθρου 10, του προσώπου.
β) υιοθετείται μηχανισμός αναγνώρισης ώστε τόσο οι μέτοχοι όσο και τα πρόσωπα που δικαιούνται να ασκούν ή να παρέχουν οδηγίες για την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου να λαμβάνουν ουσιαστική ενημέρωση.
γ) τόσο οι μέτοχοι όσο και, στις περιπτώσεις  α) έως  ε) του άρθρου 10, τα πρόσωπα που δικαιούνται να αποκτούν, διαθέτουν ή ασκούν δικαιώματα ψήφου καλούνται να συναινέσουν εγγράφως σχετικά με τη χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών μέσων για τη διαβίβαση πληροφοριών. Αν δεν αντιταχθούν εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 14 ημερών, τεκμαίρεται η συναίνεσή τους. σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από τη ρητή ή σιωπηρή παροχή συναίνεσης, δύνανται να ζητήσουν ανά πάσα στιγμή στο μέλλον τη γραπτή διαβίβαση των πληροφοριών.
δ) η τυχόν κατανομή των εξόδων που συνεπάγεται η διαβίβαση των πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα καθορίζεται από τον εκδότη, σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου.

2. Για το σκοπό της διαβίβασης πληροφοριών στους κατόχους χρεωστικών τίτλων σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 4 του προηγούμενου άρθρου, επιτρέπεται η χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών μέσων από τους εκδότες, υπό την προϋπόθεση ότι η σχετική απόφαση για τη χρήση των ως άνω μέσων λαμβάνεται σε γενική συνέλευση και πληροί κατ’ ελάχιστον τους ακόλουθους όρους:

α) η χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών μέσων δεν εξαρτάται κατά κανένα τρόπο από τον τόπο της έδρας ή της κατοικίας του κατόχου χρεωστικών τίτλων ή του πληρεξουσίου που εκπροσωπεί τον εν λόγω κάτοχο χρεωστικών τίτλων.
β) υιοθετείται μηχανισμός αναγνώρισης ώστε οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων να λαμβάνουν ουσιαστική ενημέρωση.
γ) οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων καλούνται να συναινέσουν εγγράφως σχετικά με τη χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών μέσων για τη διαβίβαση πληροφοριών. Αν δεν αντιταχθούν εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 14 ημερών, τεκμαίρεται η συναίνεσή τους. σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από τη ρητή ή σιωπηρή παροχή συναίνεσης, δύνανται να ζητήσουν ανά πάσα στιγμή στο μέλλον τη γραπτή διαβίβαση των πληροφοριών.
δ) η τυχόν κατανομή των εξόδων που συνεπάγεται η διαβίβαση των πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα καθορίζεται από τον εκδότη, σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου.

3. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να εξειδικεύονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των προηγούμενων παραγράφων λαμβανομένων υπόψη των εξελίξεων των τεχνολογιών της πληροφορικής και επικοινωνίας, σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΡΥΘΜΙΖΟΜΕΝΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

¶ρθρο 19
Ενημέρωση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς


1. Όταν εκδότης ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που έχει ζητήσει, χωρίς τη συναίνεση του εκδότη, την εισαγωγή των κινητών αξιών του προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά δημοσιοποιεί ρυθμιζόμενες πληροφορίες, υποβάλλει ταυτόχρονα τις πληροφορίες αυτές στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να δημοσιεύει τις πληροφορίες αυτές στην ιστοσελίδα της εφόσον τούτο επιβάλλεται για την προστασία της αγοράς ή την προστασία των επενδυτών.
2. Όταν εκδότης προτίθεται να τροποποιήσει τη συστατική πράξη ή το καταστατικό του, ανακοινώνει το σχέδιο τροποποίησης στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, καθώς και στην οργανωμένη αγορά στην οποία έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση οι κινητές του αξίες. Η ανακοίνωση αυτή πραγματοποιείται χωρίς υπαίτια βραδύτητα και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο κατά την ημερομηνία σύγκλησης της γενικής συνέλευσης που συνέρχεται για να ψηφίσει ή να ενημερωθεί σχετικά με την προτεινόμενη τροποποίηση.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται προκειμένου για τις πληροφορίες οι οποίες δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 13 του ν. 3340/2005 ή με την παράγραφο 3 του άρθρου 14 του παρόντος νόμου.
4. Τα πρόσωπα των άρθρων 9 έως 13 υποβάλλουν ταυτόχρονα στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τις πληροφορίες που υποχρεούνται να διαβιβάζουν στον εκδότη σύμφωνα με τα άρθρα 9 έως 14. Η υποχρέωση του προηγούμενου εδαφίου είναι αυτοτελής σε σχέση με την υποχρέωση που προβλέπει η παράγραφος 3 του άρθρου 14.
5. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα, δύναται να προσδιορίζεται, στο πλαίσιο εφαρμογής των παραγράφων 1, 2 και 4, η διαδικασία σύμφωνα με την οποία ο εκδότης, ο μέτοχος ή κάτοχος άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων ή πρόσωπο του άρθρου 10, υποβάλλει τις ενημερώσεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και τις ρυθμιζόμενες πληροφορίες στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, έτσι ώστε:

α) να καθίσταται δυνατή η υποβολή πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα στην Ελλάδα, και
β) να συντονίζεται η υποβολή της ετήσιας οικονομικής έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 4 του παρόντος νόμου με την υποβολή των ετήσιων πληροφοριακών στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 10 του ν. 3401/2005.

 

 

¶ρθρο 20
Γλώσσα δημοσιοποίησης πληροφοριών


1. Σε περίπτωση κινητών αξιών εκδότη του οποίου:

α) το κράτος μέλος καταγωγής είναι η Ελλάδα και
β) οι κινητές αυτές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά στην Ελλάδα, οι ρυθμιζόμενες πληροφορίες δημοσιοποιούνται στην ελληνική γλώσσα.

2. Σε περίπτωση κινητών αξιών εκδότη του οποίου το κράτος μέλος καταγωγής είναι η Ελλάδα και οι κινητές αυτές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά στην Ελλάδα και σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη υποδοχής, οι ρυθμιζόμενες πληροφορίες δημοσιοποιούνται ταυτόχρονα:

α) στην ελληνική γλώσσα και
β) κατ’ επιλογή του εκδότη,

αα) είτε σε γλώσσα αποδεκτή από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής,
ββ) είτε σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα.

2α. Σε περίπτωση κινητών αξιών εκδότη τρίτης χώρας του οποίου το κράτος μέλος καταγωγής είναι η Ελλάδα οι ρυθμιζόμενες πληροφορίες μπορεί να δημοσιεύονται, κατά παρέκκλιση της περίπτωσης (β) της παραγράφου 1 ή της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2, κατ' επιλογή του εκδότη, σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα.

3. Σε περίπτωση κινητών αξιών εκδότη του οποίου το κράτος μέλος καταγωγής είναι η Ελλάδα και οι κινητές αυτές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη υποδοχής, εκτός της Ελλάδας, οι ρυθμιζόμενες πληροφορίες δημοσιοποιούνται κατ’ επιλογή του εκδότη:

α) είτε σε γλώσσα που είναι αποδεκτή από τις αρμόδιες αρχές των εν λόγω κρατών μελών υποδοχής,
β) είτε σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα.

4. Σε περίπτωση κινητών αξιών οι οποίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά χωρίς τη συναίνεση του εκδότη, οι υποχρεώσεις των παραγράφων 1 έως 3 δεν αφορούν στον εκδότη αλλά αποκλειστικά στο πρόσωπο το οποίο, χωρίς τη συναίνεση του εκδότη, ζήτησε την εισαγωγή αυτή.
5. Μέτοχος ή άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στα άρθρα 9 έως 11 δύναται να προβαίνει σε ενημέρωση του εκδότη σύμφωνα με τα οριζόμενα στον παρόντα νόμο μόνο σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα. Ο εκδότης που λαμβάνει ενημέρωση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο δεν υποχρεούται να προβεί σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα.
6. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 4, σε περίπτωση κινητών αξιών οι οποίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά κράτους μέλους και των οποίων η ονομαστική αξία ανά μονάδα ανέρχεται σε τουλάχιστον 50.000 ευρώ ή, στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων σε άλλο νόμισμα εκτός του ευρώ, του οποίου η αντίστοιχη ονομαστική αξία την ημερομηνία της έκδοσης είναι ισοδύναμη με 50.000 ευρώ τουλάχιστον, οι ρυθμιζόμενες πληροφορίες δημοσιοποιούνται στο επενδυτικό κοινό, κατ’ επιλογή του εκδότη ή του προσώπου το οποίο ζήτησε αυτή την εισαγωγή χωρίς τη συγκατάθεση του εκδότη:

α) είτε σε γλώσσα που είναι αποδεκτή τόσο από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς όσο και από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής ή καταγωγής κατά περίπτωση,
β) είτε σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στο διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα.

7. Στην περίπτωση προσφυγής σε δικαστική αρχή κράτους μέλους αναφορικά με το περιεχόμενο των ρυθμιζόμενων πληροφοριών, η υποχρέωση πληρωμής της δαπάνης μετάφρασης των πληροφοριών αυτών για τους σκοπούς της δικαστικής διαδικασίας αποφασίζεται σύμφωνα με το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

 

 

¶ρθρο 21
Πρόσβαση σε ρυθμιζόμενες πληροφορίες


1. Εκδότης ή πρόσωπο το οποίο ζήτησε την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά χωρίς τη συγκατάθεση του εκδότη:

α) δημοσιοποιεί τις ρυθμιζόμενες πληροφορίες κατά τρόπο που διασφαλίζει την ταχεία και χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές,
β) χρησιμοποιεί μέσα που ευλόγως θεωρούνται αξιόπιστα για την αποτελεσματική διάχυση των πληροφοριών στο επενδυτικό κοινό σε ολόκληρη την Κοινότητα και
γ) θέτει στη διάθεση του κοινού τις ρυθμιζόμενες πληροφορίες μέσω του επίσημα καθορισμένου μηχανισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 3 ή του μηχανισμού που ορίζεται με την απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με την περίπτωση (β΄) της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.

