Εκτύπωση

Νόμος 3634/2008
ΦΕΚ Α΄ 9/01/2008
 

 

Κατάργηση φόρου κληρονομιών και γονικών παροχών - Απαλλαγή πρώτης κατοικίας -Ενιαίο τέλος ακινήτων - Αντιμετώπιση λαθρεμπορίου καυσίμων και λοιπές διατάξεις.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α
ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΩΝ ΚΑΙ ΓΟΝΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ - ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΠΡΩΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

Άρθρο 1
Φορολογία κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών

 

Οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Λαχεία, ο οποίος κυρώθηκε με το ν.2961/2001 (ΦΕΚ 266 Α'), αντικαθίστανται, τροποποιούνται και συμπληρώνονται ως ακολούθως:

1. Το άρθρο 29 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

" Άρθρο 29
Κατάταξη φορολογουμένων - Φορολογικές κλίμακες

 

1. Οι δικαιούχοι της κτήσης, ανάλογα με τη συγγενική τους σχέση προς τον κληρονομούμενο, κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες Α', Β' και Γ'. Στην Α' κατηγορία υπάγονται:

α) ο σύζυγος του κληρονομουμένου,

β) οι κατιόντες πρώτου βαθμού (τέκνα από νόμιμο γάμο, τέκνα χωρίς γάμο έναντι της μητέρας, αναγνωρισθέντα εκούσια ή δικαστικά έναντι του πατέρα, νομιμοποιηθέντα με επιγενόμενο γάμο ή δικαστικά έναντι και των δύο γονέων),

γ) οι κατιόντες εξ αίματος δεύτερου βαθμού και

δ) οι ανιόντες εξ αίματος πρώτου βαθμού.

Στη Β' κατηγορία υπάγονται:

α) οι κατιόντες τρίτου και επόμενων βαθμών,

β) οι ανιόντες δεύτερου και επόμενων βαθμών,

γ) εκούσια ή δικαστικά αναγνωρισθέντα τέκνα έναντι των ανιόντων του πατέρα που τα αναγνώρισε,

δ) κατιόντες του αναγνωρισθέντος έναντι του αναγνωρίσαντος και των ανιόντων αυτού,

ε) οι αδελφοί (αμφιθαλείς ή ετεροθαλείς),

στ) οι συγγενείς εξ αίματος τρίτου βαθμού εκ πλαγίου,

ζ) οι πατριοί και οι μητριές,

η) τα τέκνα από προηγούμενο γάμο του συζύγου,

θ) τα τέκνα εξ αγχιστείας (γαμπροί - νύφες) και

ι) οι ανιόντες εξ αγχιστείας (πεθεροί - πεθερές).

Στη Γ' κατηγορία υπάγεται οποιοσδήποτε άλλος εξ αίματος ή εξ αγχιστείας συγγενής του κληρονομουμένου ή εξωτικός.
Σε περίπτωση υιοθεσίας, η κατάταξη στην οικεία κατηγορία του υιοθετηθέντος ή των συγγενών αυτού έναντι του υιοθετήσαντος ή των συγγενών αυτού γίνεται με βάση τη συγγενική σχέση που προκύπτει κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα. Κατ' εξαίρεση, ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας μπορεί, για τον υπολογισμό του φόρου, να μην λάβει υπόψη το βαθμό συγγένειας που προκύπτει από την υιοθεσία, όταν διαπιστώσει ότι αυτή έγινε προφανώς για καταστρατήγηση του παρόντος νόμου.
Σε περιπτώσεις σχολάζουσας κληρονομιάς, ο φόρος υπολογίζεται στο σύνολο της αξίας της, με βάση τους συντελεστές της Γ' κατηγορίας του άρθρου αυτού, με την επιφύλαξη εφαρμογής του άρθρου 101 για νέα εκκαθάριση του φόρου.
2. Η αιτία θανάτου κτήση ακινήτων ή εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων από κληρονόμους που υπάγονται στην Α' και Β' κατηγορία υπόκειται σε φόρο, ο οποίος υπολογίζεται αυτοτελώς με συντελεστή ένα τοις εκατό (1%), μετά την αφαίρεση αξίας ενενήντα πέντε χιλιάδων (95.000) ευρώ, προκειμένου για κληρονόμους που υπάγονται στην Α' κατηγορία, και είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, προκειμένου για κληρονόμους που υπάγονται στη Β' κατηγορία. Τα ποσά του προηγούμενου εδαφίου αφαιρούνται κατ' αρχήν από την αξία των κληρονομιαίων ακινήτων και, στην περίπτωση που η αξία των ακινήτων υπολείπεται των ποσών αυτών, αφαιρούνται κατά σειρά από την αξία των περιουσιακών στοιχείων των επόμενων παραγράφων 3 και 4.
3. Η αιτία θανάτου κτήση εισηγμένων στο χρηματιστήριο μετοχών, ομολογιών, ιδρυτικών και λοιπών γενικά τίτλων των εμπορικών εταιρειών, δημοσίων χρεογράφων ή άλλων τέτοιας φύσης αξιών υπόκειται σε φόρο, ο οποίος υπολογίζεται αυτοτελώς με συντελεστή έξι δέκατα τοις εκατό (0,6%), προκειμένου για κληρονόμους που υπάγονται στην Α' κατηγορία, και με συντελεστή ένα και δύο δέκατα τοις εκατό (1,2%), προκειμένου για κληρονόμους που υπάγονται στη Β' κατηγορία. Η αιτία θανάτου κτήση μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο μετοχών και λοιπών τίτλων κινητών αξιών, εταιρικών μερίδων ή μεριδίων, ποσοστών συμμετοχής σε κοινωνία αστικού δικαίου, που ασκεί επιχείρηση ή επάγγελμα, και συνεταιριστικών μερίδων υπόκειται σε φόρο αυτοτελώς με συντελεστή ένα και δύο δέκατα τοις εκατό (1,2%), προκειμένου για κληρονόμους που υπάγονται στην Α' κατηγορία, και με συντελεστή δύο και τέσσερα δέκατα τοις εκατό (2,4%), προκειμένου για κληρονόμους που υπάγονται στη Β' κατηγορία.
4. Η αιτία θανάτου κτήση των κάθε φύσεως περιουσιακών στοιχείων, εκτός από τα περιλαμβανόμενα στις προηγούμενες παραγράφους 2 και 3, από κληρονόμους που υπάγονται στην Α' και Β' κατηγορία υπόκειται σε φόρο αυτοτελώς με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%).
5. Όταν ο κληρονόμος ή κληροδόχος έχει αναπηρία κατά ποσοστό 67% και άνω, ο φόρος που αναλογεί κατά τις προηγούμενες παραγράφους μειώνεται κατά δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ.
6. Αν στο ίδιο πρόσωπο συντρέχουν οι προϋποθέσεις μείωσης του φόρου, έκπτωσης και απαλλαγής, που προβλέπονται από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου και των ενοτήτων Α και Γ του άρθρου 26, οφείλεται ο μικρότερος φόρος που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων αυτών.
7. Η αιτία θανάτου κτήση των κάθε φύσεως περιουσιακών στοιχείων από κληρονόμους που υπάγονται στη Γ' κατηγορία υπόκειται σε φόρο ο οποίος υπολογίζεται για κάθε κληρονομική μερίδα ή κληροδοσία με βάση την εξής φορολογική κλίμακα:

 

Κλιμάκια (σε ευρώ)  Συντελεστής κλιμακίου (%) Φόρος κλιμακίου (σε ευρώ) Φορολογητέα περιουσία (σε ευρώ) Φόρος που αναλογεί (σε ευρώ)
6.000     6.000  
66.000  20 13.200 72.000 13.200
195.000 30 58.500 267.000 71.700
Υπερβάλλον  40      

 

Όταν ο κληρονόμος ή κληροδόχος έχει αναπηρία κατά ποσοστό 67% και άνω, ο φόρος που αναλογεί στη μέχρι εκατόν εξήντα πέντε χιλιάδων (165.000) ευρώ αξία της κληρονομικής μερίδας ή κληροδοσίας μειώνεται κατά ποσοστό 60%.
8. Στο ποσό του φόρου που προκύπτει με βάση τις προηγούμενες παραγράφους περιλαμβάνονται και: α) ποσοστό 3% υπέρ των δήμων και κοινοτήτων, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 50 του β.δ. 24/9-20.10.1958 (ΦΕΚ 171 Α') και β) ποσοστό 7% που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 3155/1955 (ΦΕΚ 63 Α'). Η απόδοση των ποσοστών αυτών γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 81 του παρόντος νόμου."

2. Το άρθρο 44 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"Άρθρο 44
Υπολογισμός και εκπτώσεις φόρου

1. Οι παράγραφοι 1, 3 και 8 του άρθρου 29 εφαρμόζονται ανάλογα και στην κτήση αιτία δωρεάς σε συνδυασμό με το άρθρο 45. Το υπόλοιπο της περιουσίας που αποκτάται αιτία δωρεάς, το οποίο απομένει μετά την αφαίρεση των εκπτώσεων των άρθρων 41 και 43, υποβάλλεται σε φόρο, ο οποίος υπολογίζεται με βάση τις εξής ανά κατηγορία φορολογικές κλίμακες:

 

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Α'

Κλιμάκια (σε ευρώ)  Συντελεστής κλιμακίου (%) Φόρος κλιμακίου (σε ευρώ) Φορολογητέα περιουσία (σε ευρώ) Φόρος που αναλογεί (σε ευρώ)
95.000     95.000  
25.000  5 1.250 120.000 1.250
145.000 10 14.500 265.000 15.750
Υπερβάλλον 20      

 

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Β'

Κλιμάκια (σε ευρώ)  Συντελεστής κλιμακίου (%) Φόρος κλιμακίου (σε ευρώ) Φορολογητέα περιουσία (σε ευρώ) Φόρος που αναλογεί (σε ευρώ)
20.000     20.000  
55.000 10 5.500 75.000 5.500
195.000 20 39.000 270.000 44.500
Υπερβάλλον 30      


 

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Γ'

Κλιμάκια (σε ευρώ)  Συντελεστής κλιμακίου (%) Φόρος κλιμακίου (σε ευρώ) Φορολογητέα περιουσία (σε ευρώ) Φόρος που αναλογεί (σε ευρώ)
6.000     6.000  
66.000  20 13.200 72.000 13.200
195.000  30 58.500 267.000 71.700
Υπερβάλλον 40      



Όταν ο δωρεοδόχος έχει αναπηρία κατά ποσοστό 67% και άνω, ο φόρος που αναλογεί στη μέχρι εκατόν εξήντα πέντε χιλιάδων (165.000) ευρώ αξία της δωρεάς μειώνεται κατά ποσοστό 60%.
Από το φόρο δωρεάς που προκύπτει εκπίπτεται:

α) Ο φόρος που αναλογεί στις προγενέστερες δωρεές, γονικές παροχές ή προίκες, που συνυπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 36, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 31 και

β) ο φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε ή οριστικά και τελεσίδικα βεβαιώθηκε στην αλλοδαπή για τις δωρεές κινητών που έγιναν εκεί, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 32.

