Open menu
28 | 03 | 2024

ΝΟΜΟΣ 2843/2000

ΦΕΚ Α' 219/12.10.2000

Εκσυγχρονισμός των χρηματιστηριακών συναλλαγών, εισαγωγή εταιριών επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και άλλες διατάξεις.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

   Ευρετήριο. Επιλέξτε μέσα από την λίστα κατευθείαν το ¶ρθρο που σας ενδιαφέρει

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΠΑΡΟΧΗ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ, ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΞΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ Ε.Π.Ε.Υ. - ΜΕΛΩΝ ΤΟΥ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΙ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΕΣ

 

¶ρθρο 1

Ρυθμίσεις ως προς την εξόφληση του τιμήματος

 

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2, σε περίπτωση κατάρτισης χρηματιστηριακής συναλλαγής τοις μετρητοίς, ο εντολέας υποχρεούται να καταβάλει στο μέλος του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών το τίμημα μέσα στην προθεσμία εκκαθάρισης των συναλλαγών που προβλέπεται από το άρθρο 20 παράγραφος 1 του ν. 3632/1928.

2. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να καθορίζονται ρυθμίσεις προκειμένου να διασφαλίζεται η τήρηση της διάταξης της προηγούμενης παραγράφου. Στις ρυθμίσεις αυτές θα περιλαμβάνονται ενδεικτικά και οι ακόλουθες:

α) Υποχρεώσεις του μέλους ως προς την αντιμετώπιση της μη εμπρόθεσμης καταβολής τιμήματος εκ μέρους των πελατών τους, όπως, ενδεικτικώς, περιορισμοί ή και απαγορεύσεις για την εκτέλεση εντολών αγοράς μετοχών εντολέων εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος μετά την εκπρόθεσμη εξόφληση του τιμήματος αγοράς ή πριν από αυτή και απευθείας εκποίηση μετοχών κατά το άρθρο 26 του ν. 3632/1928.

β) Όρους και προϋποθέσεις για την απαγόρευση της εξόφλησης εκ μέρους πελατών του τιμήματος αγοράς μετοχών από το προϊόν της μεταπώλησής τους, εκτός αν συμφωνηθεί εγγράφως η παροχή πίστωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού.

γ) Όρους και προϋποθέσεις για την αγοραπωλησία από τον ίδιο πελάτη της ίδιας κατηγορίας κινητών αξιών του αυτού εκδότη κατά την ίδια συνεδρίαση.

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 2

Παροχή πιστώσεων από μέλη του χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών

 

1. Επιτρέπεται η παροχή πίστωσης, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για τα πιστωτικά ιδρύματα, από μέλος του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών προς πελάτη του για την εξόφληση του τιμήματος χρηματιστηριακής αγοράς μετοχών, που πραγματοποιεί για λογαριασμό του στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, μόνον εφόσον έχει συναφθεί εγγράφως σύμβαση για τη χορήγηση πιστώσεων μεταξύ του μέλους και του πελάτη. 2. Απαγορεύεται η παροχή από τα μέλη κάθε άλλης πίστωσης προς οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο για σκοπό άλλο από τον οριζόμενο στην παράγραφο 1.

3. Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 2 έως και 6 του παρόντος, ως πελάτης νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, όπως και οι θεσμικοί επενδυτές εσωτερικού ή εξωτερικού συμπεριλαμβανομένων και των Εταιρειών Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών.

4. Τα μέλη μπορούν να ορίζουν για την παροχή πιστώσεων όρους αυστηρότερους από τους όρους των άρθρων 2 έως και 6.

5. Η εκ μέρους των μελών του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1 έως και 5, καθώς και των κανονιστικών αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εφαρμογή τους, τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 76 παρ. 10 του v. 1969/1991, μη αποκλειόμενης της επιβολής τυχόν άλλων κυρώσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.

6. Τράπεζες που παρέχουν δάνεια ή πιστώσεις προς μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών υποχρεούνται να πράττουν τούτο, χωρίς διακρίσεις ή κατάχρηση της ειδικής σχέσης με θυγατρικές χρηματιστηριακές εταιρίες αυτών.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 3

Χαρτοφυλάκιο Ασφάλειας

 

1. Για την εξασφάλιση της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παροχή πιστώσεων για αγορά μετοχών, ο πελάτης παρέχει στο μέλος ως ασφάλεια κινητές αξίες και μετρητά το σύνολο των οποίων ονομάζεται "Χαρτοφυλάκιο Ασφάλειας".

2. Το χαρτοφυλάκιο ασφάλειας αποτελείται από τις μετοχές οι οποίες αγοράζονται με πίστωση, " ή" και από άλλες κινητές αξίες, οι οποίες αποτιμώνται σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 6, τις οποίες παρέχει συμπληρωματικά ο πελάτης ως ασφάλεια για την οφειλή που γεννάται ύστερα από τη χορήγηση κάθε πίστωσης.

3. Η αξία του Χαρτοφυλακίου ασφάλειας αποτιμάται κάθε εργάσιμη ήμερα και ονομάζεται "Τρέχουσα Αξία του Χαρτοφυλακίου Ασφάλειας".

4. Συνιστάται νόμιμο ενέχυρο υπέρ του μέλους επί των κινητών αξιών που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο ασφάλειας. Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που ορίζεται διαφορετικά στο παρόν, επί των κινητών αξιών αυτών εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν.δ. 17.7./13.8.1923.

5. Κινητές αξίες κατά την έννοια του παρόντος νόμου είναι οι μετοχές και οι λοιπές αξίες με χαρακτηριστικά μετοχών, οι ομολογίες και οι λοιπές αξίες με χαρακτηριστικά ομολογιών, εφόσον αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στην κεφαλαιαγορά όπως η Ηλεκτρονική Δευτερογενής Αγορά Τίτλων ή σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α') και παρέχουν δικαίωμα απόκτησης άλλης κινητής αξίας μέσω εγγραφής ή ανταλλαγής ή που παρέχουν δικαίωμα εκκαθάρισης τοις μετρητοίς, καθώς και κάθε άλλη ανταλλάξιμη αξία, που ορίζεται ως κινητή αξία με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Τα μέσα πληρωμής αποκλείονται.

 

Επιστροφή

 

 

 

 

¶ρθρο 4

Όροι για την αγορά μετοχών με πίστωση

 

1. "Για κάθε αγορά μετοχών με πίστωση, ο πελάτης υποχρεούται να καταθέσει κινητές αξίες ή να καταβάλει μετρητά στο μέλος, ώστε να προκύπτει αρχικό περιθώριο σύμφωνα με τους όρους του παρόντος άρθρου." Με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος δύναται να ορίζονται όροι και προϋποθέσεις για τη δυνατότητα κατάθεσης από τον πελάτη στο μέλος και μετρητών.

2. "Ως αρχικό περιθώριο νοείται η διαφορά μεταξύ της συνολικής τρέχουσας αξίας των κινητών αξιών, οι οποίες καταβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, προκειμένου να αποτελέσουν το χαρτοφυλάκιο ασφάλειας που λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και της οφειλής του πελάτη, η οποία προκύπτει αυτοτελώς από τη συγκεκριμένη αγορά μετοχών με πίστωση."