2. Ο εκδότης ή πρόσωπο το οποίο ζήτησε την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά χωρίς τη συγκατάθεση του εκδότη, στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 1 δεν υποχρεούται να χρησιμοποιεί αποκλειστικά μέσα των οποίων οι φορείς εκμετάλλευσης είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα και δεν επιβαρύνει τους επενδυτές με την ειδική δαπάνη για την παροχή των εν λόγω πληροφοριών.
3. Ως επίσημα καθορισμένος μηχανισμός κεντρικής αποθήκευσης των ρυθμιζόμενων πληροφοριών ορίζεται η εταιρία «Ελληνικά Χρηματιστήρια Α.Ε.» ή άλλο ελεγχόμενο από αυτήν νομικό πρόσωπο.
4. Ο μηχανισμός κεντρικής αποθήκευσης των ρυθμιζόμενων πληροφοριών οφείλει να πληροί σε διαρκή βάση τα παρακάτω κριτήρια και προϋποθέσεις:

α) πληροί ελάχιστα πρότυπα ποιότητας όσον αφορά την ασφάλεια, τη διασφάλιση της ταυτότητας της πηγής των πληροφοριών, τη χρονική καταγραφή της υποβολής των πληροφοριών και την εύκολη πρόσβαση στις πληροφορίες από τους τελικούς χρήστες, και
β) προσαρμόζεται προς τη διαδικασία υποβολής που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 19.

5. Ο εκδότης αναρτά σε διακριτό σημείο του διαδικτυακού του τόπου τις ρυθμιζόμενες πληροφορίες ταυτόχρονα με τη δημοσιοποίησή τους σύμφωνα με την παράγραφο 1.
6. Σε περίπτωση που η Ελλάδα συνιστά το κράτος μέλος υποδοχής ως προς εκδότη του οποίου οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί αποκλειστικά προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά στην Ελλάδα και όχι στο κράτος μέλος καταγωγής, ο εν λόγω εκδότης υποχρεούται προς συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2. Ο εν λόγω εκδότης υποβάλλει τις ρυθμιζόμενες πληροφορίες και στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 19.
7. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να:

α) καθορίζονται, στο πλαίσιο εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2, τα ελάχιστα κριτήρια και προϋποθέσεις για τη διάχυση των ρυθμιζόμενων πληροφοριών, σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα,
β) καθορίζεται και άλλος μηχανισμός κεντρικής αποθήκευσης των ρυθμιζόμενων πληροφοριών, ο οποίος οφείλει να πληροί σε διαρκή βάση τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις της παραγράφου 4,
γ) προσδιορίζονται, στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 4, τα ελάχιστα κριτήρια και προϋποθέσεις που οφείλει να πληροί ο μηχανισμός κεντρικής αποθήκευσης, σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα,
δ) καταρτίζει και να επικαιροποιεί στο πλαίσιο εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2, κατάλογο των μέσων διάχυσης των ρυθμιζόμενων πληροφοριών στο επενδυτικό κοινό.

8. Ο εκδότης ή το πρόσωπο που ζήτησε την εισαγωγή κινητών αξιών σε οργανωμένη αγορά χωρίς τη συγκατάθεση του εκδότη, δημοσιεύει και σε μία ή περισσότερες εφημερίδες εθνικής και μεγάλης κυκλοφορίας τα στοιχεία και τις πληροφορίες που προβλέπονται στην απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με την περίπτωση (α΄) της παραγράφου 5 του άρθρου 6, καθώς και την τυχόν ανακοίνωση που προβλέπεται στο άρθρο 7.
9. Οι πληροφορίες που εκδότης υποχρεούται να θέσει στη διάθεση του κοινού σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 του ν. 3371/2005 δημοσιοποιούνται κατά τις διατάξεις των άρθρων 19 έως 21 του παρόντος νόμου, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα συνιστά το κράτος μέλος καταγωγής των εν λόγω εκδοτών. Το ίδιο ισχύει και για όλες τις δημοσιεύσεις που προβλέπεται να γίνονται σύμφωνα με το άρθρο 18 του ν. 3371/2005, το οποίο καταργείται με την περίπτωση (γ΄) της παραγράφου 1 του άρθρου 33 του παρόντος, εξαιρουμένων των δημοσιεύσεων που γίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 33 του παρόντος.

 

 

¶ρθρο 22
Τρίτες χώρες


1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 7 του άρθρου 27, εκδότης με καταστατική έδρα σε τρίτη χώρα απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 4 έως 7, στην παράγραφο 5 του άρθρου 9, στην παράγραφο 3 του άρθρου 14 και στα άρθρα 15 έως 18 υπό την προϋπόθεση ότι:

α) είτε το δίκαιο της εν λόγω τρίτης χώρας προβλέπει τουλάχιστον ισοδύναμες υποχρεώσεις,
β) είτε ο εν λόγω εκδότης πληροί τις υποχρεώσεις του δικαίου άλλης τρίτης χώρας, εφόσον αξιολογούνται ως ισοδύναμες από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

Οι πληροφορίες που καλύπτονται από τις υποχρεώσεις, τις οποίες προβλέπει η τρίτη χώρα, υποβάλλονται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με το άρθρο 19 και δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21.
2. Πληροφορίες που δημοσιοποιούνται σε τρίτη χώρα και οι οποίες θα μπορούσαν να είναι σημαντικές για το επενδυτικό κοινό στην Κοινότητα, δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21, ακόμα και αν οι πληροφορίες αυτές δεν είναι ρυθμιζόμενες κατά την έννοια του σημείου  ιστ) της παραγράφου 1 του άρθρου 3.
3. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται, σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα:

α) στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 1:

αα) να καθορίζεται μηχανισμός ώστε να διασφαλίζεται η ισοδυναμία των πληροφοριών που απαιτούνται δυνάμει του παρόντος νόμου, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών καταστάσεων σε σχέση με εκείνες τις πληροφορίες, οι οποίες απαιτούνται βάσει των νομοθετικών ή διοικητικών ρυθμίσεων μιας τρίτης χώρας και
ββ) να προσδιορίζονται οι προϋποθέσεις τις οποίες οφείλει να πληροί το θεσμικό πλαίσιο τρίτης χώρας προκειμένου να διασφαλισθεί η ισοδυναμία των απαιτήσεων πληροφόρησης κατά τα οριζόμενα στον παρόντα νόμο,

β) να καθορίζεται, στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 2, το είδος των πληροφοριών που δημοσιοποιούνται σε τρίτη χώρα και οι οποίες είναι σημαντικές για το επενδυτικό κοινό στην Κοινότητα.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ, ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ, ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΕΠΟΠΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ, ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ


¶ρθρο 23
Αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς


1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι η αρμόδια αρχή για την τήρηση των υποχρεώσεων και την εν γένει εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου.
2. Στο πλαίσιο εποπτείας εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με την επιφύλαξη αρμοδιοτήτων και εξουσιών που απορρέουν από άλλες διατάξεις να:

α) απαιτεί από τους ελεγκτές, τους εκδότες, τις επιχειρήσεις που ελέγχονται από τους εκδότες, τους κατόχους μετοχών και άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, ή από τα πρόσωπα που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11, καθώς και από τα πρόσωπα που τα ελέγχουν ή ελέγχονται από αυτά, να παρέχουν πληροφορίες και έγγραφα, μη δυνάμενα να επικαλεσθούν επαγγελματικό ή άλλο απόρρητο.
β) απαιτεί από τον εκδότη να δημοσιοποιεί πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο (α) με τη μορφή τα μέσα και εντός των προθεσμιών που ορίζει. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται, κατόπιν ακρόασης του εκδότη, να δημοσιεύσει τις πληροφορίες αυτές με δική της πρωτοβουλία στην περίπτωση που ο εκδότης ή τα πρόσωπα που τον ελέγχουν ή ελέγχονται από αυτόν δεν το πράττουν.
γ) απαιτεί από τα διευθυντικά στελέχη των εκδοτών και των κατόχων μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων ή των πρόσωπων που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11 να παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει του παρόντος νόμου και, εάν είναι αναγκαίο, να προσκομίζουν περαιτέρω πληροφορίες και έγγραφα.
δ) να ζητά από τη σχετική οργανωμένη αγορά να αναστείλει τη διαπραγμάτευση κινητών αξιών για μέγιστο διάστημα δέκα (10) ημερών, εφόσον κρίνει ότι υπάρχουν βάσιμοι λόγοι υποψίας ότι παραβιάσθηκαν από τον εκδότη οι διατάξεις του παρόντος νόμου και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του. Ο εκδότης οφείλει να εκθέσει τις απόψεις του προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και να άρει τις τυχόν παραβάσεις εντός πέντε (5) ημερών από την επίδοση της σχετικής απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Σε περίπτωση που μετά την παρέλευση της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει ότι δεν διασφαλίζεται ή απειλείται προσωρινά η ομαλή λειτουργία της αγοράς ή επιβάλλεται για λόγους προστασίας των επενδυτών, δύναται να ζητήσει από την οργανωμένη αγορά την αναστολή της διαπραγμάτευσης των κινητών αξιών του εκδότη σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 17 του ν. 3371/2005 μέχρι να διαπιστώσει την άρση των παραβάσεων.
ε) εποπτεύει κατά πόσο ο εκδότης δημοσιοποιεί έγκαιρα πληροφορίες, με σκοπό να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική και ισότιμη πρόσβαση του κοινού σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία οι κινητές αξίες αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης και να λαμβάνει κατάλληλα μέτρα στις περιπτώσεις που αυτό δεν συμβαίνει.
στ) δημοσιοποιεί το γεγονός ότι ένας εκδότης, μέτοχος ή κάτοχος άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, καθώς και ένα πρόσωπο που αναφέρεται στα άρθρα 10 και 11, δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους.
ζ) πραγματοποιεί, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 22 του ν. 3340/2005, ελέγχους στην επικράτειά της προκειμένου να εποπτεύσει τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
η) εξετάζει κατά πόσο η πληροφόρηση που αναφέρεται στον παρόντα νόμο συντάσσεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα και επιβάλλει τις προβλεπόμενες κυρώσεις σε περίπτωση που ανακαλύπτει παραβάσεις. Στην αρμοδιότητα της περίπτωσης αυτής περιλαμβάνεται και η εξέταση της ετήσιας οικονομικής έκθεσης του άρθρου 4 χωρίς αυτό να επηρεάζει τις αρμοδιότητες του Υπουργού Ανάπτυξης.