2. Το υπόλοιπο της περιουσίας που αποκτάται αιτία γονικής παροχής, το οποίο απομένει μετά την αφαίρεση των εκπτώσεων των άρθρων 41 και 43, υποβάλλεται σε φόρο, ο οποίος υπολογίζεται με βάση τις παραγράφους 2, 3, 4, 5, 6 και 8 του άρθρου 29 σε συνδυασμό με το άρθρο 45. Το πρόσθετο αφορολόγητο των γεωργών που ορίζεται στην ενότητα Γ του άρθρου 26 και η ειδική έκπτωση του άρθρου 27 αφαιρούνται κατ' αρχήν από την αξία των μεταβιβαζόμενων ακινήτων και, στην περίπτωση που η αξία των ακινήτων υπολείπεται των ποσών αυτών, αφαιρούνται κατά σειρά από την αξία των περιουσιακών στοιχείων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 29.
3. Για την αιτία δωρεάς ή γονικής παροχής μεταβίβαση εισηγμένων στο χρηματιστήριο μετοχών, ομολογιών, ιδρυτικών και λοιπών γενικά τίτλων των εμπορικών εταιρειών, δημοσίων χρεογράφων ή άλλων τέτοιας φύσης αξιών, καθώς και μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο μετοχών και λοιπών τίτλων κινητών αξιών, εταιρικών μερίδων ή μεριδίων, ποσοστών συμμετοχής σε κοινωνία αστικού δικαίου, που ασκεί επιχείρηση ή επάγγελμα, και συνεταιριστικών μερίδων απαιτείται η σύνταξη ιδιωτικού εγγράφου, το οποίο συνυποβάλλεται με την οικεία δήλωση, ή συμβολαιογραφικού εγγράφου.
4. Για τη μεταβίβαση δικαιωμάτων μεταλλειοκτησίας και δικαιωμάτων που απορρέουν από άδεια μεταλλευτικών ερευνών αιτία δωρεάς ή γονικής παροχής, ο φόρος υπολογίζεται σε πεντακόσια (500) ευρώ ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο ή κλάσμα αυτού επί της εκτάσεως του μεταλλείου ή του χώρου της άδειας μεταλλευτικών ερευνών. Υποχρέωση καταβολής φόρου δωρεάς ή γονικής παροχής για τη μεταβίβαση δικαιωμάτων που απορρέουν από άδεια μεταλλευτικών ερευνών, υφίσταται μόνο εφόσον κατά την υπογραφή της σύμβασης έχουν προηγηθεί η υποβολή αίτησης για την παραχώρηση μεταλλείου και η σχετική εγγύηση κατά τις διατάξεις των άρθρων 44 και 47 του ν.δ. 210/1973 (ΦΕΚ 277 Α').
5. Ο φόρος που προκύπτει για γονική παροχή ακινήτων που βρίσκονται σε νησιά με πληθυσμό, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους, μειώνεται κατά σαράντα τοις εκατό (40%), εφόσον το τέκνο είναι μόνιμος κάτοικος των νησιών αυτών. Η φορολογική αυτή μείωση παρέχεται για γονικές παροχές που συνιστώνται μέχρι τις 18.2.2017."


3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 9 καταργείται από τη 13η Δεκεμβρίου 2007, ημερομηνία κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή των Ελλήνων.
4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 17 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"Κατά τη διάρκεια του καταπιστεύματος, αν ο βεβαρημένος μεταβιβάσει, με συναίνεση του καταπιστευματοδόχου, σε τρίτο το καταπιστευτέο αντικείμενο, φορολογείται για την αξία της πλήρους κυριότητας τούτου κατά το χρόνο μεταβίβασης. Εφόσον ο βεβαρημένος υπάγεται στη Γ' κατηγορία, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 29 του παρόντος, συμψηφίζεται ο βεβαιωθείς για την επικαρπία φόρος."

5. Στο τέλος της παραγράφου 6 του άρθρου 24 προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:

"Προκειμένου για κληρονόμους που υπάγονται στην Α' και Β' κατηγορία της παραγράφου 1 του άρθρου 29, τα χρέη που εκπίπτονται αφαιρούνται κατ' αρχήν από την αξία των κληρονομιαίων ακινήτων και, στην περίπτωση που η αξία των ακινήτων υπολείπεται της αξίας των χρεών, αφαιρούνται κατά σειρά από την αξία των περιουσιακών στοιχείων των παραγράφων 3 και 4 του ίδιου άρθρου."

6. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 της ενότητας Α του άρθρου 26 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"Η απαλλαγή παρέχεται για αξία ακινήτου, που αντιστοιχεί σε εμβαδά κατοικίας έως διακόσια (200) τ.μ., το οποίο προσαυξάνεται κατά είκοσι πέντε (25) τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα ανήλικα τέκνα των οποίων την επιμέλεια έχει ο δικαιούχος, εφόσον στον δικαιούχο κληρονόμο ή κληροδόχο περιέρχεται μία μόνο κατοικία ή ένα μόνο οικόπεδο εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα και όχι ποσοστό εξ αδιαιρέτου."

7. Στην ενότητα Β του άρθρου 26, μετά τις παραγράφους 2 και 3, εισάγεται νέα παράγραφος 4, ως ακολούθως και οι επόμενες παράγραφοι του άρθρου αυτού αναριθμούνται αντίστοιχα:

"4. Κατά την εφαρμογή των προηγούμενων παραγράφων 2 και 3, αν ο φόρος που αναλογούσε στην έκταση που έτυχε της απαλλαγής κατά το χρόνο χορήγησης αυτής είναι μεγαλύτερος, οφείλεται ο μεγαλύτερος αυτός φόρος."

8. Η παράγραφος 1 του άρθρου 28 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"1. Το υπόλοιπο της κληρονομικής μερίδας που μένει μετά τις εκπτώσεις των άρθρων 21 έως και 27 υποβάλλεται σε φόρο, ο οποίος υπολογίζεται με βάση το άρθρο 29. Το ποσό που ορίζεται στην περίπτωση ζ' της παραγράφου 2 του άρθρου 25, το πρόσθετο αφορολόγητο των γεωργών που ορίζεται στην ενότητα Γ του άρθρου 26 και η ειδική έκπτωση του άρθρου 27 αφαιρούνται κατ' αρχήν από την αξία των κληρονομιαίων ακινήτων και, στην περίπτωση που η αξία των ακινήτων υπολείπεται των ποσών αυτών, αφαιρούνται κατά σειρά από την αξία των περιουσιακών στοιχείων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 29."

9. Οι διατάξεις του άρθρου 33 καταργούνται.
10. Το δεύτερο εδάφιο της ενότητας Β του άρθρου 34 καταργείται και το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"Στα πιο πάνω ποσά συνυπολογίζονται οι προγενέστερες δωρεές ή γονικές παροχές των γονέων προς τα τέκνα τους."

11. Η ενότητα Α του άρθρου 43 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"Α. Απαλλαγή πρώτης κατοικίας

Σε περίπτωση μεταβίβασης με γονική παροχή εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα κατοικίας ή οικοπέδου, με τους όρους και τις προϋποθέσεις της ενότητας Α του άρθρου 26, δεν υπόκειται σε φόρο αξίας που αντιστοιχεί σε εμβαδά κατοικίας έως διακόσια (200) τ.μ., το οποίο προσαυξάνεται κατά είκοσι πέντε (25) τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα ανήλικα τέκνα των οποίων την επιμέλεια έχει ο δικαιούχος."

12. Η παράγραφος 1 του άρθρου 56 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"1. Το υπόλοιπο της περιουσίας που έχει αποκτηθεί αιτία προίκας, το οποίο απομένει μετά την αφαίρεση της έκπτωσης του άρθρου 55, υποβάλλεται σε φόρο που υπολογίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 44 και με βάση τη συγγενική σχέση μεταξύ προικοδότη και προικιζομένης. Ο φόρος που προκύπτει μειώνεται στο μισό."

13. Η παράγραφος 4 του άρθρου 72 καταργείται.
14. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 82 αντικαθίστανται ως ακολούθως:

"1. 0 φόρος που βεβαιώνεται:

α) μετά από δήλωση του υπόχρεου και υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 29, καταβάλλεται σε τρεις (3) ίσες διμηνιαίες δόσεις,

β) μετά από δήλωση του υπόχρεου και υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 29, μετά από πράξη προσδιορισμού φόρου, που έγινε οριστική λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, μετά από διοικητική επίλυση της διαφοράς και την καταβολή του ενός πέμπτου (1/5) και μετά από απόφαση διοικητικού δικαστηρίου ή δικαστικό συμβιβασμό, καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες διμηνιαίες δόσεις και

γ) μετά από δήλωση του υπόχρεου και υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 29, καταβάλλεται σε δώδεκα (12) ίσες διμηνιαίες δόσεις.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις κάθε δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των πεντακοσίων (500) ευρώ, εκτός της τελευταίας, και η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση ή την υπογραφή του πρακτικού και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των διμήνων που ακολουθούν.
Αν ο υπόχρεος σε φόρο είναι ανήλικος κατά το χρόνο απόκτησης του τίτλου βεβαίωσης του φόρου, ο αριθμός των δόσεων, που ορίζεται στα προηγούμενα εδάφια, διπλασιάζεται.
2. Αν ο υπόχρεος καταβάλει το σύνολο του αναλογούντος κύριου και πρόσθετου φόρου που βεβαιώθηκε μετά από δήλωση ή πράξη προσδιορισμού φόρου, που έγινε οριστική λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης διμηνιαίας δόσης, ανεξάρτητα από το ύψος αυτού, παρέχεται έκπτωση κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%). Το ίδιο ποσοστό εκπίπτεται, αν ο υπόχρεος καταβάλει το σύνολο του ποσού που προκύπτει συνεπεία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς μέσα στην προθεσμία πληρωμής του ενός πέμπτου (1/5) αυτού."

15. Το άρθρο 90 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

" Άρθρο 90
Καταβολή φόρου δωρεών, γονικών παροχών και προικών - Ανάλογη εφαρμογή διατάξεων

 

1. Ο φόρος δωρεών και προικών που βεβαιώνεται:

α) μετά από δήλωση ή πράξη προσδιορισμού φόρου, που έγινε οριστική λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, καταβάλλεται σε είκοσι τέσσερις (24) ίσες διμηνιαίες δόσεις,

β) μετά από διοικητική επίλυση της διαφοράς και την καταβολή του ενός πέμπτου (1/5), το υπόλοιπο καταβάλλεται σε είκοσι τέσσερις (24) ίσες διμηνιαίες δόσεις και

γ) μετά από απόφαση διοικητικού δικαστηρίου ή δικαστικό συμβιβασμό, καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες διμηνιαίες δόσεις.

2. Ο φόρος γονικών παροχών που βεβαιώνεται: α) μετά από δήλωση του υπόχρεου και υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 29, καταβάλλεται σε τρεις (3) ίσες διμηνιαίες δόσεις και β) μετά από δήλωση του υπόχρεου και υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 29 και 4 του άρθρου 44, μετά από πράξη προσδιορισμού φόρου, που έγινε οριστική λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, μετά από διοικητική επίλυση της διαφοράς και την καταβολή του ενός πέμπτου (1/5) και μετά από απόφαση διοικητικού δικαστηρίου ή δικαστικό συμβιβασμό, καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες διμηνιαίες δόσεις.
3. Στις περιπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων κάθε δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των πεντακοσίων (500) ευρώ, εκτός της τελευταίας, και η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση ή την υπογραφή του πρακτικού και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των διμήνων που ακολουθούν.
4. Για την υποβολή των δηλώσεων στη φορολογία δωρεών, γονικών παροχών και προικών και γενικά τη διαδικασία βεβαίωσης και καταβολής του φόρου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 68, 69, 72, 73 παράγραφοι 1, 2 και 4 έως και 8, 74 έως και 81, 82 παράγραφοι 2 έως και 5 και 7, 83 και 84."