3. Το αρχικό περιθώριο ορίζεται σε ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) της τρέχουσας αξίας του χαρτοφυλακίου ασφάλειας. Το παραπάνω ποσοστό μεταβάλλεται με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, μετά από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 5

Όροι που πρέπει να τηρούνται κατά τη σύμβαση πίστωσης

 

1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου οι ακόλουθοι όροι έχουν την εξής έννοια: Η διαφορά μεταξύ της τρέχουσας αξίας των κινητών αξιών που περιέχονται στο χαρτοφυλάκιο ασφάλειας και του χρεωστικού υπολοίπου καλείται περιθώριο. Ως διατηρητέο περιθώριο νοείται το ελάχιστο περιθώριο, το οποίο πρέπει να υφίσταται οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια πιστωτικής σύμβασης. (Το διατηρητέο περιθώριο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερο του αρχικού περιθωρίου - διαγράφτηκε με την παρ.4 άρθρ.7 Ν.2892/2001,ΦΕΚ Α 46/9.3.2001.).

2. Αν το περιθώριο καταστεί κατώτερο από το διατηρητέο περιθώριο, το ύψος του οποίου καθορίζεται σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 6, το μέλος απαιτεί (εγγράφως - διαγράφτηκε με την παρ.5 άρθρ.7 Ν.2892/2001) την ίδια ημέρα από τον πελάτη να καλύψει τη διαφορά μέχρι την έναρξη της μεθεπόμενης συνεδρίασης του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών.

3. Αν ο πελάτης δεν εκπληρώσει εμπρόθεσμα την κατά την προηγούμενη παράγραφο υποχρέωση για κάλυψη της διαφοράς, το μέλος προβαίνει εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από της προειδοποιήσεως του πελάτη το αργότερο, στις απαραίτητες ενέργειες σύμφωνα με την επόμενη παράγραφο, προκειμένου να αποκατασταθεί το διατηρητέο περιθώριο.

4. Οι κατά την προηγούμενη παράγραφο απαραίτητες ενέργειες συνίστανται στα εξής: α. Για μετοχές ή άλλα χρηματιστηριακά πράγματα, στην απευθείας εκποίησή τους κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 26 του ν. 3632/1928 μη ισχύοντος του εκεί αναφερόμενου χρονικού περιορισμού των τριάντα (30) ημερών. β. Για άλλες κινητές αξίες πλην των παραπάνω, στην διενέργεια της πράξης που απαιτείται για την κατ' εφαρμογή των οικείων διατάξεων αναγκαστική εκποίησή τους.

 

Επιστροφή

 

 

¶ρθρο 6

Εξουσιοδοτήσεις

 

1. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορούν να καθορίζονται:

α) το περιεχόμενο και ο τύπος της πιστωτικής σύμβασης που υπογράφει το μέλος με τον πελάτη.

β) οι κινητές αξίες που μπορούν να απαρτίζουν το χαρτοφυλάκιο ασφάλειας για την κάλυψη του αρχικού περιθωρίου ή του διατηρητέου περιθωρίου και ο τρόπος υπολογισμού και αποτίμησης της αξίας τους.

γ) η προθεσμία μέσα στην οποία θα πρέπει να καταβάλλονται μετρητά ή και οι κινητές αξίες που συγκροτούν το χαρτοφυλάκιο ασφάλειας είτε για την κάλυψη του αρχικού περιθωρίου ή του διατηρητέου περιθωρίου είτε για οποιονδήποτε άλλο σκοπό σε σχέση με την πίστωση, η αξία των προς κατάθεση κινητών αξιών, ο τρόπος κάλυψης του αρχικού περιθωρίου ή του διατηρητέου περιθωρίου και γενικά κάθε άλλο ζήτημα που αφορά την κάλυψη του αρχικού περιθωρίου ή του διατηρητέου περιθωρίου.

δ) πρόσθετοι κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας του μέλους που παρέχει πιστώσεις και ειδικότερα όροι που αφορούν στο σύνολο των παρεχόμενων πιστώσεων είτε ως ποσοστό επί των ιδίων κεφαλαίων ή άλλων χρηματοοικονομικών μεγεθών είτε σε απόλυτους αριθμούς,

ε) η λειτουργική και οργανωτική επάρκεια, καθώς και οι κανόνες εσωτερικής λειτουργίας, του μέλους προκειμένου αυτό να μπορεί να παρέχει πιστώσεις,

στ) οι υποχρεώσεις ενημέρωσης των επενδυτών από τα μέλη σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πελατών και των μελών και τους κινδύνους που απορρέουν από την αγορά μετοχών με πίστωση,

ζ) οι υποχρεώσεις των μελών για την παροχή στατιστικών και άλλων στοιχείων προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σχετικά με οφειλές των πελατών τους είτε βάσει πιστώσεων είτε λόγω υπερημερίας ή άλλης αιτίας,

η) κάθε άλλο θέμα εν γένει που αφορά τη λειτουργία της πίστωσης, όπως ενδεικτικώς, περαιτέρω δικαιώματα και υποχρεώσεις του μέλους και του πελάτη σε περίπτωση που το περιθώριο μεταβάλλεται σε ποσοστά εντός των επιτρεπτών ορίων, οι όροι υπό τους οποίους θα μπορεί ο πελάτης να προβαίνει σε ανάληψη κινητών αξιών, η πώλησή τους, καθώς και κάθε άλλο ζήτημα που αφορά την εφαρμογή των παραπάνω άρθρων 2 έως και 5,

θ) κάθε ζήτημα που αφορά τη σύσταση του νομίμου ενεχύρου στις κινητές αξίες που συγκροτούν το χαρτοφυλάκιο ασφάλειας, όπως ενδεικτικώς ο τρόπος διάκρισής τους από τις λοιπές κινητές αξίες του πελάτη που δεν περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο ασφάλειας, οι απαραίτητες εγγραφές στο Σύστημα Αϋλων Τίτλων, ο τρόπος και χρόνος σύστασης του νομίμου ενεχύρου και τυχόν διατυπώσεις δημοσιότητας.

2. Με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να προβλέπονται ρυθμίσεις σχετικά με:

α) το διατηρητέο περιθώριο ως ποσοστό επί της τρεχουσας αξίας του χαρτοφυλακίου ασφάλειας,

β) το ελάχιστο αρχικό περιθώριο που θα πρέπει να ισχύει σε κάθε περίπτωση,

γ) την υποχρέωση των μελών για την παροχή των απαραίτητων στατιστικών και άλλων στοιχείων για την ενημέρωση της Τράπεζας της Ελλάδος,

δ) το ανώτατο όριο παροχής πιστώσεων από μέλος ανά πελάτη,

ε) να καθορίζονται ειδικές τεχνικές λεπτομέρειες που αφορούν την παροχή πιστώσεων από μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών ως και της παροχής δανείων ή πιστώσεων από Τράπεζες προς μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών.