3. Οι έλεγχοι που διενεργούνται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου είναι δειγματοληπτικοί.

 

 

¶ρθρο 24
Επαγγελματικό απόρρητο - Συνεργασία μεταξύ εποπτικών αρχών


1. Σε ό,τι αφορά την τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου για πληροφορίες που λαμβάνει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς βάσει του παρόντος νόμου, ισχύει η διάταξη της παραγράφου 13 του άρθρου 76 του ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α΄).

2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς συνεργάζεται, εφόσον απαιτείται, με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών για την εκπλήρωση των καθηκόντων της και την άσκηση των εξουσιών της, κατά τα οριζόμενα στον παρόντα νόμο. Εφόσον ζητηθεί, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς συνδράμει τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών.
3. Η παράγραφος 1 δεν παρεμποδίζει την ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών. Οι πληροφορίες που λαμβάνει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, στο πλαίσιο εφαρμογής του προηγούμενου εδαφίου, καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απόρρητου, σύμφωνα με την παράγραφο 1.
4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να συνάπτει συμφωνίες συνεργασίας που να προβλέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές ή με φορείς τρίτων χωρών στις οποίες οι οικείες νομοθεσίες έχουν αναθέσει την εκτέλεση οποιουδήποτε από τα καθήκοντα ή εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο. Η παραπάνω ανταλλαγή πληροφοριών υπόκειται σε εγγυήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς παρέχει πληροφορίες προς τις αρμόδιες αρχές ή φορείς τρίτων χωρών σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, εφόσον και στο βαθμό που οι πληροφορίες αυτές αποσκοπούν αποκλειστικά στην εκτέλεση των εποπτικών αρμοδιοτήτων τους. Εφόσον οι πληροφορίες προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν τις δημοσιοποιεί, χωρίς τη ρητή συναίνεση των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους που τις παραχώρησαν. Στην περίπτωση παροχής τέτοιας συναίνεσης, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να δημοσιοποιεί τις πληροφορίες αποκλειστικά για τους σκοπούς για τους οποίους οι εν λόγω αρχές έδωσαν τη συναίνεσή τους.
5. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών για την εκπόνηση κατάλληλων κατευθυντήριων γραμμών με σκοπό την περαιτέρω διευκόλυνση της πρόσβασης του κοινού στις πληροφορίες που δημοσιοποιούνται βάσει των Οδηγιών 2003/6/ΕΚ, 2003/71/ΕΚ και 2004/109/ΕΚ. Στόχος των κατευθυντήριων γραμμών είναι η δημιουργία:

α) ενός ηλεκτρονικού δικτύου που θα συσταθεί σε εθνικό επίπεδο μεταξύ των εθνικών εποπτικών αρχών των αγορών κινητών αξιών, των διαχειριστών των οργανωμένων αγορών και των εθνικών μητρώων εταιριών που καλύπτονται από την πρώτη Οδηγία 68/151/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 1968, και
β) ενός ενιαίου ηλεκτρονικού δικτύου ή μιας κοινής βάσης ηλεκτρονικών δικτύων, μεταξύ των κρατών μελών.

 

 

¶ρθρο 25

Προληπτικά μέτρα


1. Σε περίπτωση που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, υπό την ιδιότητά της ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, διαπιστώσει ότι είτε εκδότης είτε μέτοχος ή κάτοχος άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων ή πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 10 έχει παραβεί τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο νόμο αυτόν, αναφέρει τα ευρήματά της στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.
2. Εάν εκδότης ή κάτοχος κινητών αξιών εξακολουθεί να παραβιάζει τις σχετικές νομοθετικές ή διοικητικές ρυθμίσεις, παρά τα ληφθέντα μέτρα εκ μέρους της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους καταγωγής ή λόγω ακαταλληλότητας των μέτρων αυτών, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, υπό την ιδιότητα της προηγούμενης παραγράφου και αφού ενημερώσει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, υιοθετεί, λαμβάνοντας υπόψη την παράγραφο 2 του άρθρου 3 της Οδηγίας 2004/109/ΕΚ, μέτρα για την προστασία του επενδυτικού κοινού. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το συντομότερο δυνατόν για τα μέτρα αυτά.

 

 

¶ρθρο 26

Κυρώσεις


1. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση του νόμου αυτού η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να επιβάλλει επίπληξη ή πρόστιμο ύψους μέχρι 1.000.000 ευρώ. Κατά την επιμέτρηση των προστίμων λαμβάνονται ενδεικτικά υπόψη η επίπτωση της παράβασης στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και στη διάχυση ορθής και έγκυρης πληροφόρησης στο επενδυτικό κοινό, ο βαθμός συνεργασίας με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά το στάδιο διερεύνησης και ελέγχου .έρευνας από την τελευταία, οι ανάγκες της ειδικής και γενικής πρόληψης, η τυχόν καθ’ υποτροπή τέλεση παραβάσεων του παρόντος νόμου και η τέλεση παραβάσεων της λοιπής νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά.
2. Οι κυρώσεις της παραγράφου 1 για τις παραβάσεις των υποχρεώσεων που προβλέπονται στα άρθρα 4 έως 7 και 15 έως 21 δύνανται να επιβάλλονται αυτοτελώς στον εκδότη, στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, στα διευθυντικά στελέχη του εκδότη, στον εσωτερικό ελεγκτή και στους εξωτερικούς ελεγκτές.
3. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, ανεξάρτητα από την επιβολή κυρώσεων του παρόντος άρθρου, να αποφασίσει τη διαγραφή κινητών αξιών, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 17 του ν. 3371/2005.
4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει πρόστιμο ύψους από 3.000 έως 500.000 ευρώ σε όποιον:

α) παρακωλύει με οποιονδήποτε τρόπο την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος νόμου, ή
β) αρνείται ή παρακωλύει την παροχή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 23 πληροφοριών ή εγγράφων ή παρέχει εν γνώσει του ψευδείς πληροφορίες ή αποκρύπτει αληθείς πληροφορίες.

5. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κοινοποιεί στην Τράπεζα της Ελλάδος κάθε πρόστιμο που επιβάλλει βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου σε πιστωτικό ίδρυμα, σε απασχολούμενα σε πιστωτικό ίδρυμα πρόσωπα ή σε ελεγκτές πιστωτικού ιδρύματος.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ, ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ


¶ρθρο 27

Μεταβατικές διατάξεις


1. Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, εκδότες που αναφέρονται στο άρθρο 9 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 απαλλάσσονται από την υποχρέωση δημοσιοποίησης των οικονομικών καταστάσεων δυνάμει του εν λόγω Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002, για την οικονομική χρήση που αρχίζει την ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2006.
2. Το αργότερο τρεις (3) μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, κάθε μέτοχος ενημερώνει τον εκδότη για το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου και του κεφαλαίου που κατέχει στον εν λόγω εκδότη, σύμφωνα με τα άρθρα 9, 10 και 11, εκτός εάν έχει ήδη προβεί, πριν την ημερομηνία αυτή, σε ανάλογη ενημέρωση η οποία περιλαμβάνει ισοδύναμες πληροφορίες. Η υποχρέωση του προηγούμενου εδαφίου ισχύει ανεξάρτητα από την εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 14.
3. Κάθε εκδότης δημοσιοποιεί με τη σειρά του τις πληροφορίες που έχει λάβει δια μέσου της ενημέρωσης της προηγούμενης παραγράφου το αργότερο εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
Η υποχρέωση του προηγούμενου εδαφίου ισχύει ανεξάρτητα από την εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 14.
4. Εκδότης που έχει συσταθεί σε τρίτη χώρα εξαιρείται από την υποχρέωση κατάρτισης των οικονομικών καταστάσεων βάσει των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 4 και της έκθεσης του διοικητικού του συμβουλίου βάσει της παραγράφου 6 του άρθρου 4 μόνο, όμως, ως προς χρεωστικούς τίτλους του που ήδη έχουν γίνει δεκτοί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά της Κοινότητας πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 και για όσο καιρό:

α) η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποδέχεται ότι οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις των εκδοτών που προέρχονται από συγκεκριμένη τρίτη χώρα απεικονίζουν κατά τρόπο αληθή το ενεργητικό και παθητικό, την οικονομική κατάσταση και τα αποτελέσματα του εκδότη, και
β) η τρίτη χώρα στην οποία ο εκδότης έχει συσταθεί δεν έχει καταστήσει υποχρεωτική την εφαρμογή των αναφερομένων στο άρθρο 2 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 διεθνών λογιστικών προτύπων, και
γ) η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει λάβει καμία απόφαση δυνάμει του στοιχείου (ii) της παραγράφου 4 του άρθρου 23 της Οδηγίας 2004/109/ΕΚ ως προς το αν υπάρχει ή όχι ισοδυναμία μεταξύ, αφενός, των προαναφερθέντων λογιστικών προτύπων και αφετέρου:

αα) των λογιστικών προτύπων που ορίζουν οι νομοθετικές ή διοικητικές ρυθμίσεις της τρίτης χώρας στην οποία ο εκδότης έχει συσταθεί ή
ββ) των λογιστικών προτύπων τρίτης χώρας που ο εκδότης επέλεξε να εφαρμόζει.