 

Άρθρο 2
Συνυπολογισμός γονικών παροχών

 

1. Στις υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών και γονικών παροχών στις οποίες ο φόρος υπολογίζεται στο εξής αυτοτελώς κατά τις διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 29 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, συνυπολογίζονται οι γονικές παροχές για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννιέται από τη 13η Δεκεμβρίου 2007, ημερομηνία κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή των Ελλήνων.
2. Οι διατάξεις των παραγράφων 1,2,4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 14 και 15 του προηγούμενου άρθρου ισχύουν στις υποθέσεις στις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννιέται
από τη 13η Δεκεμβρίου 2007, ημερομηνία κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή των Ελλήνων.

 

 

Άρθρο 3
Απαλλαγή πρώτης κατοικίας από το φόρο μεταβίβασης ακινήτων

 

1. Το ένατο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 (ΦΕΚ 238 Α') αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"Η απαλλαγή παρέχεται και στην περίπτωση που η αγορά γίνεται από όλους εξ αδιαιρέτου."

2. Στο δέκατο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 η φράση "των αγάμων" διαγράφεται.
3. Στο δέκατο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 η φράση "του αγάμου" διαγράφεται.
4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"2. Η απαλλαγή που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο παρέχεται για αγορά κατοικίας με εμβαδόν έως διακόσια (200) τ.μ. ή οικοπέδου, στο οποίο αντιστοιχεί κατοικία με εμβαδόν έως διακόσια (200) τ.μ., ανεξάρτητα από την αξία τους. Το εμβαδόν αυτό προσαυξάνεται κατά είκοσι πέντε (25) τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα ανήλικα τέκνα, την επιμέλεια των οποίων έχει ο αγοραστής, ή τα προστατευόμενα τέκνα με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%. Αν το αγοραζόμενο ακίνητο υπερβαίνει το ανωτέρω εμβαδόν, η απαλλαγή παρέχεται μέχρι του ποσού της αξίας που αντιστοιχεί στο εμβαδόν αυτό."

5. Η περίπτωση β' του άρθρου 16 του ν. 3427/2005 (ΦΕΚ 312 Α') αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"β) οι δικαιούχοι απαλλαγής πρώτης κατοικίας κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 (ΦΕΚ 238 Α'), όπως ισχύουν,".

6. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 8 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 αντικαθίστανται ως ακολούθως:

"8. Αν χορηγήθηκε απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις, επιβάλλεται σε βάρος του αγοραστή, εκτός από τον αναλογούντα κύριο φόρο, και πρόσθετος φόρος που ορίζεται σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) επί του κυρίου φόρου. Ο κύριος φόρος υπολογίζεται με βάση την αξία του ακινήτου κατά το χρόνο διαπίστωσης της παράβασης με εφαρμογή των συντελεστών που ίσχυαν κατά το χρόνο χορήγησης της απαλλαγής, εκτός εάν ο φόρος που αναλογεί στην αξία του ακινήτου του χρόνου της απαλλαγής είναι μεγαλύτερος. Ο ανωτέρω πρόσθετος φόρος δεν μπορεί να μειωθεί κατά τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 2 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α').
Αν η αξία που έχει απαλλαγεί από το φόρο αποτελεί τμήμα της συνολικής αξίας του ακινήτου, ο κύριος και πρόσθετος φόρος επιβάλλεται με βάση το τμήμα αυτό, η αξία του οποίου εξευρίσκεται με βάση τη σχέση της αξίας που έχει απαλλαγεί προς τη συνολική αξία, κατά το χρόνο της απαλλαγής."

7. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν στις υποθέσεις στις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννιέται από τη 13η Δεκεμβρίου 2007, ημερομηνία κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή των Ελλήνων.

 

 

Άρθρο 4
Ρύθμιση θεμάτων τέλους συναλλαγής ακινήτων

 

1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του ν. 3427/2005 (ΦΕΚ 312 Α') προστίθεται τρίτο εδάφιο ως ακολούθως:

"Επίσης επιβάλλεται φόρος μεταβίβασης ακινήτων επί ακινήτου ή ιδανικού μεριδίου αυτού ή εμπράγματου δικαιώματος επί ακινήτου ή ιδανικού μεριδίου αυτού που αποκτάται αιτία γονικής παροχής μετά τη 13η Δεκεμβρίου 2007 και μεταβιβάζεται περαιτέρω με επαχθή αιτία εντός πενταετίας από την κτήση του."

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν στις υποθέσεις στις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννιέται από τη 13η Δεκεμβρίου 2007, ημερομηνία κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή των Ελλήνων.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β
ΕΝΙΑΙΟ ΤΕΛΟΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ (Ε.Τ.ΑΚ.)

 

Άρθρο 5
Αντικείμενο του ενιαίου τέλους ακινήτων

 

Από το έτος 2008 και για κάθε επόμενο έτος, επιβάλλεται ενιαίο τέλος στην ακίνητη περιουσία που βρίσκεται στην Ελλάδα και ανήκει σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα την 1η
Ιανουαρίου κάθε έτους. 

Στην έννοια του όρου ακίνητη περιουσία για την εφαρμογή του νόμου αυτού περιλαμβάνονται:

α) το δικαίωμα της πλήρους ή ψιλής κυριότητας ή επικαρπίας επί ακινήτων. Ακίνητα θεωρούνται αυτά που χαρακτηρίζονται έτσι σύμφωνα με τα άρθρα 948 και 953 του Αστικού Κώδικα.
β) η παραχώρηση του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης σε κοινόκτητο τμήμα υπογείου, πυλωτής, δώματος ή ακάλυπτου χώρου οικοδομής, που χρησιμοποιείται ως θέση στάθμευσης, βοηθητικός χώρος και κολυμβητική δεξαμενή.

 

Άρθρο 6
Υποκείμενο του ενιαίου τέλους ακινήτων


Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια, κατοικία ή την έδρα του, φορολογείται για την ακίνητη περιουσία του, που βρίσκεται στην Ελλάδα την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας, ανεξαρτήτως των μεταβολών που τυχόν επέρχονται κατά τη διάρκεια του έτους αυτού. Υπόχρεοι σε τέλος είναι:

1. Όσοι έχουν αποκτήσει ακίνητο με αγορά ή με οποιαδήποτε άλλη αιτία, ανεξάρτητα από τη μεταγραφή του τίτλου κτήσης τους, ήτοι:

α) Ο αποκτών το ακίνητο από την ημερομηνία σύνταξης του οριστικού συμβολαίου κτήσης.
β) Ο κύριος του ακινήτου, από την ημερομηνία τελεσιδικίας της δικαστικής απόφασης καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως ή δικαστικής απόφασης με την οποία αναγνωρίζεται δικαίωμα κυριότητας ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο από οποιαδήποτε αιτία.
γ) Ο υπερθεματιστής, από την ημερομηνία σύνταξης της κατακυρωτικής έκθεσης, σε περιπτώσεις πλειστηριασμού.
δ) Οι κληρονόμοι ακίνητης περιουσίας.
ε) Όσοι έχουν αποκτήσει ακίνητο με οριστικό συμβόλαιο δωρεάς αιτία θανάτου, εφόσον ο θάνατος επήλθε μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου της φορολογίας έτους.

2. Επίσης, υπόχρεοι σε τέλος είναι:

α) Ο εκ προσυμφώνου αγοραστής ακινήτου, στις περιπτώσεις σύνταξης προσυμφώνου με αυτοσύμβαση.
β) Οι δικαιούχοι διαμερισμάτων - κατοικιών του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, οι οποίοι έχουν παραλάβει αυτά χωρίς οριστικά παραχωρητήρια.
γ) Ο υπόχρεος γονέας, για την ακίνητη περιουσία των προστατευόμενων τέκνων του, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151 Α', όπως ισχύει).
δ) Ο κηδεμόνας, για την ακίνητη περιουσία σχολάζουσας κληρονομιάς.
ε) Ο εκτελεστής διαθήκης, για την κληρονομιαία ακίνητη περιουσία για όσο διάστημα τη διαχειρίζεται και τη διοικεί.
στ) Ο σύνδικος της πτώχευσης, για την πτωχευτική ακίνητη περιουσία.
ζ) Ο μεσεγγυούχος ακίνητης περιουσίας.
η) Ο νομέας των επίδικων ακινήτων.
θ) Ο μισθωτής ακινήτων, για τα οποία έχει συναφθεί σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, για όσο χρόνο διαρκεί η σύμβαση.

 

 

Άρθρο 7
Προσδιορισμός αξίας ακινήτων

 

1. Για τον υπολογισμό του ενιαίου τέλους ακινήτων λαμβάνεται υπόψη η αξία που έχουν τα ακίνητα ή τα εμπράγματα σε αυτά δικαιώματα, κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας.
2. Ως φορολογητέα αξία του ακινήτου ή του εμπράγματου σε αυτό δικαιώματος για τα νομικά πρόσωπα, λαμβάνεται η αξία που προσδιορίζεται με τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41α του ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α'), όπου εφαρμόζεται το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού, και με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του α.ν. 1521/1950 (ΦΕΚ 245 Α'), στις λοιπές περιπτώσεις.
3. Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας του ακινήτου ή του εμπράγματου σε αυτό δικαιώματος για τα φυσικά πρόσωπα, λαμβάνονται υπόψη οι τιμές εκκίνησης ή αφετηρίας, που έχουν καθοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41α του ν. 1249/1982 για τα ακίνητα ή τα εμπράγματα σε αυτά δικαιώματα που βρίσκονται σε περιοχές όπου εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού αξίας ακινήτων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι συντελεστές αυξομείωσης ανά είδος ακινήτου ή κτιρίου στις τιμές εκκίνησης ή αφετηρίας, βάσει των άρθρων 41 και 41 α του ιδίου νόμου, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις στοιχείων ακινήτων του υπόχρεου, καθώς και οι τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία που απαιτείται για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. Στις περιοχές όπου δεν εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα, η αξία των οικοπέδων καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με βάση την κατώτερη τιμή ανά τετραγωνικό μέτρο οικοπέδου του δήμου ή της κοινότητας, όπως προκύπτει σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του α.ν. 1521/1950.
4. Για τον καθορισμό της αξίας της ψιλής κυριότητας και της επικαρπίας εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 15 και του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών (ν. 2961/2001, ΦΕΚ 266 Α').