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 7

Εισαγωγή στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών Ε.Π.Ε.Υ. - μελών του

 

1. Η εισαγωγή μετοχών Εταιρειών Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.) που είναι μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών και έχουν έδρα στην Ελλάδα στην Κύρια Αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών επιτρέπεται, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του π.δ. 350/1985 (ΦΕΚ 126 Α'), όπως ισχύει κάθε φορά, και επιπρόσθετα οι εξής προϋποθέσεις:

α) Κάθε μέτοχος της εταιρίας ο οποίος πριν από την εισαγωγή των μετοχών κατέχει μετοχές που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το πέντε τοις εκατό (5%) του μετοχικού κεφαλαίου δεσμεύεται στο Ενημερωτικό Δελτίο ότι δεν θα διαθέσει με οποιονδήποτε τρόπο τις μετοχές του, συμπεριλαμβανομένων και των μετοχών που απέκτησε από τη συμμετοχή του κατά την πρώτη διάθεση στο επενδυτικό κοινό και τις προερχόμενες από άσκηση δικαιωμάτων προτίμησης που αντιστοιχούν σε αυτές, όπως και από διανομή τυχόν δωρεάν μετοχών, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από την εισαγωγή τους στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.

Παράβαση της διάταξης αυτής συνεπάγεται απώλεια από τον μέτοχο, όπως και από τον πρώην μέτοχο για το τυχόν υπόλοιπο των μετοχών που κατέχει, του δικαιώματος εκπροσώπησης και ψήφου στις γενικές συνελεύσεις της εταιρίας.

β) Αν οι μέτοχοι της περίπτωσης α' δεν διαθέτουν αθροιστικά το εξήντα έξι τοις εκατό (66%) των μετοχών της εταιρίας, η απαγόρευση της περίπτωσης α' επεκτείνεται και σε όλους τους μετόχους που κατέχουν ποσοστό κάτω του πέντε τοις εκατό (5%), ξεκινώντας από τα μεγαλύτερα ποσοστά και μέχρι τη συμπλήρωση του εξήντα έξι τοις εκατό (66%). Αν τα χαμηλότερα ποσοστά αυτά είναι ίσα, τότε η απαγόρευση επεκτείνεται και στους μετόχους με τα μεγαλύτερα ίσα ποσοστά.

2. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ορίζονται οι διαδικασίες εφαρμογής της προηγούμενης παραγράφου και ιδίως οι φορείς στους οποίους παραμένουν δεσμευμένες οι μετοχές, ο τρόπος δεσμεύσεως των μετοχών που οι ανωτέρω μέτοχοι δεν δικαιούνται να διαθέσουν, οι υποχρεώσεις των φορέων, καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις υπό τους οποίους επιτρέπεται η διάθεση των μετοχών αυτών και οι ειδικές διαδικασίες μεταβίβασής τους, καθώς και κάθε αναγκαία σχετική λεπτομέρεια.

3. Από την απαγόρευση των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 1 του παρόντος με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 εξαιρούνται:

α) Οι περιπτώσεις μεταβίβασης λόγω κληρονομιάς ή κληροδοσίας.

β) Η μεταβίβαση μετοχών λόγω συγχώνευσης ή απορρόφησης της εταιρίας με ή από άλλη εταιρία.

γ) Η μεταβίβαση μετοχών λόγω αγοράς μετοχών της εταιρίας που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον τα δύο τρίτα (2/3) των μετοχών της εταιρείας.

4. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 1 εφαρμόζονται και στις μετοχές που αποκτώνται σύμφωνα με τις περιπτώσεις α' έως και γ' της προηγούμενης παραγράφου, για τον εναπομείναντα χρόνο και εφόσον οι νέοι δικαιούχοι απέκτησαν μετοχές που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το πέντε τοις εκατό (5%) του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας.

5. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας της περίπτωσης α' της παραγράφου 1, η από οποιαδήποτε αιτία κτήση ή μεταβίβαση μετοχών εισηγμένης στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, Ε.Π.Ε.Υ. - μέλους του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών επιτρέπεται με τους όρους και τις προϋποθέσεις των παραγράφων 3 έως και 10 του άρθρου 3 του ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α'), όπως κάθε φορά ισχύουν.

Η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν. 1806/1988 δεν καταλαμβάνει τα μέλη του διοικητικοϋ συμβουλίου της εισηγμένης ανώνυμης χρηματιστηριακής εταιρίας.

6. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 16 του κ.ν. 2190/1920, όπως κάθε φορά ισχύει, και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων για την απόκτηση και διάθεση ιδίων μετοχών, η εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών Ε.Π.Ε.Υ. - μέλος του, απαγορεύεται να συμμετέχει στη διαπραγμάτευση των δικών της μετοχών.

7. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να καθορίζονται ειδικοί όροι και περιορισμοί για τις εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών Ε.Π.Ε.Υ. - μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών αναφορικά με τους συντελεστές φερεγγυότητας, την κεφαλαιακή επάρκεια και τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα (Μ.Χ.Α.), που προβλέπονται στα άρθρα 32 έως και 38 του ν. 2396/1996 (ΦΕΚ 73 Α').

8. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 3 του ν. 1806/1988, που προστέθηκε από την παράγραφο 2 του άρθρου 15 του ν. 2324/1995 (ΦΕΚ 146 Α'), αντικαθίσταται, ως εξής: "Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που προτίθεται να αποκτήσει μετοχές της που υπερβαίνουν ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), είκοσι τοις εκατό (20% ), τριάντα τρία τοις εκατό (33%), πενήντα τοις εκατό (50%) και εξήντα έξι τοις εκατό (66%) του μετοχικού της κεφαλαίου, υποχρεούται να λάβει προηγουμένως άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.".

9. Απαγορεύεται στους μετόχους εταιρειών νεοεισαγομένων στην κύρια ή την παράλληλη αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών οι οποίοι την προ της εισαγωγής ημέρα κατέχουν άνω του 20% του μετοχικού κεφαλαίου των εταιρειών αυτών η πώληση: α) κατά το πρώτο έτος μετά την έναρξη της διαπραγμάτευσης των μετοχών ποσοστού μεγαλύτερου του 10% των μετοχών που κατέχουν την προ της εισαγωγής ημέρα και β) κατάτο δεύτερο έτος ποσοστού μεγαλύτερου του 20% αυτών, προσαυξανόμενου με το τυχόν ποσοστό που απομένει από τη μη πώληση κατά το πρώτο έτος μέρους ή του συνόλου του ως άνω 10%.

Η παράβαση της παραπάνω απαγόρευσης επισύρει τις διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 11 του π.δ. 53/1992 (ΦΕΚ 22 Α).

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 8

Περί Απορρήτου

 

1. Οι περιπτώσεις β' και γ' της παραγράφου 13 του άρθρου 76 του ν. 1969/1991, που προστέθηκαν από το άρθρο 14 του ν. 2651/1998 (ΦΕΚ 248 Α'), αντικαθίστανται ως εξής:

"β. Οταν τα παραπάνω στοιχεία αναφέρονται στη διοικητική πράξη και κάθε άλλο έγγραφο της διαδικασίας επιβολής διοικητικών κυρώσεων από το διοικητικό συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Οι διοικητικές αυτές πράξεις είναι ελεύθερα ανακοινώσιμες. γ. Για την υποβολή, υποστήριξη ή αντίκρουση ενώπιον των δικαστηρίων αιτήσεων, ένδικων μέσων και ένδικων βοηθημάτων υπέρ ή κατά διοικητικών πράξεων του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς."