5. Εκδότης απαλλάσσεται, μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2015, από την υποχρέωση δημοσιοποίησης εξαμηνιαίας οικονομικής έκθεσης δυνάμει του άρθρου 5 και από την υποχρέωση δημοσιοποίησης τριμηνιαίων οικονομικών καταστάσεων δυνάμει του άρθρου 6 μόνο, όμως, ως προς χρεωστικούς τίτλους του που έχουν ήδη γίνει δεκτοί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά της Κοινότητας πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 και υπό την προϋπόθεση ότι έχει επιτραπεί ως προς τον εν λόγω εκδότη η εφαρμογή του άρθρου 27 της Οδηγίας 2001/34/ΕΚ κατά τη χρονική στιγμή της εισαγωγής των εν λόγω χρεωστικών τίτλων.
6. Το άρθρο 5 του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζεται σε εκδότες που είχαν ήδη συσταθεί σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο κατά την 31.12.2003 και οι οποίοι:

α) εκδίδουν αποκλειστικά χρεωστικούς τίτλους σε οργανωμένη αγορά και
β) οι εν λόγω χρεωστικοί τίτλοι καλύπτονται από ανέκκλητη και χωρίς αιρέσεις εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου ή οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης του Ελληνικού Κράτους.

7. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1 του άρθρου22 του παρόντος νόμου, εκδότης με καταστατική έδρα σε τρίτη χώρα απαλλάσσεται από την υποχρέωση κατάρτισης οικονομικών καταστάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 4 ή 5 πριν από την οικονομική χρήση που αρχίζει εντός του έτους 2007, υπό την προϋπόθεση ότι ο εν λόγω εκδότης καταρτίζει τις οικονομικές καταστάσεις του σύμφωνα με τις διεθνώς αποδεκτές προδιαγραφές που αναφέρονται στο άρθρο 9 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.

 

 

¶ρθρο 28
Τροποποιήσεις και συμπληρώσεις του ν. 3283/2004


1. Οι παράγραφοι 8 και 9 του άρθρου 12 του ν. 3283/2004 ενοποιούνται σε μία παράγραφο και αντικαθίστανται ως εξής:

«8. Η διαφήμιση του αμοιβαίου κεφαλαίου και η διάθεση των μεριδίων του επιτρέπεται μετά την παροχή της άδειας σύστασής του και με την προϋπόθεση της υποβολής στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της βεβαίωσης του θεματοφύλακα που αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου. Η διαφήμιση του αμοιβαίου κεφαλαίου θα αναφέρει και τον αριθμό της άδειας σύστασής του.»

2. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 3283/2004 αντικαθίσταται ως εξής:

«Για την τροποποίηση του κανονισμού του αμοιβαίου κεφαλαίου απαιτείται άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.»

3. Το άρθρο 14 του ν. 3283/2004 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Το ενεργητικό του αμοιβαίου κεφαλαίου διαιρείται σε ίσης αξίας ονομαστικά μερίδια ή, εφόσον τα μερίδια του αμοιβαίου κεφαλαίου δεν είναι εισηγμένα σε οργανωμένη αγορά σύμφωνα με το άρθρο 24α του παρόντος νόμου, και σε ονομαστικά κλάσματα μεριδίου.
2. Η συμμετοχή στο αμοιβαίο κεφάλαιο αποδεικνύεται με την καταχώρηση των αντίστοιχων μεριδίων και των στοιχείων του δικαιούχου ή των δικαιούχων τους σε ειδικό ηλεκτρονικό αρχείο της Α.Ε.Δ.Α.Κ. ή, εφόσον τα μερίδια του αμοιβαίου κεφαλαίου είναι εισηγμένα σε οργανωμένη αγορά σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 24α, με την καταχώρηση των μεριδίων και των στοιχείων των δικαιούχων στο Σύστημα ¶υλων Τίτλων, σύμφωνα με τον Κανονισμό Λειτουργίας Συστήματος ¶υλων Τίτλων από το Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών. Η τήρηση του ειδικού ηλεκτρονικού αρχείου του προηγούμενου εδαφίου, εφόσον τα μερίδια δεν είναι εισηγμένα σε οργανωμένη αγορά, μπορεί να ανατεθεί από την Α.Ε.Δ.Α.Κ. σε τρίτο, με την τήρηση των διατάξεων του άρθρου 7.
3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 24α παράγραφος 1 για τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων που έχουν εισαχθεί σε οργανωμένη αγορά, η συμβατική μεταβίβαση μεριδίων επιτρέπεται μόνο μεταξύ συζύγων και συγγενών πρώτου και δεύτερου βαθμού. Η μεταβίβαση καταχωρείται στο ειδικό αρχείο της παραγράφου 2 που τηρεί η Α.Ε.Δ.Α.Κ. ή το Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών κατά περίπτωση.
4. Η σύσταση ενεχύρου επί μεριδίου προϋποθέτει σχετική καταχώρηση της πράξης στο ειδικό αρχείο της παραγράφου 2 που τηρεί η Α.Ε.Δ.Α.Κ. ή το Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών κατά περίπτωση. Η ικανοποίηση του δικαιώματος του ενεχυρούχου δανειστή διενεργείται είτε με αίτησή του προς την Α.Ε.Δ.Α.Κ. για εξαγορά των μεριδίων, οπότε εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 3 του α.ν. 1818/1951, όπως ισχύει και των άρθρων 1244 επ. του Αστικού Κώδικα, είτε, για τα αμοιβαία κεφάλαια του άρθρου 24α παράγραφος 3, σύμφωνα με τις διατάξεις για την αναγκαστική εκτέλεση που εφαρμόζονται επί μετοχών εισηγμένων σε οργανωμένη αγορά.
5. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να ορίζει, με σχετική απόφασή της, τα ειδικότερα στοιχεία που περιλαμβάνουν οι καταχωρήσεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου.
6. Οι διατάξεις του ν. 5638/1932 «περί καταθέσεως εις κοινόν λογαριασμόν» εφαρμόζονται ανάλογα και στα μερίδια αμοιβαίου κεφαλαίου.»

4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 16 του ν. 3283/2004 αντικαθίσταται ως εξής:

«Για το σκοπό αυτόν, ο μεριδιούχος υποβάλλει γραπτή αίτηση στην Α.Ε.Δ.Α.Κ..»

5. Το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 16 του ν. 3283/2004 αντικαθίστανται ως εξής:

«Η τιμή αυτή προσδιορίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 20, με βάση την αξία του μεριδίου του αμοιβαίου κεφαλαίου της ημέρας του προηγούμενου εδαφίου. Η αξία των μεριδίων του αμοιβαίου κεφαλαίου που εξαγοράζονται, καταβάλλεται μέσα σε πέντε  5) ημέρες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης εξαγοράς, σε μετρητά, ή, εφόσον πρόκειται για αμοιβαία κεφάλαια της παραγράφου 1 του άρθρου 24α, σε κινητές αξίες, κατά την αναλογία του δείκτη ή των δεικτών που αναπαράγει ή παρακολουθεί το αμοιβαίο κεφάλαιο ή σε μετρητά. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να ρυθμίζει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με τις μεταβιβάσεις κινητών αξιών που προβλέπονται στο προηγούμενο εδάφιο.»

6. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 17 του ν. 3283/2004, προστίθεται νέο τελευταίο εδάφιο, το οποίο έχει ως εξής:

«Σε περίπτωση κατά την οποία το απορροφών ή το νέο αμοιβαίο κεφάλαιο είναι της παραγράφου 1 του άρθρου 24α, η τακτοποίηση τυχόν υπερβάσεων των επενδυτικών ορίων που ισχύουν για αυτό το αμοιβαίο κεφάλαιο, θα πρέπει να ολοκληρωθεί το αργότερο στην ημερομηνία κατά την οποία τα μερίδια του αμοιβαίου κεφαλαίου θα είναι διαπραγματεύσιμα στην οργανωμένη αγορά.»

7. Μετά το άρθρο 24 του ν. 3283/2004 προστίθεται άρθρο 24α ως εξής:

«¶ρθρο 24α


1. Επιτρέπεται, ύστερα από αίτηση της Α.Ε.Δ.Α.Κ., η εισαγωγή για διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά που λειτουργεί στην Ελλάδα των μεριδίων αμοιβαίου κεφαλαίου της παραγράφου 1 του άρθρου 24, καθώς και των μεριδίων αμοιβαίου κεφαλαίου που αναπαράγει χρηματιστηριακό δείκτη και έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ. Η απόφαση για την εισαγωγή των μεριδίων προϋποθέτει τον ορισμό ενός τουλάχιστον ειδικού διαπραγματευτή, η δε έναρξη διαπραγμάτευσής τους προϋποθέτει και την ολοσχερή κατάθεση των στοιχείων του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου σε κινητές αξίες σύμφωνα με τη σύνθεση του δείκτη, στον θεματοφύλακα.
2. Με την εξαγορά των μεριδίων του αμοιβαίου κεφαλαίου της παραγράφου 1 εξομοιώνονται οι ενέργειες της Α.Ε.Δ.Α.Κ., ώστε να μην αποκλίνει η χρηματιστηριακή τιμή των μεριδίων του από την καθαρή αξία του ενεργητικού του, σε ποσοστό που ορίζεται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με απόφασή της να καθορίζει τα στοιχεία που υποβάλλονται για την παροχή άδειας σύστασης των αμοιβαίων κεφαλαίων της παραγράφου 1 του άρθρου 24, των οποίων τα μερίδια εισάγονται προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, επιπλέον εκείνων που μνημονεύονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 12.
4. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να καθορίζονται:

α) οι όροι και οι προϋποθέσεις εισαγωγής, καταχώρησης και διαπραγμάτευσης των μεριδίων στην οργανωμένη αγορά, τα σχετικά με την εκκαθάριση των συναλλαγών με αντικείμενο αυτά τα μερίδια, καθώς και τις προϋποθέσεις αναστολής και διαγραφής τους,

β) οι υποχρεώσεις που βαρύνουν την Α.Ε.Δ.Α.Κ. λόγω της εισαγωγής και διαπραγμάτευσης των μεριδίων, στις οποίες περιλαμβάνεται και ο ορισμός ενός τουλάχιστον ειδικού διαπραγματευτή και οι όροι της μεταξύ τους σύμβασης,

γ) τα πρόσθετα στοιχεία που θα περιέχει ο κανονισμός, το πλήρες και απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο, οι εκθέσεις και οι καταστάσεις τους,

δ) τεχνικά θέματα ή λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παραγράφου 2, σχετικά με τις ενέργειες με τις οποίες θα επιδιώκεται η χρηματιστηριακή τιμή των μεριδίων του αμοιβαίου κεφαλαίου να μην αποκλίνει από την καθαρή αξία του ενεργητικού του, πάνω από το προβλεπόμενο όριο, ιδίως για την ενημέρωση του επενδυτικού κοινού και

ε) κάθε άλλο σχετικό ζήτημα ή άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, σχετικά με τη λειτουργία αυτών των αμοιβαίων κεφαλαίων.

5. Στον Κανονισμό της οργανωμένης αγοράς, που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 3152/2003, ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την εισαγωγή και τη διαπραγμάτευση των μεριδίων των αμοιβαίων κεφαλαίων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένων και θεμάτων σχετικά με τις υποχρεώσεις του ειδικού διαπραγματευτή. Στον Κανονισμό Εκκαθάρισης των χρηματιστηριακών συναλλαγών ρυθμίζονται επίσης θέματα σχετικά με την εκκαθάριση των συναλλαγών με αντικείμενο μερίδια των αμοιβαίων κεφαλαίων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.»

 

 

¶ρθρο 29
Πολυμερής Μηχανισμός Διαπραγμάτευσης


1. Επιτρέπεται η λειτουργία Πολυμερούς Μηχανισμού Διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) που τελεί υπό τη διαχείριση χρηματιστηρίου κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 3152/2003, με σκοπό την κατάρτιση συναλλαγών για την αγορά και πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων τα οποία αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε αυτόν. Η κατάρτιση των συναλλαγών αυτών, που είναι χρηματιστηριακές κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του ν. 3632/1928, της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ν. 1806/1988 και της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 2579/1998, διενεργείται σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας του ΠΜΔ που ορίζει ο διαχειριστής του.
2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εγκρίνει τη λειτουργία του ΠΜΔ αφού διαπιστώσει ότι ο διαχειριστής του έχει καταρτίσει κανόνες λειτουργίας με το ελάχιστο περιεχόμενο που προβλέπεται στην επόμενη παράγραφο και διαθέτει αποτελεσματικούς μηχανισμούς και διαδικασίες:

α) για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τους κανόνες λειτουργίας του των προσώπων που καταρτίζουν συναλλαγές στον ΠΜΔ, καθώς και των εταιριών των οποίων κινητές αξίες αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ΠΜΔ,
β) για την παρακολούθηση των συναλλαγών που διενεργούνται στον ΠΜΔ και
γ) για τον εντοπισμό τυχόν παραβάσεων των κανόνων λειτουργίας του από πρόσωπα που καταρτίζουν συναλλαγές ή από εταιρίες των οποίων κινητές αξίες αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ΠΜΔ και τον εντοπισμό τυχόν μη ομαλών συνθηκών διαπραγμάτευσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ΠΜΔ.

3. Με τους κανόνες λειτουργίας που καταρτίζει ο διαχειριστής του ΠΜΔ ρυθμίζονται θέματα σχετικά:

α) με την οργάνωση και λειτουργία του ΠΜΔ,
β) τη διαδικασία και τους όρους και προϋποθέσεις υπό τις οποίες κινητές αξίες μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ΠΜΔ κατόπιν αιτήσεως του εκδότη τους,
γ) τη διαδικασία και τους όρους και προϋποθέσεις υπό τις οποίες χρηματοπιστωτικά μέσα που δεν είναι κινητές αξίες μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ΠΜΔ,
δ) προκειμένου για κινητές αξίες την αναγκαία διασπορά τους στο ευρύ κοινό,
ε) τις υποχρεώσεις των εταιριών με κινητές αξίες οι οποίες αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ΠΜΔ, ιδίως όσον αφορά τον τρόπο και χρόνο παροχής τακτικής και έκτακτης πληροφόρησης,
στ) τη θέσπιση κατηγοριών διαπραγμάτευσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ΠΜΔ και τις περιπτώσεις μεταφοράς τους σε άλλη κατηγορία,
ζ) την πραγματοποίηση εταιρικών πράξεων των εταιριών με κινητές αξίες οι οποίες αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ΠΜΔ,
η) την παρακολούθηση των συναλλαγών επί των χρηματοπιστωτικών μέσων και της μεταβολής των ποσοστών των βασικών μετόχων των εταιρειών, των οποίων μετοχές αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ΠΜΔ,
θ) την προσωρινή διακοπή διαπραγμάτευσης των χρηματοπιστωτικών μέσων κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης,
ι) την αναστολή διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικών μέσων και τις προϋποθέσεις επαναδιαπραγμάτευσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που ήταν σε αναστολή, καθώς και τη διαγραφή τους,
ια) τα κριτήρια και τις γενικές κατευθύνσεις για τον καθορισμό των δικαιωμάτων εγγραφής, των πάσης φύσεως δικαιωμάτων και της περιοδικής συνδρομής των εταιριών, των οποίων οι κινητές αξίες αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ΠΜΔ,
ιβ) την οργάνωση των συναλλαγών,
ιγ) τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης,
ιδ) τα τεχνικής φύσεως θέματα για την κατάρτιση των χρηματιστηριακών συμβάσεων και τον τρόπο υπολογισμού της τιμής κλεισίματος,
ιε) τη διαπραγμάτευση των χρηματοπιστωτικών μέσων,
ιστ) τους όρους διενέργειας συναλλαγών στον ΠΜΔ και τα πρόσωπα που δύνανται να καταρτίζουν συναλλαγές σε αυτόν, καθώς και τις συνέπειες της παραβιάσεως των ρυθμίσεων των κανόνων λειτουργίας του ΠΜΔ,
ιζ) τους μηχανισμούς εκκαθάρισης και διακανονισμού, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία.

4. Οι κανόνες λειτουργίας του ΠΜΔ γνωστοποιούνται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και δημοσιεύονται σε ηλεκτρονική μορφή στην ιστοσελίδα του διαχειριστή του. Από τη δημοσίευσή τους οι κανόνες λειτουργίας δεσμεύουν τα πρόσωπα που καταρτίζουν συναλλαγές στον ΠΜΔ, τους εκδότες των κινητών αξιών οι οποίες αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε αυτόν και τα πρόσωπα στα οποία οι κανόνες αυτοί εφαρμόζονται. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση τροποποίησης των κανόνων λειτουργίας.
5. Στους ΠΜΔ δεν εφαρμόζονται το άρθρο 8α του κ.ν. 2190/1920 και οι κείμενες διατάξεις για τις οργανωμένες αγορές, πλην των διατάξεων των νόμων 3340/2005 και 3461/2006.

 

¶ρθρο 30
Τροποποίηση και συμπλήρωση του ν. 3461/2006


1. Η περίπτωση (β) του άρθρου 8 του ν. 3461/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

« β) Οι κινητές αξίες της εταιρίας έχουν αποκτηθεί με προαιρετική δημόσια πρόταση που υποβλήθηκε σύμφω. να με τις διατάξεις του νόμου αυτού προς όλους τους κατόχους των κινητών αξιών και για το σύνολο των κινητών αξίων τους, εφόσον το αντάλλαγμα της προαιρετικής δημόσιας πρότασης ήταν εύλογο και δίκαιο κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 9.»

2. Μετά το άρθρο 27 του ν. 3461/2006 προστίθεται νέο άρθρο 27α ως εξής:

«¶ρθρο 27α


1. Οι κατά το άρθρο 27 εξαγοραζόμενες κινητές αξίες περιέρχονται στον προτείνοντα ελεύθερες βαρών, δικαιωμάτων τρίτων ή κατασχέσεων.
2. Εάν επί των εξαγοραζομένων κατά το άρθρο 27 κινητών αξιών έχει συσταθεί ενέχυρο ή επικαρπία, ή βαρύνονται με κατάσχεση, ο προτείνων καταθέτει το αντάλλαγμα της εξαγοράς υποχρεωτικά στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (Τ.Π. & Δ.) υπέρ δικαιούχου.
3. Στην περίπτωση που οι εξαγοραζόμενες κινητές αξίες βαρύνονται με ενέχυρο:

α) Εάν το ασφαλιζόμενο χρέος δεν έληξε την είσπραξη έχουν δικαίωμα και υποχρέωση να κάνουν από κοινού ο ενεχυρούχος δανειστής και ο ενεχυραστής. Αντί για είσπραξη ή μετά από αυτήν έχει δικαίωμα καθένας από αυτούς να απαιτήσει την ασφαλή και έντοκη τοποθέτηση των χρημάτων με την επιφύλαξη του δικαιώματος του ενεχύρου. Το είδος τοποθέτησης ορίζει ο ενεχυραστής.
β) Εάν το ασφαλιζόμενο χρέος έχει λήξει, την είσπραξη έχει δικαίωμα να κάνει μόνος του ο ενεχυρούχος δανειστής, μόνο κατά το ποσό που απαιτείται για την ικανοποίησή του.