 

 

 

Άρθρο 8
Απαλλαγές από το ενιαίο τέλος

 

Απαλλάσσονται από το τέλος:

α) Τα γήπεδα εκτός σχεδίου πόλης ή οικισμού, επί των οποίων έχουν δικαίωμα πλήρους ή ψιλής κυριότητας ή επικαρπίας φυσικά πρόσωπα.
β) Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις.
γ) Τα ξένα κράτη, για τα ακίνητα που ανήκουν σε αυτά και τα οποία χρησιμοποιούνται για την εγκατάσταση των πρεσβειών και προξενείων αυτών, με τον όρο της αμοιβαιότητας. Οι ξένοι πρεσβευτές και λοιποί διπλωματικοί αντιπρόσωποι και πράκτορες, για τα ακίνητα τους, με τον όρο της αμοιβαιότητας. Οι πρόξενοι και προξενικοί πράκτορες, καθώς και το κατώτερο προσωπικό των ξένων πρεσβειών και προξενείων, για τα ακίνητα τους, με τον όρο της αμοιβαιότητας και εφόσον έχουν την ιθαγένεια του κράτους που αντιπροσωπεύουν και δεν ασκούν εμπόριο ή βιομηχανία ή δεν είναι διευθυντές επιχειρήσεων στην Ελλάδα και με την επιφύλαξη των όρων των διεθνών συμβάσεων.
δ) Τα ακίνητα που έχουν δεσμευθεί από την αρχαιολογική υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, λόγω αρχαιολογικής έρευνας.
ε) Κτίσματα για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια ή πρωτόκολλο κατεδάφισης.
στ) Τα επιταγμένα από το στρατό ακίνητα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4442/1929 (ΦΕΚ 339 Α').
ζ) Το Ελληνικό Δημόσιο, στο οποίο περιλαμβάνονται και οι αποκεντρωμένες δημόσιες υπηρεσίες, που λειτουργούν ως ειδικά ταμεία και η Τράπεζα της Ελλάδος για τα
ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα τους.
η) Οι δήμοι, οι κοινότητες, οι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις, οι δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, οι Τοπικές Ενώσεις Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.), η Κεντρική Ενωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.), η Ενωση Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (Ε.Ν.Α.Ε.) και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα τους.
θ) Τα κάθε είδους ταμεία ή οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και η Αρχαιολογική Εταιρεία, για τα ακίνητα που ιδιοχρησιμοποιούν.
ι) Οι κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του Συντάγματος γνωστές θρησκείες και δόγματα, το Ιερό Κοινό του Πανάγιου Τάφου, η Ιερά Μονή του όρους Σινά, το Αγιο Όρος, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα τους, καθώς και για αυτά που χρησιμοποιούν για να επιτελούν το λατρευτικό τους έργο.
ια) Τα Μουσεία, τα Κοινωφελή Ιδρύματα και τα Ιδρύματα για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α'), για τα
ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα τους.

ια) Τα Μουσεία, το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, τα Κοινωφελή Ιδρύματα, τα Ιδρύματα για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α΄) και οι Ξένες Αρχαιολογικές Σχολές, για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους.

 ια) Τα Μουσεία, το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, τα Κοινωφελή Ιδρύματα, τα Ιδρύματα για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 1610/1986 {ΦΕΚ 89 Αϊ και οι Ξένες Αρχαιολογικές και Γεωργικές Σχολές, καθώς και τα μη κερδοσκοπικά σωματεία που επιδιώκουν αποδεδειγμένα εκπαιδευτικούς σκοπούς και τα σχολεία τους έχουν αναγνωρισθεί ως ισότιμα προς τα δημόσια για τα διοχρησιμοποιούμενα ακίνητα τους
ιβ) Τα νομικά πρόσωπα που υπάγονται στις διατάξεις του ν.1091/1980 (ΦΕΚ 267 Α') για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα τους.
ιβ) Τα νομικά πρόσωπα που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3647/2008 {ΦΕΚ 37 Α") για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα τους. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2009

Κάθε άλλη διάταξη, γενική ή ειδική, που αφορά απαλλαγές από φόρους ή τέλη, πλην των ανωτέρω, δεν εφαρμόζεται για το ενιαίο τέλος ακίνητης περιουσίας.

 

 

 

 

Άρθρο 9
Απαλλαγή κύριας κατοικίας

 

Απαλλάσσεται η κύρια κατοικία των φυσικών προσώπων εμβαδού μέχρι διακοσίων (200) τετραγωνικών μέτρων. Η αξία της κατοικίας αυτής δεν υπόκειται σε τέλος μέχρι του ποσού των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ. Εάν το εμβαδόν της κατοικίας υπερβαίνει τα διακόσια (200) τετραγωνικά μέτρα ή η αξία αυτής υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ, το υπερβάλλον ποσό υπόκειται στο τέλος.
Για την εφαρμογή του παρόντος, ως κύρια κατοικία για τον άγαμο ορίζεται η κατοικία που του ανήκει κατά πλήρη κυριότητα ή έχει το εμπράγματο δικαίωμα της επικαρπίας και στην οποία ιδιοκατοικεί. Για τους εγγάμους, ως κύρια κατοικία θεωρείται η κατοικία η οποία ανήκει κατά πλήρη κυριότητα ή επικαρπία στον υπόχρεο ή στη σύζυγο του ή στα προστατευόμενα, κατά τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος τέκνα, στην οποία ιδιοκατοικούν.

 Από τη συνολική αξία των κατοικιών των φυσικών προσώπων αφαιρείται ποσό μέχρι εκατό χιλιάδες ευρώ {100.000  €) για τους άγαμους. Για τους έγγαμους, αφαιρείται ποσό μέχρι διακόσιες χιλιάδες ευρώ {200.000  €), επιμεριζόμενο αναλογικά μεταξύ των κατοικιών των ιδιοκτητών που αναγράφονται στην ίδια δήλωση. Μέχρι το ποσό του προηγούμενου εδαφίου αφαιρείται και για χήρους ή διαζευγμένους ή άγαμους που βαρύνονται με προστατευόμενα σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος τέκνα, όπως αυτά αναγράφονται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους. Το ποσό των διακοσίων χιλιάδων ευρώ {200.000  €) προσαυξάνεται κατά τριάντα χιλιάδες ευρώ {30.000  €), όταν στη δήλωση φόρου εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους περιλαμβάνονται τρία προστατευόμενα κατά τον Κ.Φ.Ε. τέκνα και άνω

Ειδικά για το έτος 2008, για τα φυσικά πρόσωπα άγαμα ή έγγαμα, από τη μεγαλύτερης αξίας κατοικία αφαιρείται ποσό μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ.
Η απαλλαγή αυτή δεν χορηγείται σε φυσικά πρόσωπα που κατοικούν στην αλλοδαπή.

 

 

 

 

Άρθρο 10
Αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία


Για την παραλαβή των δηλώσεων και τη βεβαίωση του τέλους αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία είναι αυτή της φορολογίας εισοδήματος του υπόχρεου.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί κάθε φορά να τροποποιείται η αρμοδιότητα που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο.
 

 

 

 

Άρθρο 11
Υπολογισμός του τέλους


Η ακίνητη περιουσία κάθε προσώπου φορολογείται χωριστά.

Α. Φυσικά Πρόσωπα

Επί της συνολικής αξίας της ακίνητης περιουσίας, όπως αυτή διαμορφώνεται μετά την αφαίρεση της αξίας της κύριας κατοικίας που προσδιορίζεται στο άρθρο 9, επιβάλλεται τέλος με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1‰).

Επί της συνολικής αξίας της ακίνητης περιουσίας μετά την αφαίρεση των ποσών που προβλέπονται στο άρθρο 9 του ν. 3634/2008, επιβάλλεται τέλος με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1‰)
Το τέλος που αναλογεί στη συνολική αξία των κτισμάτων που υπόκεινται σε φορολογία, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από ένα (1) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, με εξαίρεση τα ημιτελή κτίσματα, τους βοηθητικούς χώρους, τα γεωργικά και κτηνοτροφικά κτήρια και τα κτίσματα που βρίσκονται σε δημοτικά ή κοινοτικά διαμερίσματα, με πληθυσμό, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή κάτω των χιλίων (1.000) κατοίκων.

Β. Νομικά Πρόσωπα

Η αξία των ακινήτων των νομικών προσώπων φορολογείται με συντελεστή έξι τοις χιλίοις (6%ο).
Η αξία των ακινήτων των ημεδαπών και των αλλοδαπών, με τον όρο της αμοιβαιότητας, νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που επιδιώκουν αποδεδειγμένα σκοπούς κοινωφελείς, θρησκευτικούς, φιλανθρωπικούς και εκπαιδευτικούς, φορολογείται με συντελεστή τρία τοις χιλίοις (3%ο).
Με συντελεστή ένα τοις χιλίοις (1%ο) φορολογούνται:

α) Η αξία των κτισμάτων των ακινήτων τα οποία ιδιοχρησιμοποιούνται για την παραγωγή ή την άσκηση εμπορικής δραστηριότητας από επιχειρήσεις ανεξαρτήτως αντικειμένου εργασιών.
β) Η αξία των κτισμάτων των ακινήτων, τα οποία ιδιοχρησιμοποιούνται από τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
γ) Τα υποκείμενα σε τέλος ακίνητα των περιπτώσεων ζ', η', θ', ι', ια' και ιβ' του άρθρου 8 του παρόντος.
δ) Τα ακίνητα που περιλαμβάνονται στο ενεργητικό των εταιρειών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία και των Αμοιβαίων Κεφαλαίων Ακίνητης Περιουσίας.

Το τέλος που αναλογεί στη συνολική αξία των κτισμάτων που υπόκεινται σε φορολογία, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από ένα (1) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, με εξαίρεση τα ημιτελή κτίσματα.

Το τέλος που αναλογεί στη συνολική αξία των κτισμάτων που υπόκεινται σε φορολογία, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από ένα (1) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο με εξαίρεση τα ημιτελή κτίσματα και τα γεωργικά και κτηνοτροφικά κτήρια

Για τα έτη 2009 και 2010 η αξία των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων οποιασδήποτε μορφής υπάγεται σε τέλος με συντελεστή 0,33%.

Για την περίπτωση αυτή δεν έχει εφαρμογή το ελάχιστο όριο του ενός (1) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο των κτισμάτων.

 

 

 

Άρθρο 12
Υπόχρεοι σε δήλωση - Προθεσμία υποβολής

 

1. Κάθε νομικό πρόσωπο που έχει ακίνητο την πρώτη Ιανουαρίου κάθε έτους, υποχρεούται να υποβάλλει δήλωση ενιαίου τέλους ακίνητης περιουσίας μέχρι και τη 15η Μαΐου του οικείου έτους. Η υποβολή της δήλωσης πραγματοποιείται ανάλογα με το τελευταίο ψηφίο του Α.Φ.Μ. του φορολογουμένου, με αρχή το ψηφίο 1 και ολοκληρώνεται μέσα σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να παρατείνεται η προθεσμία που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο.
2. Η δήλωση υποβάλλεται από τον νόμιμο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου ή από πρόσωπο που έχει ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτηθεί από αυτόν.
3. Η δήλωση συντάσσεται σε έντυπο που χορηγείται δωρεάν από το Δημόσιο. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης, καθώς και τα δικαιολογητικά ή άλλα στοιχεία που υποβάλλονται μαζί με αυτή.
4. Για την επιβολή του ενιαίου τέλους ακίνητης περιουσίας φυσικών προσώπων, για το πρώτο έτος εφαρμογής, ως δήλωση φυσικού προσώπου ορίζονται οι δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (Ε9) ετών 2005 έως 2008, οι οποίες περιλαμβάνουν το σύνολο της ακίνητης περιουσίας του την πρώτη Ιανουαρίου 2008.
Για κάθε επόμενο έτος ως δήλωση φυσικού προσώπου ορίζονται οι αυτές δηλώσεις στοιχείων ακινήτων των ετών 2005 έως και 2008, με τις μεταβολές της περιουσιακής ή οικογενειακής κατάστασης που επήλθαν κάθε επόμενο έτος, για τις οποίες υποβάλλεται δήλωση στοιχείων ακινήτων το αντίστοιχο έτος.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και ο τρόπος, οι προθεσμίες υποβολής και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος.