2. Στην παρ. 13 του άρθρου 76 του ν. 1969/1991, που προστέθηκε από το άρθρο 14 του ν. 2651/1998, προστίθεται περίπτωση η' που έχει ως εξής:

"η. Μετά από ειδικά αιτιολογημένο βούλευμα του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου κατά τη διάρκεια ανάκρισης, προανάκρισης, ή προκαταρκτικής εξέτασης, ύστερα από σχετικό αίτημα του Εισαγγελέα ή του Ανακριτή ή μετά από απόφαση του δικαστηρίου ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η υπόθεση, εφόσον η παροχή αυτών είναι απολύτως αναγκαία για τη διαπίστωση και την τιμωρία πλημμελήματος ή κακουργήματος."

Η διάταξη της ανωτέρω περίπτωσης εφαρμόζεται σε υποθέσεις, των οποίων η σχετική δικαστική έρευνα αρχίζει μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 9

Ειδικός Διαπραγματευτής εντός και εκτός κύκλου και θέματα συναλλαγών

 

1. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 1806/1988, όπως έχει τροποποιηθεί από την παράγραφο 1 του άρθρου 95 του ν. 2533/1997 (ΦΕΚ 228 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:

"Για την κατάρτιση συμβάσεων εκτός συνεδρίασης απαιτείται η έκδοση απόφασης του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μετά από σχετική γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, με την οποία ορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία κατάρτισης συμβάσεων εκτός συνεδρίασης, συμπεριλαμβανομένων και των συναλλαγών που συνάπτονται από μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών που ενεργούν ως ειδικοί διαπραγματευτές εκτός κύκλου, όπως και κάθε άλλο σχετικό θέμα και λεπτομέρεια."

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 21 του ν. 1806/1988, όπως έχει τροποποιηθεί από την παράγραφο 1 του άρθρου 95 του ν. 2533/1997 (ΦΕΚ 228Α'), αντικαθίσταται ως εξής:

"2. Για τις ανάγκες του παρόντος νόμου ως εντός κύκλου συναλλαγές ορίζονται οι συναλλαγές που συνάπτει πιστωτικό ίδρυμα ή μέλος του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών με συμμετοχή στη συνεδρίαση του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, συμπεριλαμβανομένων και των συναλλαγών που συνάπτει για ίδιο λογαριασμό ως ειδικός διαπραγματευτής εντός κύκλου."

3. Μετά το άρθρο 22 του ν. 1806/1988 προστίθεται άρθρο 22 Α που έχει ως εξής:

"¶ρθρο 22Α

1. Μέλος του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών μπορεί να ενεργεί ως ειδικός διαπραγματευτής για συναλλαγές εντός κύκλου επί μετοχών εισηγμένων στην κύρια ή παράλληλη αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών με σκοπό την ενίσχυση της ρευστότητάς τους.

Για το σκοπό αυτόν σε κάθε συνεδρίαση του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών και για κάθε μετοχή για την οποία ενεργεί ως ειδικός διαπραγματευτής εντός κύκλου διαβιβάζει σε συνεχή βάση για ίδιο λογαριασμό εντολές αγοράς και πώλησης για συγκεκριμένες ελάχιστες ποσότητες μετοχών υπό όρους και προϋποθέσεις που ορίζονται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μετά από εισήγηση του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών.

Στην ίδια απόφαση ορίζεται επίσης η μέγιστη απόκλιση μεταξύ των τιμών των εντολών αγοράς και πώλησης, οι λοιπές υποχρεώσεις των ειδικών διαπραγματευτών, τα όργανα και η διαδικασία εποπτείας αυτών των συναλλαγών και οι περιπτώσεις στις οποίες οι ειδικοί διαπραγματευτές μπορούν να απαλλάσσονται των παραπάνω υποχρεώσεών τους.

2. Μέλος του Χρηματιστηρίου Αθηνών υποχρεούται να ενεργεί ως ειδικός διαπραγματευτής εντός κύκλου επί ένα τουλάχιστον έτος για κάθε μετοχή της οποίας έχει αναλάβει την ειδική διαπραγμάτευση και οφείλει να γνωστοποιεί στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών την πρόθεση του να διακόψει την ειδική διαπραγμάτευση τουλάχιστον τρεις (3) μήνες πριν από την ημερομηνία της διακοπής.

3. Μέλος του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών δεν επιτρέπεται να ενεργεί ως ειδικός διαπραγματευτής εντός κύκλου συμμετέχοντας στη διαπραγμάτευση των δικών του μετοχών όπως και μετοχών εταιριών που είναι συνδεδεμένες με αυτό κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920. Το μέλος δύναται να ενεργεί ως ειδικός διαπραγματευτής επί περισσοτέρων της μιας μετοχής. Επίσης, επιτρέπεται η συμμετοχή στην ίδια συνεδρίαση περισσοτέρων του ενός ειδικών διαπραγματευτών στην ίδια μετοχή ή επί διαφόρων μετοχών.

4. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μετά από εισήγηση του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών καθορίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών προκειμένου να ενεργούν ως ειδικοί διαπραγματευτές εντός κύκλου.

5. Μεταξύ της εκδότριας εταιρίας και του ειδικού διαπραγματευτή καταρτίζεται σχετική σύμβαση, η οποία περιλαμβάνει τους όρους ισχύος της σύμβασης, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών και η οποία γνωστοποιείται στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών είτε από την εταιρία είτε από τον ειδικό διαπραγματευτή εντός πέντε (5) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία σύναψής της. Οι εκδότριες εταιρίες μπορεί να συμβάλλονται ταυτόχρονα με περισσότερους ειδικούς διαπραγματευτές εντός κύκλου.

6. Το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ανακοινώνει κάθε φορά στο Δελτίο Τιμών κατάλογο των ημερήσιων συναλλαγών των μετοχών με τους ειδικούς διαπραγματευτές που ενεργούν για τις μετοχές αυτές. - ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.27 άρθρ.5 Ν.2892/2001.

4.

α) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ν. 2396/1996, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: "Ε.Π.Ε.Υ. οι οποίες, είτε έχουν συσταθεί κατά το ελληνικό δίκαιο ή κατά το δίκαιο άλλου κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε έχουν νόμιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, δικαιούνται να υποβάλλουν αίτηση προς το Χ.Α.Α. για την απόκτηση της ιδιότητας μέλους του Χ.Α.Α.".

β) Η περίπτωση α) της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του ν. 2396/1996, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"α) Το δικαίωμα Ε.Π.Ε.Υ που έχει συσταθεί κατά το ελληνικό δίκαιο ή κατά το δίκαιο άλλου κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να προσφέρει σύμφωνα με την άδεια του κράτους - μέλους καταγωγής της, τουλάχιστον τις επενδυτικές υπηρεσίες των εδαφίων α (ii) και β της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου. Εφόσον η Ε.Π.Ε.Υ. είναι καταγωγής κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτός της Ελλάδας, θα πιστοποιείται με έγγραφο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή της Τράπεζας της Ελλάδος κατά περίπτωση, η λήψη της προβλεπόμενης στα άρθρα 13, 15 και 19 του παρόντος γνωστοποίησης από τις αρμόδιες κατά περίπτωση αρχές του κράτους - μέλους καταγωγής."