4. Στην περίπτωση που έχει συσταθεί δικαίωμα επικαρπίας επί των εξαγοραζόμενων κινητών αξιών, η επικαρπία εκτείνεται στο αντάλλαγμα της εξαγοράς.
5. Στην περίπτωση που οι εξαγοραζόμενες κινητές αξίες έχουν κατασχεθεί, η κατάσχεση εκτείνεται στο αντάλλαγμα της εξαγοράς εφαρμοζομένων των διατάξεων του Κ.Πολ.Δ. επί κατασχέσεων χρημάτων.»

3. Το άρθρο 30 του ν. 3461/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

«¶ρθρο 30
Υποβολή υποχρεωτικής δημόσιας πρότασης σε περίπτωση μετασχηματισμού


1. Εάν ως συνέπεια εταιρικού μετασχηματισμού (συγχώνευσης, διάσπασης ή μετατροπής), οι μέτοχοι εταιρίας με μετοχές εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά πρόκειται να λάβουν μετοχές, εταιρικά μερίδια, άλλες αξίες που δεν είναι εισηγμένες ή μετρητά, ο μετασχηματισμός δεν θα είναι επιτρεπτός, αν προηγουμένως δεν απευθυνθεί προς τους μετόχους δημόσια πρόταση για την εξαγορά των μετοχών τους.
2. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύεται ο τρόπος υπολογισμού του ανταλλάγματος σε μετρητά, να ρυθμίζεται η διαδικασία της δημόσιας πρότασης της παραγράφου 1 και να προβλέπονται πρόσθετοι όροι για την υποβολή της, καθώς και να ρυθμίζεται κάθε σχετικό αναγκαίο θέμα και λεπτομέρεια.
3. Η δημόσια πρόταση της παραγράφου 1 δεν θα είναι αναγκαία, αν ο μετασχηματισμός αποφασίζεται με πλειοψηφία του 95% του μετοχικού κεφαλαίου.»

 

 

¶ρθρο 31
Τροποποίηση και συμπλήρωση του ν. 2843/2000


1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 11 του ν. 2843/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Ως ποντοπόρα πλοία για τις ανάγκες του παρόντος νόμου θεωρούνται μόνο τα πάσης φύσεως φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας άνω των τριών χιλιάδων (3.000) κόρων.»

2. Το άρθρο 12 του ν. 2843/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

« ¶ρθρο 12
Ενεργητικό της εταιρείας


1. Το ενεργητικό των Ε.Ε.Π.Ν. επενδύεται υποχρεωτικά ως εξής:

α) Στο σύνολο των μετοχών και των ψήφων πλοιοκτητριών εταιριών τεσσάρων τουλάχιστον φορτηγών ποντοπόρων πλοίων. Η αξία κάθε επένδυσης δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) της συνολικής λογιστικής αξίας του ενεργητικού της Ε.Ε.Π.Ν.. Στις παραπάνω πλοιοκτήτριες εταιρίες μπορούν να περιλαμβάνονται εταιρίες των οποίων ποντοπόρα πλοία βρίσκονται υπό ναυπήγηση. Οι ανωτέρω μετοχές είναι δυνατόν να ανήκουν στην Ε.Ε.Π.Ν. είτε απευθείας είτε μέσω εταιριών χαρτοφυλακίου των οποίων το 100% του μετοχικού κεφαλαίου ανήκει στην Ε.Ε.Π.Ν..
β) Σε μετρητά, τραπεζικές καταθέσεις και πιστωτικούς τίτλους ισοδύναμης ρευστότητας.

Οι επενδύσεις της Ε.Ε.Π.Ν. των ανωτέρω περιπτώσεων (α) και (β) δεν μπορεί να υπολείπονται του εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της συνολικής λογιστικής αξίας του ενεργητικού της.
Το υπόλοιπο είκοσι πέντε τοις εκατό ( 25%) του ενεργητικού δύναται να επενδύεται και:

i) σε μετοχές που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) των μετοχών και ψήφων πλοιοκτητριών εταιριών φορτηγών ποντοπόρων πλοίων. Στις παραπάνω πλοιοκτήτριες εταιρίες μπορούν να περιλαμβάνονται εταιρίες των οποίων τα ποντοπόρα πλοία βρίσκονται υπό ναυπήγηση. Οι ανωτέρω μετοχές είναι δυνατόν να ανήκουν στην Ε.Ε.Π.Ν. είτε απευθείας είτε μέσω εταιριών χαρτοφυλακίου των οποίων το εκατό τοις εκατό (100%) του μετοχικού κεφαλαίου ανήκει στην Ε.Ε.Π.Ν. ή/και
ii) σε μετοχές διαχειριστριών εταιριών πλοίων, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του παρόντος, που αντιπροσωπεύουν ποσοστό τουλάχιστον πενήντα ένα τοις εκατό (51%) του μετοχικού κεφαλαίου και των ψήφων ή/και
iii) σε ακίνητα ή κινητά πράγματα που εξυπηρετούν άμεσες λειτουργικές ανάγκες της Ε.Ε.Π.Ν. ή/και των εταιριών των ανωτέρω περιπτώσεων (α), (i) και (ii).

Η Ε.Ε.Π.Ν. δύναται να συνάπτει συμβάσεις σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα με σκοπό την αντιστάθμιση (hedging) των συναλλαγματικών και των επιτοκιακών κινδύνων.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί με απόφασή της να ρυθμίζει κάθε λεπτομέρεια σχετική με την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.
2.

α) Η αποτίμηση της αξίας των μετοχών πλοιοκτητριών εταιριών της παραγράφου 1 περιπτώσεις (α) και (i) γίνεται από δύο ορκωτούς ελεγκτές από κοινού, από τους οποίους ο ένας μπορεί να είναι διεθνώς αναγνωρισμένος ελεγκτικός οίκος, ο οποίος έχει τις προϋποθέσεις πραγματοποίησης ελέγχου με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Ο προσδιορισμός της αξίας των πλοίων (συμπεριλαμβανομένων και των ναυπηγουμένων) γίνεται από δύο ανεξάρτητους μεσιτικούς οίκους αγοραπωλησιών πλοίων, διεθνούς κύρους, οι οποίοι επιλέγονται από κατάλογο που καταρτίζεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ύστερα από γνώμη του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδος. Εάν δεν επιτυγχάνεται συμφωνία μεταξύ των εκτιμητών και η υψηλότερη αποτιμηθείσα αξία υπερβαίνει τη χαμηλότερη:

i) μέχρι ποσοστού πέντε τοις εκατό (5%), ως αξία του πλοίου δεν μπορεί να ληφθεί μεγαλύτερη από αυτή που προκύπτει ως μέσος όρος των δύο αποτιμήσεων,
ii) κατά ποσοστό μεγαλύτερο του πέντε τοις εκατό (5%), ο οριστικός προσδιορισμός της αξίας του πλοίου γίνεται από τρίτο οίκο τον οποίο επιλέγουν οι δύο πρώτοι μεσιτικοί οίκοι από τον παραπάνω κατάλογο.

β) Ο υπολογισμός της αξίας των στοιχείων των επενδύσεων της παραγράφου 1 περιπτώσεις (β), (i) και (iii) γίνεται από διεθνούς φήμης ελεγκτικό οίκο ή τράπεζα επενδύσεων με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα.
γ) Οι αποτιμήσεις που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο θα γίνονται κατά τη σύσταση της Ε.Ε.Π.Ν., κατά την εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο Αθηνών και μετά την εισαγωγή τους ετησίως κατά τη σύνταξη της ετήσιας οικονομικής έκθεσης.
δ) Οι προβλεπόμενες από την παρούσα παράγραφο αποτιμήσεις γίνονται με δαπάνη της Ε.Ε.Π.Ν..»

3. Οι υποχρεώσεις ενημέρωσης που προβλέπονται στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 18 και οι υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 20 του ν. 2843/2000 ισχύουν για την Ε.Ε.Π.Ν. από την εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο Αθηνών και εφεξής, παράλληλα με οποιεσδήποτε άλλες υποχρεώσεις ενημερώσεως έχουν οι εισηγμένες εταιρείες στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

 

¶ρθρο 32
Τροποποίηση και συμπλήρωση άλλων διατάξεων


1. Η παράγραφος 5 του άρθρου 23 του ν. 3340/2005 τροποποιείται ως εξής:

«5. Κατά την επιμέτρηση των προστίμων που επιβάλλονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, λαμβάνονται ενδεικτικά υπόψη η αξία των παράνομων συναλλαγών, το τυχόν επιτευχθέν οικονομικό όφελος, η επίπτωση της παράβασης στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και στη διάχυση ορθής και έγκυρης πληροφόρησης στο επενδυτικό κοινό, ο βαθμός συνεργασίας με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά το στάδιο διερεύνησης, ελέγχου έρευνας από την τελευταία, οι ανάγκες της ειδικής και γενικής πρόληψης, η τυχόν καθ’ υποτροπή τέλεση παραβάσεων του παρόντος νόμου και η τέλεση παραβάσεων της λοιπής νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά.»

2. Στις μετοχές που εκποιούνται, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 53 του ν.3371/2005, περιλαμβάνονται και οι μετοχές που έχουν εκδοθεί σε άυλη μορφή υπέρ των δικαιούχων των ενσώματων ονομαστικών μετοχών που δεν έχουν κατατεθεί για αποϋλοποίηση και προέρχονται από εταιρικές πράξεις, όπως, ενδεικτικώς, από αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με ή χωρίς καταβολή μετρητών, από διανομή δωρεάν μετοχών, από διάσπαση (split) ή συγχώνευση (reverse split) μετοχών, ή από μετατροπή μετοχών από προνομιούχες σε κοινές και αντιστρόφως.