 

 

 

 

Άρθρο 13
Βεβαίωση του τέλους

 

1. Ο προϊστάμενος της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο. Υ) βεβαιώνει το τέλος, αρχικό ή πρόσθετο που προκύπτει:

α) βάσει των δηλώσεων που υποβάλλονται,

β) βάσει των φύλλων ελέγχου, εφόσον αυτά έχουν οριστικοποιηθεί με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής,

γ) βάσει οριστικών αποφάσεων διοικητικών δικαστηρίων ή πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού.

2. Για τη βεβαίωση του τέλους ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ συντάσσει χρηματικό κατάλογο το αργότερο εντός τριών (3) ετών από τη λήξη του έτους φορολογίας.
3. Δεν βεβαιώνεται το ποσό που τελικώς οφείλεται με βάση οποιονδήποτε νόμιμο τίτλο, εφόσον τούτο δεν υπερβαίνει τα είκοσι επτά (27) ευρώ, αθροιστικά λαμβανόμενο για τον φορολογούμενο, τη σύζυγο του και τα προστατευόμενα κατά τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος τέκνα του.
4. Για τη βεβαίωση του τέλους εφαρμόζονται ανάλογα οι παράγραφοι 4 έως και 9 του άρθρου 74 του ν. 2238/ 1994 (ΦΕΚ 151 Α').

 

 

 

 

Άρθρο 14
Διαδικασία βεβαίωσης του τέλους Παραγραφή - Ατέλειες

 

1. Για την καταχώρηση των δηλώσεων που υποβάλλονται, την έκδοση των πράξεων επιβολής του τέλους, την επίδοση των προσκλήσεων, των πράξεων και των υπόλοιπων εγγράφων, την εξώδικη λύση των διαφορών, το απόρρητο των φορολογικών στοιχείων και γενικά τη διαδικασία βεβαίωσης του τέλους εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 61, 62, 65 έως 72, 75 και 85 του ν. 2238/1994, εκτός από τις περιπτώσεις που από τις διατάξεις του παρόντος νόμου ορίζεται διαφορετικά.

1. Για την καταχώριση των δηλώσεων που υποβάλλονται, την έκδοση των πράξεων επιβολής του τέλους, την επίδοση των προσκλήσεων, των πράξεων και των υπολοίπων εγγράφων, την εξώδικη λύση των διαφορών, το απόρρητο των φορολογικών στοιχείων και γενικά τη διαδικασία βεβαίωσης του τέλους εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 61 έως και 76, 82, 85, 107, 108, 112, 113 και 115 του ν. 2238/1994, εκτός από τις περιπτώσεις που από τις διατάξεις του παρόντος νόμου ορίζεται διαφορετικά.
2. Η κοινοποίηση φύλλου ελέγχου δεν μπορεί να γίνει μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης των νομικών προσώπων ή του έτους έκδοσης του εκκαθαριστικού σημειώματος για τα φυσικά πρόσωπα. Το δικαίωμα του Δημοσίου για την επιβολή του τέλους παραγράφεται μετά την πάροδο της πενταετίας. Σε περίπτωση υποβολής των δηλώσεων κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους πριν από την ημερομηνία λήξης του έτους παραγραφής το δικαίωμα του Δημοσίου για την κοινοποίηση φύλλου ελέγχου παραγράφεται μετά την πάροδο τριετίας από τη λήξη του έτους υποβολής της δήλωσης. Αν δεν υποβληθεί δήλωση, το δικαίωμα του Δημοσίου να κοινοποιήσει το φύλλο ελέγχου ή την πράξη καταλογισμού τέλους παραγράφεται μετά την πάροδο δεκαπέντε (15) ετών από το τέλος του έτους φορολογίας. Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4, 6, 7 του άρθρου 84 του ν. 2238/1994 εφαρμόζονται ανάλογα. Οι προθεσμίες παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ενιαίου τέλους ακινήτων παρατείνονται για όσες υποθέσεις αφορούν ακίνητα για τα οποία εκκρεμεί η έκδοση αμετάκλητης απόφασης δικαστηρίου σε δίκη μεταξύ του φορολογούμενου, νομικού ή φυσικού προσώπου και του Ελληνικού Δημοσίου, σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των ακινήτων αυτών μέχρι και έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση της πιο πάνω απόφασης.

 

 

 

Άρθρο 15
Καταβολή του τέλους

 

1. Για τα νομικά πρόσωπα το τέλος που αναλογεί καταβάλλεται σε τρεις (3) ίσες διμηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης, οι δε υπόλοιπες την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των διμήνων που ακολουθούν.
Δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την ταυτόχρονη καταβολή της πρώτης δόσης, θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα.

2. Για τα φυσικά πρόσωπα το τέλος που αναλογεί καταβάλλεται σε τρεις (3) ίσες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους και η καθεμία από τις επόμενες την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του τρίτου και πέμπτου μήνα, αντιστοίχως, από τη βεβαίωση του τέλους. Αν το τέλος βεβαιώνεται τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο του οικείου έτους, καταβάλλεται σε δύο (2) ίσες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους και η δεύτερη την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του τρίτου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους. Αν το τέλος βεβαιώνεται το μήνα Οκτώβριο του οικείου έτους και μετά, καταβάλλεται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους. Αν το συνολικό ποσό της οφειλής είναι μέχρι διακόσια πενήντα (250) ευρώ αθροιστικά λαμβανόμενο, τούτο θα καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους. -(Οι διατάξεις της παραγράφου 2, ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2008.)
2. Για τα φυσικά πρόσωπα το τέλος που αναλογεί, καταβάλλεται σε τρεις (3) ίσες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους και η καθεμία από τις επόμενες την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του τρίτου και πέμπτου μήνα, αντιστοίχως, από τη βεβαίωση του τέλους. Αν το τέλος βεβαιώνεται τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο του οικείου έτους, καταβάλλεται σε δύο (2) ίσες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους και η δεύτερη την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του τρίτου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους. Αν το τέλος βεβαιώνεται το μήνα Οκτώβριο του οικείου οικονομικού έτους και μετά, καταβάλλεται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους. Αν το συνολικό ποσό της οφειλής είναι μέχρι διακόσια πενήντα (250) ευρώ αθροιστικά λαμβανόμενο, τούτο θα καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη βεβαίωση του τέλους.
3. Το ενιαίο τέλος ακινήτων δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος των φυσικών και νομικών προσώπων.

 

 

 

 

Άρθρο 16
Πρόσθετοι φόροι

 

1. Για την επιβολή των πρόσθετων φόρων και προστίμων των νομικών προσώπων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 1,4,5,6,7 και 8 του άρθρου 1, καθώς και των άρθρων 2, 4, 9, 15, 22, 23 και 24 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α'), όπως ισχύουν.
2. Στα φυσικά πρόσωπα, για τις περιπτώσεις που προκύπτει ποσό τέλους για καταβολή επιβάλλεται πρόσθετος φόρος ως εξής:

α) Για διαφορά τέλους μέχρι και πεντακόσια (500) ευρώ, ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%).
β) Για διαφορά τέλους άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).

3. Σε περίπτωση ανακρίβειας όσων δηλώθηκαν, παράλειψης ή εκπρόθεσμης δήλωσης άλλων, επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο εφόσον δεν προκύπτει ποσό τέλους για καταβολή, που ορίζεται σε τριακόσια (300) ευρώ. Το πρόστιμο επιβάλλεται με ιδιαίτερη πράξη του αρμόδιου Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ.

 2. Για την επιβολή των πρόσθετων φόρων και προστίμων των φυσικών προσώπων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 1, 4, 5, 6, 7 και 8 του άρθρου 1, καθώς και των άρθρων 2, 4, 9,15, 22, 23 και 24 του ν. 2523/1997 {ΦΕΚ 197 ΑΟ, όπως ισχύουν. Δεν επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο όταν δεν προκύπτει διαφορά φόρου για καταβολή, εφόσον έχει ήδη επιβληθεί αυτοτελές πρόστιμο για τη δήλωση στοιχείων ακινήτων.
 3. Ως αφετηρία για την επιβολή των πρόσθετων φόρων και προστίμων της προηγούμενης παραγράφου, ορίζεται η επομένη της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής δήλωσης Ε9. Ειδικότερα για το έτος 2008, ως αφετηρία για την επιβολή των ανωτέρω πρόσθετων φόρων και προστίμων, ορίζεται η επόμενη της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής δήλωσης Ε9, εφόσον παρήλθε άπρακτη η προθεσμία των εξήντα εργάσιμων ημερών από την έκδοση του εκκαθαριστικού

4. Σε διοικητική επίλυση της διαφοράς ή δικαστικό συμβιβασμό το πρόστιμο της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού περιορίζεται στο ένα τρίτο (1/3) και οι πρόσθετοι φόροι της παραγράφου 2 περιορίζονται στα τρία πέμπτα (3/5). Σε περίπτωση αποδεδειγμένης ολικής ή μερικής ανυπαρξίας της παράβασης τα πρόστιμα διαγράφονται ολικά ή μερικά. Η πράξη διαγραφής πρέπει να περιέχει πλήρη και ειδική αιτιολογία για την ανυπαρξία της παράβασης.

 4. Στα νομικά πρόσωπα, τα οποία δεν υπέβαλαν αρχικές δηλώσεις ενιαίου τέλους ακινήτων μετά από παρέλευση τριών μηνών από την καταληκτική προθεσμία υποβολής της δήλωσης, επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο που ορίζεται σε πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ. Το πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας στην οποία γίνεται σύντομη περιγραφή της παράβασης, η οποία καταχωρείται και κοινοποιείται αρμοδίως. Για τη διοικητική επίλυση της διαφοράς, τη βεβαίωση και την καταβολή του προστίμου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του ν. 2523/1997, όπως ισχύουν. Σε διοικητική επίλυση της διαφοράς ή δικαστικό συμβιβασμό, το πρόστιμο της παραγράφου αυτής περιορίζεται στα τρία πέμπτα (3/5) αυτού. Σε περίπτωση αποδεδειγμένης ανυπαρξίας της παράβασης το πρόστιμο διαγράφεται. Η πράξη διαγραφής πρέπει να περιέχει πλήρη και ειδική αιτιολογία για την ανυπαρξία της παράβασης.