γ) Η περίπτωση γ) της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του ν. 2396/1996, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"γ) Εφόσον πρόκειται για Ε.Π.Ε.Υ. που δεν είναι καταγωγής κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η νόμιμη εγκατάστασή της στην Ελλάδα."

δ) Η παράγραφος 1 του άρθρου 22 του ν. 1806/1988, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"1. Η χρηματιστηριακή σύμβαση εντός κύκλου συνάπτεται κατά την καθορισμένη διάρκεια της συνεδρίασης του χρηματιστηρίου με δήλωση προσφοράς από ένα μέλος του χρηματιστηρίου και αποδοχής της προσφοράς από άλλο μέλος. Οι παραπάνω δηλώσεις γίνονται με τρόπο που εξασφαλίζει τη δημοσιότητα των δηλώσεων ως προς εκείνους που συμμετέχουν στη συνεδρίαση, λαμβανομένων υπόψη των τεχνικών εξελίξεων.

Όπου στην κείμενη νομοθεσία γίνεται λόγος για εκφώνηση ή αντιφώνηση νοείται η δήλωση προσφοράς ή αποδοχής που γίνεται με τον εκάστοτε προβλεπόμενο τρόπο.

Οι ειδικότερες μέθοδοι εισαγωγής, διαβίβασης, ταύτισης και εκτέλεσης των παραπάνω δηλώσεων, οι απαιτούμενες για τα παραπάνω τεχνικές προδιαγραφές, τα πρόσωπα που δικαιούνται να έχουν πρόσβαση στο ηλεκτρονικό σύστημα συναλλαγών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, καθορίζονται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών Α.Ε., που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως."

ε) Η παράγραφος β του άρθρου 22 του ν. 1806/1988, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"6. Οι δηλώσεις βουλήσεως, στις οποίες θα προβαίνουν τα μέλη του χρηματιστηρίου σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, διαβιβάζονται αμέσως μέσω ηλεκτρονικού δικτύου στο αυτόματο σύστημα ηλεκτρονικών συναλλαγών του χρηματιστηρίου, με τρόπο που εξασφαλίζει τη δημοσιότητα των δηλώσεων υπό τους αυτούς όρους για όλους τους συμμετέχοντες στη συνεδρίαση."

στ) Η παράγραφος 9 του άρθρου 22 του ν. 1806/1988, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

"9. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών Α.Ε. (Χ.Α.Α.) μπορεί να οριστεί μέσω ηλεκτρονικού δικτύου, ο τρόπος ηλεκτρονικής διασύνδεσης των μελών του Χ.Α.Α. με το αυτόματο σύστημα κατάρτισης ηλεκτρονικών συναλλαγών, καθώς και με κάθε άλλη εφαρμογή συστημάτων πληροφορικής. Με όμοιες αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών Α.Ε. καταρτίζονται κανονισμοί διαχείρισης και λειτουργίας του ηλεκτρονικού δικτύου, του αυτόματου συστήματος κατάρτισης ηλεκτρονικών συναλλαγών και των εφαρμογών συστημάτων πληροφορικής.

Με τους κανονισμούς αυτούς θα καθορίζονται, ιδίως, η τεχνική υποδομή, ο τρόπος εγκατάστασης, λειτουργίας, αναβάθμισης, επέκτασης, διαχείρισης και εκμετάλλευσης των δικτύων και εφαρμογών, τα δικαιώματα που καταβάλλονται για τη χρήση τους, καθώς και κάθε άλλο ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια.

Η χρήση των υπηρεσιών των δικτύων και εφαρμογών και η άμεση ή έμμεση διάθεση, εμπορία ή κατ' άλλο τρόπο κατ' επάγγελμα εκμετάλλευση των στοιχείων και δεδομένων τους, επιτρέπονται μόνο μετά από έγγραφη άδεια του Χ.Α.Α., σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις που ισχύουν κάθε φορά."

Επιστροφή

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΟΝΤΟΠΟΡΟ ΝΑΥΤΙΛΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

 

¶ρθρο 10

Σκοπός

 

1. Σκοπός του κεφαλαίου αυτού είναι ο καθορισμός των προϋποθέσεων και των όρων διάθεσης κεφαλαίων εταιριών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών (Χ.Α.Α.) στην ποντοπόρο ναυτιλία, καθώς και εισαγωγής στο Χ.Α.Α. κινητών αξιών εταιριών που δραστηριοποιούνται στην ποντοπόρο ναυτιλία, κατά κύρια ή συμπληρωματική δραστηριότητα.

2. Η εισαγωγή στο Χ.Α.Α. κινητών αξιών εταιριών που δραστηριοποιούνται στην ποντοπόρο ναυτιλία, άμεσα ή έμμεσα, κατά κύρια ή συμπληρωματική δραστηριότητα, επιτρέπεται μόνο εφόσον η εκδότρια εταιρία έχει συσταθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 και λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β' του παρόντος νόμου.

Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται προκειμένου περί εισαγωγής στο Χ.Α.Α. κινητών αξιών εταιριών που εμπίπτουν στις εξαιρέσεις των περιπτώσεων (β), (γ) και (δ) της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.

3. Απαγορεύεται στις εισηγμένες στο Χ.Α.Α. εταιρίες να επενδύουν, άμεσα ή έμμεσα, σε ποντοπόρα πλοία ή σε εταιρίες διαχειρίστριες ποντοπόρων πλοίων ή να διαχειρίζονται οι ίδιες ποντοπόρα πλοία. Ως επένδυση σε ποντοπόρο πλοίο νοείται και ο εφοπλισμός αυτού.

4. Εξαιρούνται της απαγόρευσης της παραπάνω παραγράφου 3:

(α) οι επενδύσεις σε μετοχές εταιριών επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία του άρθρου 11 του παρόντος νόμου,

(β) οι επενδύσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων κατά την έννοια του Ν. 2076/1992 (ΦΕΚ 130 Α), που προκύπτουν στο πλαίσιο της χρηματοδοτικής τους δραστηριότητας, ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, κατά την άσκηση συμβατικών δικαιωμάτων τους που απορρέουν από χρηματοδοτικές συμβάσεις,

(γ) οι επενδύσεις εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου που λειτουργούν κατά το Ν. 1969/1991, εφόσον ικανοποιούν τις προϋποθέσεις του και

(δ) οι επενδύσεις που εξυπηρετούν αποκλειστικά τις λειτουργικές ανάγκες των εισηγμένων στο Χ.Α.Α. εταιριών ή των εταιριών στις οποίες αυτές συμμετέχουν.

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 11

Σύσταση εταιρείας επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία

 

1. Η εταιρεία επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία (Ε.Ε.Π.Ν.) είναι ανώνυμη εταιρεία, με αποκλειστικό σκοπό καθ' όλη τη διάρκειά της την πραγματοποίηση επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία, που συνιστάται και λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του Κ.Ν. 2190/1920.