 

¶ρθρο 33
Τελικές διατάξεις


1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3 καταργούνται οι διατάξεις:

α) του π.δ. 360/1985 (ΦΕΚ 129 Α΄),
β) του π.δ. 51/1992 (ΦΕΚ 22 Α΄),
γ) των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 11, του άρθρου 11α, του άρθρου 12, του άρθρου 13, των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 14, της παραγράφου 2 του άρθρου 15 και του άρθρου 18 του ν. 3371/2005.

2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται τα άρθρα 13 και 15 του ν. 2843/2000.
3. Οι διατάξεις που καταργούνται με την παράγραφο 1 εξακολουθούν να εφαρμόζονται σε παραβατικές συμπεριφορές οι οποίες έλαβαν χώρα μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ή μεταγενέστερα στην περίπτωση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4. Όπου στην κείμενη νομοθεσία γίνεται αναφορά στις παραπάνω καταργούμενες διατάξεις νοούνται εφεξής οι αντίστοιχες διατάξεις του παρόντος νόμου.
4. Οι διατάξεις των άρθρων 4 έως 7 εφαρμόζονται στις ετήσιες και περιοδικές οικονομικές καταστάσεις και εκθέσεις που αφορούν σε οικονομικές χρήσεις που αρχίζουν την ή μετά την 20ή Ιανουαρίου 2007. Οι διατάξεις που καταργούνται με τις περιπτώσεις (α) και (γ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, πλην των διατάξεων των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 11, των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 12 και της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 3371/2005, εξακολουθούν να εφαρμόζονται στις ετήσιες και περιοδικές οικονομικές καταστάσεις και εκθέσεις που αφορούν σε οικονομικές χρήσεις που έχουν αρχίσει πριν την 20ή Ιανουαρίου 2007.
5. Η παράγραφος 5 του άρθρου 11 του ν. 3371/2005 αναριθμείται σε μοναδική παράγραφο του εν λόγω άρθρου.

¶ρθρο 34


1. Η παράγραφος 8 του άρθρου 7 του ν. 3424/2005 (ΦΕΚ 305 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«8. Η Αρχή υποστηρίζεται από επιστημονικό, διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό, το οποίο αποσπάται από τα Υπουργεία και τους φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, εκπρόσωποι των οποίων μετέχουν ως Μέλη στην Αρχή. Για το σκοπό αυτόν, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, συνιστώνται και κατανέμονται στις υπηρεσίες της Αρχής έως πενήντα (50) συνολικά θέσεις, οι οποίες πληρούνται με απόσπαση. Ειδικότερα σε θέσεις επιστημονικού προσωπικού αποσπώνται υπάλληλοι με ειδικές γνώσεις και εμπειρία στην αντιμετώπιση υποθέσεων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και καταπολέμησης σοβαρών οικονομικών εγκλημάτων.
Οι αποσπάσεις του προσωπικού που αναφέρεται στα προηγούμενα εδάφια γίνονται, μετά από πρόταση του Προέδρου της Αρχής, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων είτε:

i. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, αν ο αποσπώμενος προέρχεται από Υπουργείο.
ii. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από γνώμη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος ή των Προέδρων των άλλων κατά περίπτωση φορέων, αν ο αποσπώμενος προέρχεται από φορείς εκ των αναφερομένων στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.

Οι υπηρετούντες με απόσπαση στην Αρχή λαμβάνουν το σύνολο των πάσης φύσεως αποδοχών, επιδομάτων και λοιπών αμοιβών, από την υπηρεσία από την οποία έχουν αποσπασθεί, όπως εκάστοτε διαμορφώνονται, καθώς και τις πρόσθετες αμοιβές που καθορίζονται, κατά την παράγραφο 12 του αυτού άρθρου.»

2. Η παράγραφος 12 του άρθρου 7 του ν. 3424/2005 (ΦΕΚ 305 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«12. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, οι αποδοχές του Προέδρου, η αποζημίωση των Μελών, των εντεταλμένων σε Διευθύνσεις και στο Γραφείο Ερευνών Μελών και οι πρόσθετες αμοιβές του προσωπικού που υπηρετεί με απόσπαση.
Οι ανωτέρω αποδοχές, αποζημιώσεις και πρόσθετες αμοιβές βαρύνουν τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.»

3. Η παρ. 7 του άρθρου 31 του ν. 2324/1995 (ΦΕΚ 146 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«7. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θεσπίζεται Κανονισμός Οικονομικής Διαχείρισης. Με τον Κανονισμό αυτόν προσδιορίζονται οι λειτουργικές δαπάνες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, οι οποίες είναι αναγκαίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, η διαδικασία έγκρισής τους και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
Από τη δημοσίευση του παραπάνω Κανονισμού Οικονομικής Διαχείρισης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καταργείται κάθε άλλη σχετική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του Κανονισμού αυτού.»

4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του ν. 3229/2004 (ΦΕΚ 38 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«Η αμοιβή των μελών της Επιτροπής καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.»

 

¶ρθρο 35


1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του ν. 1796/1988 (ΦΕΚ 152 Α΄), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Ασφάλισης Εξαγωγικών Πιστώσεων» (Ο.Α.Ε.Π.). Ο Ο.Α.Ε.Π. εδρεύει στην Αθήνα και έχει σκοπό την υποστήριξη της εξαγωγικής δραστηριότητας των ελληνικών επιχειρήσεων, καθώς και τη διαχείριση καθεστώτων εγγυήσεων που παρέχονται από το Ελληνικό Δημόσιο σε ημεδαπές ή αλλοδαπές τράπεζες, ημεδαπούς ή αλλοδαπούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς ή οίκους, ημεδαπούς ή αλλοδαπούς τεχνικούς οίκους, ημεδαπές ή αλλοδαπές εταιρίες χρηματοδοτικής μίσθωσης και εταιρίες γενικά, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και Οργανισμούς Δημοσίου Δικαίου, καθώς και σε ξένες Κυβερνήσεις για την κάλυψη δανείων, εγγυητικών επιστολών και πιστώσεων στον τομέα της ναυπηγικής βιομηχανίας, με την παροχή των υπηρεσιών που προβλέπεται στα επόμενα άρθρα.»

2. Στο άρθρο 2 του ν. 1796/1988 (ΦΕΚ 152 Α΄), όπως ισχύει, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4. Ο Ο.Α.Ε.Π. αναλαμβάνει τη διαχείριση καθεστώτων εγγυήσεων που παρέχονται από το Ελληνικό Δημόσιο για την κάλυψη δανείων, εγγυητικών επιστολών και πιστώσεων στον τομέα της ναυπηγικής βιομηχανίας, στο πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Νομοθεσία και ειδικότερα εγγυήσεων που παρέχονται τόσο προς ημεδαπές επιχειρήσεις ναυπήγησης όσο και ημεδαπές ή αλλοδαπές επιχειρήσεις, τελικούς αγοραστές, εφόσον το σύνολο των εργασιών ναυπήγησης θα πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα. Η διαχείριση περιλαμβάνει:

α. Τη λήψη αιτημάτων για την παροχή εγγυήσεων από το Ελληνικό Δημόσιο στον τομέα της ναυπηγικής βιομηχανίας.
β. Την εγκατάσταση, κατάλληλου μοντέλου αξιολόγησης κινδύνου εξειδικευμένο και προσαρμοσμένο στα ελληνικά δεδομένα.
γ. Την αξιολόγηση με βάση το μοντέλο που θα αφορά τόσο τον πλοιοκτήτη, τελικό αγοραστή, όσο και την κατασκευάστρια επιχείρηση, ναυπηγείο και συγγενείς οντότητες.
δ. Την απόκτηση της κατάλληλης υποδομής υποστήριξης αυτής της δραστηριότητας.
ε. Τη χρήση αντίστοιχης ή κατάλληλης αξιόπιστης μεθόδου αξιολόγησης του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος.
στ. Τη σύνταξη σχετικής εισήγησης προς την Υποεπιτροπή του ¶ρθρου 6 του ν. 2322/1995, με βάση την ανωτέρω αξιολόγηση.
ζ. Την παρακολούθηση εφαρμογής των καθεστώτων εγγυήσεων.
η. Τη σύνταξη ετήσιων εκθέσεων αξιολόγησης της πορείας των καθεστώτων που θα υποβάλλει στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών για την τήρηση των διαδικασιών που προβλέπονται από την Ευρωπαϊκή Νομοθεσία.

5. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ορίζεται κάθε λεπτομέρεια εφαρμογής της παραγράφου 4.»

3. Στο άρθρο 5 του ν. 2322/1995 (ΦΕΚ 143 Α΄), όπως ισχύει, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«6. Όταν η Επιτροπή της παρ. 1 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου εξετάζει προτάσεις χορήγησης εγγυήσεων από το Ελληνικό Δημόσιο στον τομέα της ναυπηγικής βιομηχανίας που υποβάλλονται κατ’ αποκλειστικότητα στον Ο.Α.Ε.Π. σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1796/1998 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, μετέχουν ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, ως Πρόεδρος, ο Υπουργός Ανάπτυξης, ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας, καθώς και ο Υφυπουργός Οικονομίας και Οικονομικών στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγονται οι Δημοσιονομικές Υποθέσεις.
7. Η Επιτροπή αξιολογεί και εγκρίνει ή απορρίπτει προτάσεις χορήγησης εγγυήσεων από το Ελληνικό Δημόσιο στον τομέα της ναυπηγικής βιομηχανίας, αποκλειστικά για αυτές που υπάγονται στο εγκεκριμένο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή καθεστώς, χωρίς να παρεμβαίνει στη βαθμολογία της αξιολόγησης.
8. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι γενικές διατάξεις για τα συλλογικά κυβερνητικά όργανα σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 16 του π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98 Α΄).
9. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζεται κάθε λεπτομέρεια εφαρμογής των παραγράφων 6 και 7.»