 

 

 

 

Άρθρο 17
Ευθύνες και δικαιώματα των τελευταίων κυρίων ή επικαρπωτών ακινήτων από σύμβαση

 

Οι κατόπιν σύμβασης τελευταίοι κύριοι ή επικαρπωτές των ακινήτων ευθύνονται σε ολόκληρο, μαζί με τους υπόχρεους, για την πληρωμή του τέλους που τα βαρύνει, εφόσον το τέλος βεβαιώθηκε σε βάρος του υπόχρεου με τίτλο ο οποίος ισχύει και για τον τελευταίο κάτοχο.
Τα πρόσωπα αυτά έχουν δικαίωμα να ασκήσουν τα δικαιώματα του υπόχρεου, μόνο ως προς την ακύρωση ή τροποποίηση των οριστικών πράξεων του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, ακόμη και μετά τη πάροδο της νόμιμης προθεσμίας, οπωσδήποτε όμως μέσα σε ένα έτος από την έγγραφη ειδοποίηση τους για πληρωμή από τη δημόσια οικονομική υπηρεσία.
Οι νόμιμοι αντιπρόσωποι των υπόχρεων σε τέλος ευθύνονται σε ολόκληρο, μαζί με τους υπόχρεους, για την πληρωμή των πρόσθετων φόρων που γεννήθηκαν και οφείλονται σε δικές τους πράξεις ή παραλείψεις.

 

 

 

 

Άρθρο 18
Υποχρεώσεις συμβολαιογράφων και υποθηκοφυλάκων

 

1. Απαγορεύεται η σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου, με το οποίο μεταβιβάζεται με αντάλλαγμα ή με χαριστική αιτία η κυριότητα ακινήτου ή μεταβιβάζονται ή δημιουργούνται εμπράγματα δικαιώματα σε αυτό, αν δεν επισυναφθεί από τον συμβολαιογράφο στο συμβόλαιο που συντάσσει, πιστοποιητικό του αρμόδιου προϊστάμενου Δ.Ο.Υ, με το οποίο θα πιστοποιείται ότι αυτός που μεταβιβάζει το ακίνητο κατέβαλε το τέλος που αναλογεί στην αξία του για τα δύο προηγούμενα της μεταβίβασης έτη, εφόσον ο ίδιος είχε υποχρέωση για τη δήλωση του ακινήτου.
2. Οι φύλακες μεταγραφών υποχρεούνται να αρνηθούν τη μεταγραφή συμβολαιογραφικού εγγράφου με το οποίο μεταβιβάζεται με αντάλλαγμα ή με χαριστική αιτία η κυριότητα ενός ακινήτου ή μεταβιβάζονται ή δημιουργούνται εμπράγματα δικαιώματα σε αυτό εάν δεν έχει επισυναφθεί στο συμβόλαιο το πιστοποιητικό της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

3. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν για συμβολαιογραφικά έγγραφα τα οποία συντάσσονται από την 1η Ιουλίου 2009.

3. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν για συμβολαιογραφικά έγγραφα τα οποία συντάσσονται από την 1η Ιανουαρίου 2010. - (Η παρ.3 αντικαταστάθηκε με το ν. 3775/09.)
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για το περιεχόμενο του πιστοποιητικού και την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

 

 

 

Άρθρο 19
Κυρώσεις

 

1. Οι συμβολαιογράφοι και οι φύλακες μεταγραφών που παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 1 του άρθρου 18 υπόκεινται σε πρόστιμο που ορίζεται σε δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ, για κάθε παράβαση. Τα πρόστιμα αυτά επιβάλλονται με ιδιαίτερη πράξη του αρμόδιου προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. φορολογίας μεταβίβασης ακινήτου. Κατά τη διοικητική επίλυση της διαφοράς το πρόστιμο που επιβλήθηκε μειώνεται στο ένα τρίτο (1/3) αυτού.
2. Στις περιπτώσεις εκπρόθεσμης δήλωσης ακινήτου και εφόσον ζητηθεί το πιστοποιητικό του άρθρου 18 εντός εξαμήνου από την υποβολή της εκπρόθεσμης δήλωσης, επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο ισόποσο του αναλογούντος βάσει της υποβληθείσας δήλωσης τέλους για το ακίνητο.

 

 

 

Άρθρο 20
Δήλωση στοιχείων ακινήτων

 

1. Τα εδάφια πέμπτο έως και ενδέκατο της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του ν. 3427/2005 (ΦΕΚ 312 Α') καταργούνται.
2. Στο άρθρο 23 του ν. 3427/2005 προστίθεται μετά την παράγραφο 1 νέα παράγραφος 2 ως εξής, και οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του ιδίου άρθρου αναριθμούνται σε 3, 4 και 5 αντίστοιχα:

"2. Το 2008 η δήλωση στοιχείων ακινήτων υποβάλλεται μέχρι την 31η Μαρτίου. Μέχρι την ημερομηνία αυτή παρέχεται η δυνατότητα στους υπόχρεους να τροποποιήσουν τις δηλώσεις στοιχείων ακινήτων προηγούμενων ετών, χωρίς την επιβολή του αυτοτελούς προστίμου του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α'). Ειδικά για νομικά πρόσωπα οι ως άνω δηλώσεις υποβάλλονται μέχρι και την 30ή Ιουνίου."

 

 

Άρθρο 21
Λοιπές διατάξεις

 

1. Από 1ης Ιανουαρίου του έτους 2008 καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 21 έως 35 του ν. 2459/1997 (ΦΕΚ 17 Α') που αφορούν το φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας.
2. Οι διατάξεις των άρθρων 15 έως 17 του ν. 3091/ 2002 (ΦΕΚ 330 Α'), όπως αυτές έχουν τροποποιηθεί, διατηρούνται σε ισχύ.
 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΥΣΙΜΩΝ

 

Άρθρο 22
Εξομοίωση συντελεστών Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης


Οι διατάξεις του "Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα" (ν. 2960/2001, ΦΕΚ 265 Α'), όπως ισχύουν, τροποποιούνται και συμπληρώνονται ως ακολούθως:

1. Στο τέλος της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 73 προστίθενται νέα εδάφια ως ακολούθως:

"Ειδικά για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου, που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης και τίθεται σε ανάλωση κατά την ως άνω οριζόμενη χρονική περίοδο, εφαρμόζεται ο συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ. Κ.) της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 1 και επιστρέφεται το ποσό του Ε.Φ.Κ., που υπολογίζεται με βάση τη διαφορά του συντελεστή της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου και του ως άνω οριζόμενου συντελεστή των είκοσι ένα (21) ευρώ ανά χιλιόλιτρο.
Για τις ποσότητες του πετρελαίου της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 1 οι οποίες έχουν τεθεί σε ανάλωση κατά την ως άνω οριζόμενη χρονική περίοδο, επεκτείνεται η χρονική περίοδος για την επιστροφή του υπολογιζόμενου ως διαφορά ποσού του Ε.Φ.Κ. μέχρι και τη 15η Μαΐου κάθε έτους.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, η αρμόδια για την επιστροφή υπηρεσία, τα πρόσωπα στα οποία πραγματοποιείται η επιστροφή και η διαδικασία επιστροφής του Ε.Φ.Κ., καθώς και ο τρόπος ελέγχου της νόμιμης χρησιμοποίησης του πετρελαίου θέρμανσης για το οποίο χορηγείται επιστροφή του φόρου αυτού, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια."

2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης προσδιορίζονται τα στοιχεία που διαβιβάζονται από τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (Δ.Ε.Η.) Α.Ε. και τη Δημόσια Επιχείρηση Αερίου (Δ.ΕΠ.Α.) Α.Ε. στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, καθώς και η συχνότητα και ο τρόπος διαβίβασης τους για τον έλεγχο της νόμιμης χρησιμοποίησης του πετρελαίου θέρμανσης για το οποίο χορηγείται επιστροφή του φόρου αυτού, με την επιφύλαξη του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α'), όπως ισχύει.
Για να αντιμετωπισθούν επείγουσες ανάγκες για τη θέση σε εφαρμογή του συστήματος εξίσωσης των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο κίνησης και θέρμανσης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και για να διασφαλιστεί η απαραίτητη μυστικότητα, είναι δυνατόν με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών να επιτρέπεται με απευθείας ανάθεση σε ιδιώτες η δημιουργία του αναγκαίου πληροφοριακού συστήματος, η λειτουργία και η παρακολούθηση του, ώστε να συνοδευτεί η σχετική σύμβαση από ιδιαίτερα μέτρα ασφαλείας."

3. Η περίπτωση ε' της παραγράφου 2 του άρθρου 78, καθώς και το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του ιδίου άρθρου καταργούνται.
4. Μετά την παράγραφο 4 του άρθρου 78 εισάγεται νέα παράγραφος 5, ως ακολούθως και οι υφιστάμενες παράγραφοι 5 και 6 αναριθμούνται σε 6 και 7 αντίστοιχα:

"5. Για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κινητήρων, της περίπτωσης στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 73, το οποίο χρησιμοποιείται αποκλειστικά στη γεωργία, ο
συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε είκοσι ένα (21) ευρώ ανά χιλιόλιτρο. Κατά τη θέση σε ανάλωση του ως άνω προϊόντος, εφαρμόζεται ο συντελεστής Ε.Φ.Κ. της περίπτωσης στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 73 και επιστρέφεται το ποσό του Ε.Φ.Κ. που υπολογίζεται με βάση τη διαφορά του συντελεστή της περίπτωσης στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 73 και του ως άνω οριζόμενου συντελεστή των είκοσι ένα (21) ευρώ ανά χιλιόλιτρο.
Ως αποκλειστική χρήση στη γεωργία θεωρείται και η χρησιμοποίηση πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) κινητήρων από αυτοκίνητα τύπου JEEP γεωργικών χρήσεων κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. 363/1976 (ΦΕΚ 152 Α') και του άρθρου 3 του ν. 1906/1990 (ΦΕΚ 157 Α'), τελωνισθέντα και ταξινομηθέντα ως Αγροτικά Μηχανήματα Πολλαπλών Χρήσεων μέχρι και την 31.12.1992 προβλεπόμενη από το άρθρο 13 του ν. 2093/1992 (ΦΕΚ 181 Α') προθεσμία και εφοδιασμένα με τις σχετικές άδειες της αρμόδιας Υπηρεσίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, τα δικαιούχα προς επιστροφή πρόσωπα, οι ποσότητες για τις οποίες υπολογίζεται η επιστροφή, η διαδικασία επιστροφής του Ε.Φ.Κ., ο τρόπος ελέγχου της νόμιμης χρησιμοποίησης του πετρελαίου κινητήρων για το οποίο χορηγείται επιστροφή του φόρου αυτού, σύμφωνα με τη παράγραφο αυτή. Επίσης, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η αρμόδια για την επιστροφή Αρχή, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια."

5. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη 15η Φεβρουαρίου 2008, με εξαίρεση το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 73 του Τελωνειακού Κώδικα, όπως αυτό προστίθεται με την παράγραφο 1 του παρόντος, καθώς και την παράγραφο 2 του παρόντος, που ισχύουν από τη 13η Δεκεμβρίου 2007, ημερομηνία κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή των Ελλήνων.