2. Ως ποντοπόρα πλοία για τις ανάγκες του παρόντος νόμου θεωρούνται μόνο τα πάσης φύσεως φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας άνω των τριών χιλιάδων (3.000) κόρων, τα οποία είτε είναι εγγεγραμμένα σε νηολόγιο της Ελλάδας ή των άλλων κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των υπόλοιπων κρατών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου είτε ανήκουν σε πλοιοκτήτρια εταιρεία συμβεβλημένη σε σχέση με αυτά τα πλοία με το Ν.Α.Τ. και υπαγόμενη στις διατάξεις του ν. 29/1975 (ΦΕΚ 75 Α') ως ισχύει.

3. Το μετοχικό κεφάλαιο της Ε.Ε.Π.Ν. εισφέρεται ολοσχερώς κατά τη σύστασή της και δύναται να συγκροτείται από τα στοιχεία επενδύσεων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 του παρόντος νόμου. Τα ίδια κεφάλαια της Ε.Ε.Π.Ν. κατά τη σύστασή της ανέρχονται τουλάχιστον στο ποσό των είκοσι εννέα εκατομμυρίων τριακοσίων πενήντα χιλιάδων (29.350.000) ευρώ. Το ελάχιστο ύψος των ιδίων κεφαλαίων της Ε.Ε.Π.Ν. μπορεί να αυξάνεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας που εκδίδεται μετά από γνώμη παρεχόμενη από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

4. Η αποτίμηση της αξίας των εισφερόμενων κατά την παράγραφο 3 περιουσιακών στοιχείων πραγματοποιείται σύμφωνα με τα οριζόμενα κατωτέρω στην παρ. 2 του άρθρου 12.

5. Οι μετοχές της Ε.Ε.Π.Ν. και των θυγατρικών της, κατά την έννοια των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920, είναι ονομαστικές. Απαγορεύεται στην Ε.Ε.Π.Ν. η έκδοση ιδρυτικών τίτλων.

 

Επιστροφή

 

 

 

 

¶ρθρο 12

Ενεργητικό της εταιρείας

 

1. Το ενεργητικό των Ε.Ε.Π.Ν. επενδύεται υποχρεωτικά ως εξής:

(α) Στο σύνολο των μετοχών και των ψήφων πλοιοκτητριών εταιριών τεσσάρων τουλάχιστον φορτηγών ποντοπόρων πλοίων. Η αξία κάθε επένδυσης δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) της συνολικής λογιστικής αξίας του ενεργητικού της Ε.Ε.Π.Ν. Στις παραπάνω πλοιοκτήτριες εταιρίες μπορούν να περιλαμβάνονται εταιρίες των οποίων ποντοπόρα πλοία βρίσκονται υπό ναυπήγηση με την προϋπόθεση ότι το σύνολο της τελικής επένδυσης στις εν λόγω πλοιοκτήτριες εταιρίες δεν υπερβαίνει το τριάντα τοις εκατό (30%) του ενεργητικού της Ε.Ε.Π.Ν.

Οι ανωτέρω μετοχές είναι δυνατόν να ανήκουν στην Ε.Ε.Π.Ν. είτε απευθείας είτε μέσω εταιριών χαρτοφυλακίου των οποίων το 100% του μετοχικού κεφαλαίου ανήκει στην Ε.Ε.Π.Ν. Ποντοπόρα πλοία που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον τα δύο τρίτα (2/3) της συνολικής ολικής χωρητικότητας των πλοίων του παρόντος εδαφίου πρέπει να είναι είτε εγγεγραμμένα σε νηολόγιο της Ελλάδας ή άλλων κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των υπόλοιπων κρατών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, ή να ανήκουν σε πλοιοκτήτρια εταιρία συμβεβλημένη σε σχέση με αυτά τα πλοία με το Ν.Α.Τ. και υπαγόμενη στις διατάξεις του Ν. 29/1975.

(β) Σε μετρητά, τραπεζικές καταθέσεις και πιστωτικούς τίτλους ισοδύναμης ρευστότητας. Οι επενδύσεις της Ε.Ε.Π.Ν. των ανωτέρω περιπτώσεων (α) και (β) δεν μπορεί να υπολείπονται του εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της συνολικής λογιστικής αξίας του ενεργητικού της με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 17.

Το υπόλοιπο 25% του ενεργητικού δύναται να επενδύεται και:

(i) στο πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον των μετοχών και ψήφων πλοιοκτητριών εταιριών φορτηγών ποντοπόρων πλοίων. Στις παραπάνω πλοιοκτήτριες εταιρίες μπορούν να περιλαμβάνονται εταιρίες των οποίων τα ποντοπόρα πλοία βρίσκονται υπό ναυπήγηση. Οι ανωτέρω μετοχές είναι δυνατόν να ανήκουν στην Ε.Ε.Π.Ν. είτε απευθείας είτε μέσω εταιριών χαρτοφυλακίου των οποίων το 100% του μετοχικού κεφαλαίου ανήκει στην Ε.Ε.Π.Ν., ή/και

(ii) σε μετοχές διαχειριστριών εταιριών πλοίων, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του παρόντος, που αντιπροσωπεύουν ποσοστό τουλάχιστον πενήντα ένα τοις εκατό (51%) του μετοχικού κεφαλαίου και των ψήφων, ή/και

(iii) σε ακίνητα ή κινητά πράγματα που εξυπηρετούν άμεσες λειτουργικές ανάγκες της Ε.Ε.Π.Ν., ή/και των εταιριών των ανωτέρω περιπτώσεων (α), (i) και (ii).

Η Ε.Ε.Π.Ν. δύναται να συνάπτει συμβάσεις σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα με σκοπό την αντιστάθμιση (hedging) των συναλλαγματικών και των επιτοκιακών κινδύνων. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί με απόφασή της να ρυθμίζει κάθε λεπτομέρεια σχετική με την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

2.

α) Η αποτίμηση της αξίας των μετοχών πλοιοκτητριών εταιριών της παραγράφου 1 περιπτώσεις (α) και (i) γίνεται από δύο ορκωτούς ελεγκτές από κοινού, από τους οποίους ο ένας μπορεί να είναι διεθνώς αναγνωρισμένος ελεγκτικός οίκος, ο οποίος έχει τις προϋποθέσεις πραγματοποίησης ελέγχου με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα.

Ο προσδιορισμός της αξίας των πλοίων (συμπεριλαμβανομένων και των ναυπηγούμενων) γίνεται από δύο ανεξάρτητους μεσιτικούς οίκους αγοραπωλησιών πλοίων, διεθνούς κύρους, οι οποίοι επιλέγονται από κατάλογο που καταρτίζεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ύστερα από γνώμη του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδος. Εάν δεν επιτυγχάνεται συμφωνία μεταξύ των εκτιμητών και η υψηλότερη αποτιμηθείσα αξία υπερβαίνει τη χαμηλότερη:

i) μέχρι ποσοστού 5%, ως αξία του πλοίου δεν μπορεί να ληφθεί μεγαλύτερη από αυτή που προκύπτει ως μέσος όρος των δύο αποτιμήσεων,

ii) κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 5%, ο οριστικός προσδιορισμός της αξίας του πλοίου γίνεται από τρίτο οίκο τον οποίο επιλέγουν οι δύο πρώτοι μεσιτικοί οίκοι από τον παραπάνω κατάλογο.