4. Στο άρθρο 6 του ν. 2322/1995 (ΦΕΚ 143 Α΄), όπως ισχύει, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«8. Όταν η Υποεπιτροπή της παρ. 1 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου εξετάζει προτάσεις εγγυήσεων από το Ελληνικό Δημόσιο στον τομέα της ναυπηγικής βιομηχανίας που υποβάλλονται κατ’ αποκλειστικότητα στον Ο.Α.Ε.Π. σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1796/1998, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, μετέχει και εκπρόσωπος του Ο.Α.Ε.Π..»

 

¶ρθρο 36


1. Οι πρόεδροι των Διοικητικών Συμβουλίων των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, με εξαίρεση αυτών που υποδεικνύονται ή εκλέγονται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και αρμόδιους φορείς, όπως το Τ.Ε.Ε. ή διορίζονται κατά τις κείμενες διατάξεις λόγω αξιώματος ή θέσης, πρέπει να έχουν τα ακόλουθα προσόντα:

α. να είναι πτυχιούχοι σχολών Α.Ε.Ι.,
β. να έχουν αποδεδειγμένη πενταετή εμπειρία σε θέματα διοίκησης και
γ. να έχουν αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης ή κοινωνικής πολιτικής.

2. Η διαδικασία επιλογής Προέδρου για καθέναν από τους ως άνω φορείς ορίζεται ως εξής:

α. Πρόσκληση υποβολής υποψηφιότητας μέσα σε αποκλειστική προθεσμία που ορίζεται από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και δημοσιεύεται σε δύο (2) τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας.
β. Κατάρτιση από τη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων καταλόγου υποψηφίων που περιλαμβάνει όσους εξεδήλωσαν ενδιαφέρον και διαπιστώνεται από τα υποβαλλόμενα από αυτούς δικαιολογητικά ότι πληρούν τα προσόντα της παραγράφου 1.
γ. Επιλογή, από τον κατάλογο υποψηφίων της παραγράφου 2β, του Προέδρου του Δ.Σ. από επιτροπή αποτελούμενη από τους κατωτέρω με τους αναπληρωτές τους:

αα. Γενικό Γραμματέα Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως πρόεδρο χωρίς δικαίωμα ψήφου.
ββ. Τον Πρόεδρο της τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων που έχουν σχέση με τον ασφαλιστικό φορέα, ελλείπουσας δε τέτοιας οργάνωσης από τον Πρόεδρο της δευτεροβάθμιας που έχει τα περισσότερα μέλη.
γγ. Τον Πρόεδρο της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργοδοτών που έχουν σχέση με τον ασφαλιστικό φορέα. Για φορείς που ασφαλίζουν υπαλλήλους του δημόσιου τομέα, του ευρύτερου δημόσιου τομέα, δημοσίων επιχειρήσεων, Τραπεζών και Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας εκπρόσωπος των εργοδοτών υποδεικνύεται από τους φορείς αυτούς. Για τους φορείς αυτοαπασχολουμένων ορίζεται ένας ακόμη εκπρόσωπος της προηγούμενης περίπτωσης.
δδ. Τον Πρόεδρο της τριτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης των συνταξιούχων που έχουν σχέση με το φορέα, ελλείπουσας δε τέτοιας οργάνωσης από τον Πρόεδρο της δευτεροβάθμιας και εν ελλείψει της πρωτοβάθμιας.
εε. Από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
στστ. Από τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.

δ. Ο υποψήφιος Πρόεδρος επιλέγεται με πλειοψηφία των μελών της επιτροπής με τη σύμφωνη γνώμη του εκπροσώπου της Τράπεζας της Ελλάδος και του εκπροσώπου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

3. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας καθορίζονται ο τρόπος λειτουργίας της ανωτέρω επιτροπής, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
4. Οι Διοικητές, οι Υποδιοικητές, οι Πρόεδροι με εξαίρεση αυτών που διορίζονται λόγω αξιώματος ή θέσης και τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων ανεξάρτητα εάν εκλέγονται ή υποδεικνύονται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις ή φορείς των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης διορίζονται για τριετή θητεία και δεν επιτρέπεται η εκλογή ή ο διορισμός τους για περισσότερες από τρεις θητείες.
5. Ο Πρόεδρος του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΕΑΔΥ) και του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών (ΕΤΕΑΜ) επιλέγονται με τη διαδικασία του άρθρου 49Α του Κανονισμού της Βουλής και διορίζονται με προεδρικό διάταγμα.
6.

α. Από τη δημοσίευση του παρόντος λήγει η θητεία όλων των Διοικητικών Συμβουλίων των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας πλην των εκλεγμένων μελών και των ΙΚΑ.ΕΤΑΜ, ΟΓΑ, ΟΑΕΕ και του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π..
β. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας γίνεται εντός τεσσάρων μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, ανασυγκρότηση όλων των Διοικητικών Συμβουλίων των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και καταργείται η συμμετοχή των μελών, που διορίζονται στα Διοικητικά Συμβούλια κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. Α4 του άρθρου 40 του ν. 1884/1990 (ΦΕΚ 81 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.2 του άρθρου 87 του ν.1892/1990 (ΦΕΚ101 Α΄) πλην των ΙΚΑ.ΕΤΑΜ, ΟΓΑ και ΟΑΕΕ. Οι εκπρόσωποι του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας που συμμετέχουν ως μέλη στα Διοικητικά Συμβούλια πρέπει απαραίτητα να είναι προϊστάμενοι διευθύνσεων ή τμημάτων της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και εν ελλείψει αυτών υπάλληλοι ΠΕ κατηγορίας με τουλάχιστον δεκαπενταετή υπηρεσία και Α΄ βαθμό και επιλέγονται από το Β΄ κλιμάκιο του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης. Στα Διοικητικά Συμβούλια των Ταμείων Κύριας Ασφάλισης συμμετέχει και ένας υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών με τα προσόντα που περιγράφονται στα προηγούμενο εδάφιο
γ. Με όμοια απόφαση ανακαθορίζεται ο αριθμός των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης των οποίων ο αριθμός μετά την εφαρμογή της παραγράφου 6β είναι μικρότερος των πέντε ή έχουν άρτιο αριθμό μελών.

7. Τα Διοικητικά Συμβούλια συνεχίζουν να λειτουργούν με την υφιστάμενη σύνθεση μέχρι την ανασυγκρότηση και ανασύνθεσή τους.
8. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού:

α. Επανακρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων όλα τα πρόσωπα των παραγράφων 1 και 5.
β. Οι διατάξεις της παρ. Α4 του άρθρου 40 του ν. 1884/1990 (ΦΕΚ 81 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 87 του ν.1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄) ισχύουν μόνο για το ΙΚΑ.ΕΤΑΜ και ΟΓΑ και καταργείται κάθε αντίθετη διάταξη.

9. Στο άρθρο 2 του π.δ. 80/1997 (ΦΕΚ 68 Α΄) προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

«3. Το κλαδικό λογιστικό σχέδιο του άρθρου 1, όπως συμπληρώνεται με το άρθρο 2, του παρόντος προεδρικού διατάγματος, εφαρμόζεται από όλους τους Οργανισμούς Κύριας και Επικουρικής Ασφάλισης από 1ης Ιανουαρίου 2008. Οι ανωτέρω Οργανισμοί παράλληλα με την υποχρεωτική εφαρμογή του διπλογραφικού συστήματος υποχρεούνται στη δημοσίευση των οικονομικών τους καταστάσεων, σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (Δ.Λ.Π.). Η αποτίμηση των χρηματοοικονομικών μέσων των Οργανισμών Κύριας και Επικουρικής Ασφάλισης θα πρέπει να είναι σύμφωνη και με τις διατάξεις του ν. 3460/2006 (ΦΕΚ 105 Α΄).»

¶ρθρο 37
Έναρξη ισχύος


Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει δύο (2) μήνες από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με εξαίρεση τα άρθρα 28, 29, 30, 31, 32, 34, 35 και 36, των οποίων η ισχύς αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε επί μέρους διατάξεις τους

Σχετικά άρθρα
Σύνδεση Χρήστη

Για πλήρη πρόσβαση συνδεθείτε με τους παρακάτω κωδικούς. Όνομα Χρήστη : demo PSW : demo16

Πολιτική Cookies στην ΕΕ.. Το cookie είναι ένα μικρό τμήμα κειμένου που αποστέλλεται στο πρόγραμμα περιήγησης από έναν ιστότοπο που επισκέπτεστε. Διευκολύνει τον ιστότοπο να απομνημονεύει πληροφορίες σχετικά με την επίσκεψή σας, όπως την προτιμώμενη γλώσσα σας και άλλες ρυθμίσεις. Κάτι τέτοιο μπορεί να διευκολύνει την επόμενή σας επίσκεψη και να κάνει τον ιστότοπο πιο χρήσιμο για εσάς. Τα cookie παίζουν σημαντικό ρόλο. Χωρίς αυτά, η χρήση του ιστού θα ήταν μια πολύ πιο περίπλοκη εμπειρία. Χρησιμοποιούμε τα cookie για πολλούς λόγους. Τα χρησιμοποιούμε, για παράδειγμα, για την απομνημόνευση των προτιμήσεών σας όσον αφορά στην ασφαλή αναζήτηση, για να υπολογίσουμε τον αριθμό των επισκεπτών σε μια σελίδα ή για να σας διευκολύνουμε να εγγραφείτε στις υπηρεσίες μας και για να προστατεύσουμε τα δεδομένα σας. Περισσότερες πληροφορίες για τη χρήση των cookies μπορείτε να βρείτε στη σελίδα http://ec.europa.eu/ipg/basics/legal/cookies/index_en.htm