 

 

 

 

Άρθρο 23
Επιβολή εφάπαξ φόρου επί των αποθεμάτων πετρελαίου θέρμανσης

 

1. Στα αποθέματα πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) - θέρμανσης που έχει στην κυριότητα του κάθε επιτηδευματίας τη 14η Φεβρουαρίου 2008, τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση και έχει πραγματοποιηθεί η φυσική τους έξοδος από τις φορολογικές αποθήκες, αλλά δεν έχουν διατεθεί στην κατανάλωση, επιβάλλεται εφάπαξ φόρος ισόποσος με τη διαφορά των φορολογικών επιβαρύνσεων που εφαρμόζονται από τη 15η Φεβρουαρίου 2008, ήτοι του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και του αναλογούντος Φ.Π.Α. και των ήδη καταβληθέντων κατά την έξοδο τους από τη φορολογική αποθήκη αντίστοιχων φόρων.
2. Ο εφάπαξ φόρος επιβάλλεται στα αποθέματα της προηγούμενης παραγράφου που έχει στην κυριότητα του ο επιτηδευματίας τη 14η Φεβρουαρίου 2008 σε εγκαταστάσεις του ή σε εγκαταστάσεις τρίτων, ανεξάρτητα από το χρόνο λήξης της διαχειριστικής του περιόδου ή την κατηγορία των βιβλίων που τηρεί ή την απαλλαγή του από την τήρηση βιβλίων.
3. Ο φόρος αυτός καταβάλλεται εφάπαξ με την υποβολή από τον υπόχρεο δήλωσης εις τριπλούν στην αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ) το αργότερο μέχρι και την 25η Φεβρουαρίου 2008. Ένα αντίτυπο της δήλωσης με ημερομηνία παραλαβής και θεωρημένο από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ επιστρέφεται στον υπόχρεο, ένα παραμένει στη Δ.Ο.Υ και ένα αποστέλλεται μετά την είσπραξη του ποσού του εφάπαξ φόρου από τη Δ.Ο.Υ στην αρμόδια υπηρεσία για την επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και του αναλογούντος Φ.Π.Α.. Δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την ταυτόχρονη καταβολή του οφειλόμενου εφάπαξ φόρου θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα.
4. Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης ή ανακριβούς δήλωσης ή εκπρόθεσμης δήλωσης εφαρμόζονται οι κυρώσεις, οι οποίες προβλέπονται από τις διατάξεις του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α'), καθώς και οι κυρώσεις των περί λαθρεμπορίας διατάξεων του ν. 2960/2001 , εφόσον συντρέχει περίπτωση.
Για τη διαδικασία βεβαίωσης εφαρμόζονται ανάλογα οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α').
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης του εφάπαξ φόρου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Η διάταξη της παραγράφου αυτής ισχύει από τη 13η Δεκεμβρίου 2007, ημερομηνία κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή των Ελλήνων.
6. Κάθε άλλη διάταξη, η οποία αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις, οι οποίες ρυθμίζονται με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

 

 

 

Άρθρο 24
Μεταβολές στον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992)

 

1. Στο τέλος του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992, ΦΕΚ 84 Α') προστίθεται παράγραφος 7 ως ακολούθως:

"7. Οι επιτηδευματίες εμπορίας πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) - θέρμανσης υποβάλλουν κατάσταση για μηχανογραφική επεξεργασία και διασταύρωση με τις συναλλαγές που πραγματοποίησαν από αγορές και πωλήσεις του είδους αυτού αρχής γινομένης από την κατάθεση της Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Δ.Ε.Φ.Κ.) στην αρμόδια τελωνειακή αρχή.
Η κατάσταση αυτή περιλαμβάνει τα αναγκαία δεδομένα των συναλλαγών κάθε ημέρας και υποβάλλεται το αργότερο εντός επτά (7) ημερών από την ημέρα που αφορά, μη αποκλειόμενης της δυνατότητας να περιλαμβάνει διακεκριμένα τα αναγκαία δεδομένα των συναλλαγών περισσότερων ημερών, όχι όμως πέραν των επτά (7) και υποβάλλεται στην περίπτωση αυτή εντός της ίδιας προθεσμίας από την τελευταία ημέρα που αφορά.
Οι ανωτέρω επιτηδευματίες υποβάλλουν επίσης για μηχανογραφική επεξεργασία και διασταύρωση μέχρι τη δέκατη (10η) ημέρα κάθε μήνα αντίτυπα των φορολογικών παραστατικών που εξέδωσαν εντός του προηγούμενου μήνα για τις συναλλαγές του προαναφερόμενου είδους.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται ο τύπος και το περιεχόμενο της κατάστασης, το είδος των φορολογικών παραστατικών, ο χρόνος και η
διαδικασία υποβολής τους, η υπηρεσία στην οποία υποβάλλονται, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών."

2. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., όπως αυτό προστίθεται με την παράγραφο 1 του παρόντος, ισχύει από τη 13η Δεκεμβρίου 2007,
ημερομηνία κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή των Ελλήνων.

 

 

 

 

Άρθρο 25
Μεταβολές στο άρθρο 5 του ν. 2523/1997

 

Οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α') τροποποιούνται και συμπληρώνονται ως ακολούθως:

1. Το προτελευταίο εδάφιο της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 6 καταργείται.
2. Στο τέλος της παραγράφου 8 προστίθενται περιπτώσεις ιγ', ιδ' και ιε' ως ακολούθως:

"ιγ) Η κάθε μη υποβολή στοιχείων για τις συναλλαγές πετρελαίου της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ. (π.δ.186/1992). Στην περίπτωση αυτή ο συντελεστής βαρύτητας έχει αριθμητική τιμή δέκα (10).
ιδ) Η κάθε εκπρόθεσμη υποβολή στοιχείων για τις συναλλαγές πετρελαίου της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., καθώς και η κάθε ανακριβής υποβολή αυτών ως προς την ποσότητα.
ιε) Η κάθε μη υποβολή ή η εκπρόθεσμη υποβολή των αντιτύπων των φορολογικών παραστατικών για τις συναλλαγές πετρελαίου της παραγράφου 7 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ., ανεξάρτητα αν η παράλειψη αυτή αφορά ένα ή περισσότερα από αυτά."

3. Στο τέλος της παραγράφου 9 προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:

"Κατ' εξαίρεση για μεν τις παραβάσεις των περιπτώσεων ιδ' και ιε' της προηγούμενης παραγράφου το ανώτατο όριο του προστίμου ανά έτος που αφορούν αυτές δεν μπορεί να υπερβεί το τριακονταπλάσιο της ΒΑΣ.ΥΠ. 1, για δε τις παραβάσεις της περίπτωσης ιγ' της προηγούμενης παραγράφου δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρούσας."

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 26
Φορολογία τραπεζών

 

1. Στο άρθρο 106 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.), που κυρώθηκε με το ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α') προστίθεται παράγραφος 12 ως ακολούθως:

"12. Τα κέρδη των τραπεζικών ανωνύμων εταιρειών κάθε διαχειριστικής χρήσης που προέρχονται από την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1,4,5 του άρθρου 38 και του άρθρου 99 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος και τα οποία μετά την έγκριση του ισολογισμού και τη διάθεση των κερδών της οικείας διαχειριστικής περιόδου από τη γενική συνέλευση των μετόχων, δεν έχουν φορολογηθεί στο όνομα του νομικού προσώπου και εμφανίζονται σε λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού ή συγκεντρωτικά στον ισολογισμό και αναλύονται στο προσάρτημα (σημειώσεις επί των οικονομικών καταστάσεων) από τις εταιρείες που τηρούν τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (Δ.Π.Χ.Π.), υπόκεινται σε φορολογία στο όνομα του νομικού προσώπου με το συντελεστή φορολογίας που ορίζεται από το άρθρο 109 του Κ.Φ.Ε..

Προς τούτο, το νομικό πρόσωπο υποβάλλει ιδιαίτερη δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέχρι το τέλος του ένατου μήνα από τη λήξη της οικείας διαχειριστικής περιόδου και καταβάλλει το φόρο που προκύπτει σε τρεις ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης και οι υπόλοιπες δύο την τελευταία εργάσιμη ημέρα των δύο επόμενων μηνών.

Με τη δήλωση αυτή δεν βεβαιώνεται προκαταβολή φόρου εισοδήματος.

Δήλωση που υποβάλλεται χωρίς την καταβολή του οφειλόμενου φόρου θεωρείται απαράδεκτη και δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα.

Με την καταβολή του φόρου εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του νομικού προσώπου και των μετόχων για τα πιο πάνω κέρδη.

Τα φορολογηθέντα αυτά κέρδη, μετά την αφαίρεση του φόρου που καταβάλλεται, εμφανίζονται σε ειδικούς λογαριασμούς στα τηρούμενα βιβλία της τράπεζας και δύνανται οποτεδήποτε να διανεμηθούν ή να κεφαλαιοποιηθούν, χωρίς περαιτέρω φορολογική επιβάρυνση.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται ανάλογα και για τα υποκαταστήματα αλλοδαπών τραπεζών που είναι εγκατεστημένα ή εγκαθίστανται στη χώρα μας."

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή για εισοδήματα που προκύπτουν από ισολογισμούς που κλείνουν με ημερομηνία 31 Δεκεμβρίου 2007 και μετά.
3. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 111 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"Το ως άνω ποσοστό αυξάνεται σε εκατό τοις εκατό (100%) ειδικά για τις τραπεζικές ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών τραπεζών που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα."

4. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή για δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2008 και επομένων.

 

 

 

Άρθρο 27
Φορολογία χρηματοοικονομικών προϊόντων

 

1. Στο τέλος της περίπτωσης στ' της παραγράφου 5 του άρθρου 54 του Κ.Φ.Ε. προστίθενται δύο εδάφια ως ακολούθως:

"Για τα πιο πάνω εισοδήματα που προέρχονται από την αλλοδαπή, η παρακράτηση φόρου ενεργείται από το ημεδαπό πιστωτικό ίδρυμα κατά την καταβολή ή την πίστωση του λογαριασμού του δικαιούχου. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν εφαρμογή και όταν τα έσοδα από τα χρηματοοικονομικά παράγωγα επανεπενδύονται ή παραμένουν στο εξωτερικό."

2. Στο τέλος της περίπτωσης δ' της παραγράφου 6 του άρθρου 54 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:

"Όταν τα εισοδήματα αυτά προέρχονται από την αλλοδαπή, η παρακράτηση ενεργείται από το ημεδαπό πιστωτικό ίδρυμα, ανεξάρτητα αν έχει μεσολαβήσει ή όχι, για τη σύναψη της σύμβασης μεταξύ του δικαιούχου του εισοδήματος και του αλλοδαπού οργανισμού."

 

 

 

Άρθρο 28
Ρυθμίσεις θεμάτων Φ.Π.Α.

 

1. Στο τέλος του άρθρου 57 του Κώδικα Φ.Π.Α., ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2859/2000 (ΦΕΚ 248 Α') προστίθεται παράγραφος 5 ως ακολούθως:

"5. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 84 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος εφαρμόζονται αναλόγως και για το Φ.Π.Α."

2. Στο άρθρο 109 του ν. 2960/2001 εισάγεται νέα παράγραφος 6, αναριθμουμένης της παραγράφου 6 του άρθρου αυτού σε 7, ως ακολούθως:

"6. Στις περιπτώσεις όπου προβλέπεται επιστροφή ποσού του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 73 για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 1 του άρθρου 73 που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης, συνυπολογίζεται και ο αναλογών σε αυτό Φ.Π.Α. βάσει του ισχύοντος συντελεστή."

3. Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από τη 15η Φεβρουαρίου 2008.
4. Τα αναφερόμενα στις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 3610/2007 (ΦΕΚ 258 Α') έχουν εφαρμογή για συμβάσεις που συνάπτονται από 1.1.2008 και μετά.
5. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 109 του ν. 2960/2001 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

"Κατ' εξαίρεση, προκειμένου για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) θέρμανσης της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του παρόντος Κώδικα, το οποίο τίθεται σε ανάλωση την περίοδο από 15 Οκτωβρίου μέχρι 30 Απριλίου κάθε έτους, παρέχεται πίστωση για την καταβολή των φορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων, δέκα (10) ημερών, από την ημερομηνία κατάθεσης της Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και λοιπών φορολογιών, υπό τον όρο ότι θα κατατεθεί εγγύηση από τον υπόχρεο στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή για την κάλυψη των επιβαρύνσεων αυτών. Η εγγύηση αυτή μπορεί να είναι χρηματική, τραπεζική ή ασφαλιστήριο συμβόλαιο. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής των οφειλόμενων φορολογικών επιβαρύνσεων, οι επιβαρύνσεις αυτές εισπράττονται με ανάλογη κατάπτωση των σχετικών εγγυήσεων υπέρ του Δημοσίου. Η ισχύς της παρούσας διάταξης αρχίζει από τη 15η Φεβρουαρίου 2008."

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε
ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

 

Άρθρο 29

Φορολογητέα αξία επιβατικών αυτοκινήτων

 

Η περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 126 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α') αντικαθίσταται ως ακολούθως:

"α) Την τιμή χονδρικής πώλησης από τον κατασκευαστή οίκο του αυτοκινήτου, κατά τύπο παραλλαγή και έκδοση αυτού, όπως αυτή εμφανίζεται στους υποβαλλόμενους τιμοκαταλόγους στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή από τους επίσημους διανομείς αυτοκινήτων, όπως αυτοί προσδιορίζονται από τον Κανονισμό (ΕΚ) 1400/2002 της Επιτροπής της 31 ης Ιουλίου 2002 (ΕΕ L203, της 1ης Αυγούστου 2002), συμπεριλαμβανομένης και της αξίας του προαιρετικού (EXTRA) αυτού εξοπλισμού.
Για τα μεταχειρισμένα επιβατικά αυτοκίνητα λαμβάνεται υπόψη η κατά τα παραπάνω τιμή χονδρικής πώλησης του αντίστοιχου επιβατικού αυτοκινήτου κατά το χρόνο κυκλοφορίας του στη διεθνή αγορά, αφού αυτή μειωθεί λόγω παλαιότητας και λόγω διανυθέντων χιλιομέτρων με βάση τα παρακάτω ποσοστά μείωσης για κάθε μήνα κυκλοφορίας:

  • Για τον πρώτο χρόνο, η μείωση θα ανέρχεται σε 1,30% για κάθε μήνα κυκλοφορίας.

  • Για το δεύτερο χρόνο, η μείωση θα ανέρχεται σε 0,70% για κάθε μήνα κυκλοφορίας.

  • Για τον τρίτο χρόνο, η μείωση θα ανέρχεται σε 0,50% για κάθε μήνα κυκλοφορίας.

  • Για τα πέντε επόμενα χρόνια, η μείωση θα ανέρχεται σε 0,40% για κάθε μήνα κυκλοφορίας.

  • Για τα τρία επόμενα χρόνια, η μείωση θα ανέρχεται σε 0,30% για κάθε μήνα κυκλοφορίας.

  • Για τα δύο επόμενα χρόνια, η μείωση θα ανέρχεται σε 0,20% για κάθε μήνα κυκλοφορίας και

  • Για τα επόμενα χρόνια, η μείωση θα ανέρχεται σε 0,10% για κάθε μήνα κυκλοφορίας.

Στο συντελεστή παλαιότητας που προκύπτει με βάση τα προηγούμενα ποσοστά θα προστίθεται και ποσοστό 5% επί των διανυθέντων χιλιομέτρων δια χίλια πεντακόσια (1.500).
Ο κατά τα παραπάνω διαμορφούμενος συντελεστής απομείωσης δεν δύναται να είναι ανώτερος του 81%."

Η ισχύς της παρούσας διάταξης αρχίζει από τη 13η Δεκεμβρίου 2007, ημερομηνία κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή των Ελλήνων.

 

 

 

Άρθρο 30
Κατάργηση της απαλλαγής από τον Ε.Φ.Κ. των καυσίμων των Εθνικών Ενόπλων Δυνάμεων

 

Καταργείται από την 1 η Ιανουαρίου 2008 η διάταξη της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 78 του ν. 2960/2001.
 

 

 

Άρθρο 31
Άλλες διατάξεις

 

Στο τέλος της παραγράφου 14 του άρθρου 12 του ν. 2328/1995 (ΦΕΚ 159 Α'), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 22 του ν. 3592/2007 (ΦΕΚ 161 Α'), προστίθεται εδάφιο ως
ακολούθως:

"Η απαγόρευση της άμεσης ή έμμεσης καταβολής της ανωτέρω επιβράβευσης από τους διαφημιστές στους διαφημιζόμενους ισχύει κατ' εξαίρεση από 1.1.2008 και μόνο για τις συμβάσεις που είχαν καταρτιστεί πριν από τη δημοσίευση του νόμου αυτού εγγράφως μεταξύ επιχειρήσεων μέσων ενημέρωσης ή διαφημιστών ή και διαφημιζόμενων και είχαν γνωστοποιηθεί ή αναγγελθεί στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ εντός της νομίμου προθεσμίας, άλλως η εν λόγω απαγόρευση ισχύει από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου."

 

 

Άρθρο 32
Αναστολή εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του π.δ. 277/2000 και του π.δ. 42/2001

 

1. Αναστέλλεται η εφαρμογή των παρακάτω διατάξεων:

α) του άρθρου 1, της παραγράφου 1 του άρθρου 3, του άρθρου 4 και της παραγράφου 3 του άρθρου 6 του π.δ. 277/2000 (ΦΕΚ 227 Α'), κατά το μέρος που προβλέπουν τη σύσταση και λειτουργία των Δ.Ο.Υ Αλίμου, Β' Αμαρουσίου , Β' Χαλανδρίου, Βούλας , Β' Χαλκίδας , Β' Κορίνθου και Σταυρούπολης,
β) της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του π.δ. 277/2000, που προβλέπει τη μετονομασία των υφιστάμενων Δ.Ο.Υ Αμαρουσίου, Χαλανδρίου, Χαλκίδας και Κορίνθου,
γ) του άρθρου 1 του π.δ. 42/2001 (ΦΕΚ 32 Α'), της παραγράφου 1 του άρθρου 2, των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 3, της παραγράφου 1 του άρθρου 4, κατά το μέρος που προβλέπουν τη διάρθρωση των Δ.Ο.Υ. σε Α'- Β' τάξης και των παραγράφων 1 έως και 8 του άρθρου 5, που προβλέπουν την ενοποίηση των Δ.Ο.Υ Α' και Β' Καβάλας, Α' και Β' Ξάνθης, Α' και Β' Κατερίνης, Α' και Β' Σερρών και την κατάργηση των Δ.Ο.Υ Πλοίων Πειραιά, Β' Πατρών, Β' Βόλου και Γ' Λάρισας και
δ) της παραγράφου 10 του άρθρου 5 του π.δ. 42/2001, που προβλέπει τη μείωση υφιστάμενων θέσεων των κλάδων ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ Εφοριακών.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζεται ο χρόνος άρσης της αναστολής εφαρμογής των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου.
 

 

 

 

Άρθρο 33

 

Το άρθρο 16 του ν. 3229/2004 (ΦΕΚ 38 Α') τροποποιείται ως ακολούθως:

1. Η παράγραφος 2, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι αποδοχές του Προέδρου, η αποζημίωση των μελών, καθώς και οι τυχόν πρόσθετες αμοιβές του προσωπικού που υπηρετεί με απόσπαση στην Επιτροπή και οι οποίες, μέχρι την κατά το άρθρο 23 παράγραφος 1 του παρόντος νόμου πιστοποίηση της έναρξης λειτουργίας της Επιτροπής, θα βαρύνουν τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών από του διορισμού τους.

Με όμοια απόφαση καθορίζονται τα ειδικότερα θέματα που αφορούν τη λειτουργία της Επιτροπής."

2. Στην παράγραφο 3 προστίθεται ακροτελεύτιο εδάφιο ως ακολούθως:

"Ο Πρόεδρος της Επιτροπής, που ορίζεται εκ των εννέα ως άνω μελών από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, εκπροσωπεί την Επιτροπή δικαστικώς και εξωδίκως.

Ο Πρόεδρος έχει τη γενική εποπτεία της λειτουργίας της Επιτροπής και προεδρεύει της Επιτροπής την οποία συγκαλεί όποτε είναι αναγκαίο και τουλάχιστον δύο φορές κάθε μήνα για τη λήψη αποφάσεων επί των θεμάτων της αρμοδιότητας της.
Η ημερήσια διάταξη καταρτίζεται από τον Πρόεδρο, ο οποίος ορίζει και τον τόπο και την ώρα της συνεδρίασης."

3. Στην παράγραφο 7 προστίθεται νέο εδάφιο ως ακολούθως:

"Οι υπηρετούντες με απόσπαση στην Επιτροπή λαμβάνουν το σύνολο των πάσης φύσεως αποδοχών και επιδομάτων από την υπηρεσία από την οποία έχουν αποσπασθεί."

 

 

 

Άρθρο 34


1. Στο άρθρο 63 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α'), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 4 ως ακολούθως:

"4. Όταν με βάση τις προηγούμενες παραγράφους ο κάθε σύζυγος υπάγεται στην αρμοδιότητα διαφορετικής Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ), τότε οι σύζυγοι μπορούν να υποβάλλουν την κοινή δήλωση τους, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 5, της παραγράφου 2 του άρθρου 61 και της παραγράφου 4 του άρθρου 62, στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ, είτε του συζύγου είτε της συζύγου, κατ' επιλογή τους. Η κοινή αυτή επιλογή των συζύγων είναι δεσμευτική για πέντε (5) οικονομικά έτη."

2. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2010 για τις δηλώσεις οικονομικού έτους 2010 και μετά.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.
4. Η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του ν. 3522/2006 (ΦΕΚ 276 Α') δεν ισχύει για μετασχηματισμούς που πραγματοποιήθηκαν με βάση ισολογισμό μετασχηματισμού προηγούμενο της ημερομηνίας δημοσίευσης του ως άνω νόμου.

 

 

 

Άρθρο 35

 

Η εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 14 παρ. 26 του ν. 2817/2000 (ΦΕΚ 78 Α'), η οποία έχει ανασταλεί διαδοχικά με τις διατάξεις των άρθρων 9 περ. Γ' του ν. 2916/ 2001 (ΦΕΚ 114 Α'), 3 παρ. 6 του ν. 3027/2002 (ΦΕΚ 152 Α'), 3 παρ. 12 του ν. 3255/2004 (ΦΕΚ 138 Α') και 23 παρ. 8 του ν. 3467/2006 (ΦΕΚ 128 Α'), μπορεί να αναστέλλεται περαιτέρω με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων.

 

 

 

Άρθρο 36
Έναρξη ισχύος

 

Η ισχύς των διατάξεων αυτού του νόμου αρχίζει: α. των άρθρων 5 έως 20 και 27 από την 1η Ιανουαρίου 2008, β. του άρθρου 25 από τη 15η Φεβρουαρίου 2008, γ. των λοιπών διατάξεων από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από αυτές.

Κατηγορία: Νόμοι - Π.Δ.
Εμφανίσεις: 7629