β) Ο υπολογισμός της αξίας των στοιχείων των επενδύσεων της παραγράφου 1 περιπτώσεις (β), (i) και (iii) γίνεται από διεθνούς φήμης ελεγκτικό οίκο ή τράπεζα επενδύσεων με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα. γ) Οι προβλεπόμενες από την παρούσα παράγραφο αποτιμήσεις γίνονται με δαπάνη της Ε.Ε.Π.Ν.

Επιστροφή

 

 

 

 

¶ρθρο 13

Δανεισμός της Ε.Ε.Π.Ν.

 

Κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εισαγωγής της Ε.Ε.Π.Ν. στο Χ.Α.Α. το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της σε ενοποιημένη βάση δεν επιτρέπεται να υπολείπεται του ποσοστού 30% επί της συνολικής λογιστικής αξίας του ενεργητικού της.

Ο ανωτέρω περιορισμός δεν ισχύει όταν ο δανεισμός της Ε. Ε. Π. Ν. ή θυγατρικής της εταιρίας έχει, ολικά ή μερικά, τύχει πιστοληπτικής αξιολόγησης από έναν διεθνώς αναγνωρισμένο οίκο αξιολόγησης (risk rating agencies) σε ποσοστό το οποίο χαρακτηρίζεται διεθνώς ως επενδυτικού βαθμού (investment grade).

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 14

Ασφαλίσεις

 

1. Για όλα τα πλοία των εταιρειών των περιπτώσεων (α) και (i) της παραγράφου 1 του άρθρου 12 πρέπει να ισχύουν, καθ' όλη τη διάρκεια λειτουργίας της Ε.Ε.Π.Ν., οι πιο κάτω ασφαλιστικές καλύψεις της ανώτατης κλάσεως με βάση την ισχύουσα στον κλάδο της εμπορικής ναυτιλίας πρακτική, από διεθνώς ανεγνωρισμένου κύρους ασφαλιστές ή ασφαλιστικές εταιρίες και από αλληλοασφαλιστικές ενώσεις:

α) Ασφάλιση σκάφους και μηχανής για συμφωνημένη αξία πλοίου (valued policy) κατά κινδύνων πυρός και κατά των συνθηκών θαλάσσιων κινδύνων με βάση την πλήρη κάλυψη όλων των κινδύνων, περιλαμβανομένων και κινδύνων λόγω υψηλότερης εκτιμήσεως της αξίας του πλοίου (increased valye), σύμφωνα με τις Αγγλικές ή Αμερικανικές Ρήτρες Σκάφους (English or American Hull Clauses) ή άλλης παρόμοιας αποδοχής με ασφαλιστικώς ακάλυπτα ποσά (deductibles) ευλόγου ύψους και με λοιπούς ικανοποιητικούς όρους κατά τη συνήθη ναυτιλιακή πρακτική. Το ασφαλιζόμενο ποσό πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσο προς την εκάστοτε αγοραία αξία εκάστου ασφαλιζόμενου πλοίου.

β) Ασφάλιση κατά πολεμικών κινδύνων, σύμφωνα με τις Ρήτρες Πολέμου του Ινστιτούτου του Λονδίνου (Lon-don Instityte of War Risks snd Clauses Hulls-Time) με βάση συμφωνημένη αξία, με ασφαλιστικώς ακάλυπτα πποσά ευλόγου ύψους (Deductibles) και με λοιπούς ικανοποιητικούς όρους κατά τη συνθήκη ναυτιλιακή πρακτική και με συνημμένες επίσης τις αποκαλούμενες ρήτρες προστασίας πολέμου. Το ασφαλιζόμενο ποσό πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσο προς την εκάστοτε αγοραία αξία του ασφαλισμένου πλοίου και να περιλαμβάνει πάντα ασφαλίσεις ευθύνης για το πλήρωμα λόγω πολεμικών κινδύνων.

Η ασφάλεια αυτή, εκτός των άλλων μπορεί να καλύπτεται και από το Hellenic Mutual War Risks Association (Bermuda) Limited ή από άλλη αλληλοασφαλιστική ένωση πολεμικών κινδύνων.

γ) Προστασίας και Αποζημιώσεως αστικής ευθύνης κατά κινδύνων αποζημιώσεως, συμπεριλαμβανομένου και του ποσοστού το οποίο δεν καλύπτεται στην περίπτωση συγκρούσεως από τη συνήθη ρήτρα συγκρούσεως (Running Down Clause), που προβλέπεται στις περιπτώσεις α' και β' της παρούσας παραγράφου, με καλύψεις για την πλήρη χωρητικότητα του ασφαλιζόμενου πλοίου, σύμφωνα με τους αντίστοιχους κανόνες και για όλους τους κινδύνους που ασφαλίζονται από τις αλληλοασφαλιστικές ενώσεις προστασίας και αποζημιώσεις περιλαμβανομένων και των κινδύνων ρυπάνσεως, μέχρι του ανώτατου δυνατού ορίου. Τα ασφαλιστικώς ακάλυπτα ποσά (Deductibles) που προβλέπονται από τους σχετικούς κανόνες πρέπει να είναι ευλόγου ύψους.

δ) Ασφάλιση υπεραναμονής και Νομικής Προστασίας (FD & D) με διεθνούς κύρους ασφαλιστική επιχείρηση ή αλληλοασφαλιστική ένωση σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις αυτών.

ε) Επιπλέον ασφάλιση, της αστικής ευθύνης από ρύπανση από πετρέλαιο, που περιλαμβάνει, εάν το ασφαλιζόμενο πλοίο είναι πετρελαιοφόρο, πιστοποιητικό αστικής ευθύνης (Civil Liability Certificate) για πλήρη κάλυψη κατά κινδύνων από ρύπανση και για ποσό μέχρι το ανώτατο εμπορικά διαθέσιμο όριο με τους συνηθισμένους και γενικά αποδεκτούς όρους.

στ) Εάν το πλοίο πρόκειται να διακινηθεί εντός ή εγγύς της δικαιοδοσίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (Η.Π.Α.) πρέπει επιπλέον να συνάπτεται ασφάλιση κατά κινδύνων ρυπάνσεως Η.Π.Α. σε σχέση με την ευθύνη και να υφίσταται ισχύον πιστοποιητικό οικονομικής ευθύνης (Certificate of Financial Responsibility), που εκδίδεται σύμφωνα με το νόμο των Η.Π.Α. περί ρυπάνσεως από πετρέλαιο του 1990 (Oil Pollution Act 1990).

ζ) Εάν κάποιο από τα πλοία μένει για παρατεταμένη περίοδο πρέπει να είναι ασφαλισμένο τουλάχιστον κατά κινδύνων λιμένα.

2. Οι πλοιοκτήτριες εταιρίες των περιπτώσεων (α) και (i) της παραγράφου 1 του άρθρου 12, εφόσον έχουν ενυπόθηκα πλοία, τηρούν επακριβώς όλες επίσης τις ασφαλιστικές υποχρεώσεις που απορρέουν από τα δανειστικά συμβόλαια και την υποθήκη.

3. Η σύμφωνη με τους όρους του παρόντος άρθρου ασφαλιστική κάλυψη των πλοίων βεβαιώνεται κατά την εισαγωγή των μετοχών της Ε.Ε.Π.Ν. στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και κατ' έτος επίσης από ασφαλειομεσιτικό οίκο διεθνούς κύρους.

4. Με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Ανάπτυξης και Εμπορικής Ναυτιλίας, μετά από εισήγηση των διοικητικών συμβουλίων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών μπορεί να καθορίζονται οι διαδικασίες εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου, καθώς και κάθε αναγκαία σχετική λεπτομέρεια.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 15

Υποχρεωτική εισαγωγή στο Χ.Α.Α.

 

1. Η Ε.Ε.Π.Ν. υποχρεούται να υποβάλει αίτηση εισαγωγής των μετοχών της στο Χ.Α.Α εντός δύο (2) ετών από τη σύσταση ή τη μετατροπή της. Η εισαγωγή των μετοχών της Ε.Ε.Π.Ν. πραγματοποιείται εφόσον η Ε.Ε.Π.Ν. έχει επενδύσει, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εισαγωγής και κατά το χρόνο της εισαγωγής των μετοχών της στο Χ.Α.Α, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του παρόντος τουλάχιστον το εξήντα τοις εκατό (60%) του συνολικού ενεργητικού της.

2. Η Ε.Ε.Π.Ν., εάν εντός δύο (2) ετών από τη σύσταση ή τη μετατροπή της δεν υποβάλει αίτηση για την εισαγωγή των μετοχών στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, ή εάν η αίτηση απορριφθεί, τίθεται σε εκκαθάριση και ανακαλείται η άδεια σύστασης σύμφωνα με τις διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας.

 

Επιστροφή

 

 

 

 

¶ρθρο 16

Διαδικασία εισαγωγής των μετοχών της εταιρείας στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών

 

1. Για την εισαγωγή των μετοχών της Ε.Ε.Π.Ν. στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών εφαρμόζονται οι διατάξεις του Π.Δ. 350/1985 (ΦΕΚ 126 Α'), όπως ισχύουν, εφόσον δεν είναι αντίθετες με τον παρόντα νόμο.

Τα ίδια κεφάλαια της Ε.Ε.Π.Ν. κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εισαγωγής δεν μπορεί να είναι χαμηλότερα από το ελάχιστο ποσό ιδίων κεφαλαίων σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 11 του παρόντος νόμου.

2. Ο ανάδοχος ελέγχει την αξιοπιστία και την εμπειρία των ελεγχόντων μετόχων και των προσώπων που πρόκειται να διοικήσουν την Ε.Ε.Π.Ν., καθώς και την καταλληλότητα των προσώπων αυτών για τη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης της Ε.Ε.Π.Ν.

3. Τ ο ενημερωτικό δελτίο περιλαμβάνει βιογραφικά σημειώματα των φυσικών προσώπων που ελέγχουν, αμέσως ή εμμέσως, ποσοστό άνω του πέντε τοις εκατό (5%) του κεφαλαίου της εταιρείας, καθώς και των μελών του διοικητικού συμβουλίου αυτής. Από την υποχρέωση κοινοποίησης ονομάτων μετόχων μέχρι φυσικού προσώπου εξαιρούνται τα πιστωτικά ιδρύματα, όπως και οι εταιρείες των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο ή άλλη οργανωμένη αγορά που προβλέπεται από το άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 1969/1991. Θα δηλώνεται επίσης, εάν τα πρόσωπα αυτά, τα ίδια είναι ή υπήρξαν ιδιοκτήτες ή μέτοχοι, αμέσως ή εμμέσως σε ποσοστό άνω του δέκα τοις εκατό (10%), ή μέλη της διοικήσεως ή εγγυητές υποχρεώσεων, ελληνικών ή αλλοδαπών επιχειρήσεων, άλλων από την εκδότρια και τις θυγατρικές αυτής οι οποίες έχουν ή είχαν περιέλθει σε κατάσταση παύσεως πληρωμών ή έχουν ή είχαν υπαχθεί σε διαδικασία πτωχεύσεως, αναγκαστικής διαχειρίσεως, ειδικής εκκαθαρίσεως ή άλλη ανάλογη διαδικασία είτε στην Ελλάδα είτε στην αλλοδαπή. Επίσης, απαιτείται να δηλωθεί κατά πόσον οι ιδρυτές της Ε.Ε.Π.Ν. είχαν ή έχουν αμέσως ή εμμέσως συμμετοχή σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) ή μεγαλύτερο, σε ιδιωτικές ναυτιλιακές εταιρείες ή ναυτιλιακές εταιρείες που εισήχθησαν σε χρηματιστήριο ή σε άλλη αγορά που προβλέπεται από το άρθρο 4 παράγραφος 1 του Ν. 1969/1991, καθώς επίσης και στοιχεία της πορείας της αντίστοιχης κινητής αξίας για το μετά την εισαγωγή της στην οργανωμένη αγορά ή τη διάθεσή της προς το κοινό διάστημα.

4. Στο ενημερωτικό δελτίο αναφέρονται υποχρεωτικά:

α) οι παράγοντες κινδύνου που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις προοπτικές της εταιρείας,

β) η ιστορική εξέλιξη των αποδόσεων άλλων διαπραγματεύσιμων κινητών αξιών που τυχόν έχουν εκδοθεί είτε από την εταιρεία είτε από συνδεδεμένες εταιρείες με αυτήν, σε οποιαδήποτε οργανωμένη αγορά, τηρουμένων ως προς τη σύνταξη και το περιεχόμενο αυτού των κειμένων διατάξεων και

γ) συνθήκες που ενδέχεται να οδηγήσουν σε σύγκρουση συμφερόντων ως προς την Ε.Ε.Π.Ν. ή τις θυγατρικές της (συμβάσεις ή συναλλαγές μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων) και κάθε άλλο στοιχείο που κατά την κρίση των αναδόχων συνιστά παράγοντα κινδύνου που θα μπορούσε να επηρεάσει τις προοπτικές της εταιρείας.

Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Χ.Α.Α. μπορεί να εξειδικεύονται τα κριτήρια των παραγράφων 2, 3 και 4, να εξειδικεύονται περαιτέρω οι ανωτέρω υποχρεώσεις και να καθορίζονται οι ειδικές τεχνικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, καθώς επίσης και να ορίζεται το ειδικότερο περιεχόμενο του ενημερωτικού δελτίου.

5. Η εισαγωγή της Ε.Ε.Π.Ν. στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών επιτρέπεται ακόμη και πριν από τη συμπλήρωση της πρώτης οικονομικής χρήσης. Η εταιρεία που υποβάλλει αίτηση προκειμένου να εισαγάγει για πρώτη φορά μετοχές της στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, καθώς και οι εταιρίες των περιπτώσεων (α), (i) και (ii) της παραγράφου 1 του άρθρου 12 ελέγχονται φορολογικά σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3α του άρθρου 3 του Π.Δ. 350/1985.

Αν η εταιρεία δεν έχει συμπληρώσει οικονομική χρήση, η αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) προβαίνει σε ειδικό έκτακτο έλεγχο σύμφωνα με τις προθεσμίες που ορίζει η παράγραφος 3α του άρθρου 3 του Π.Δ. 350/1985.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 17

Υποχρεώσεις της Ε.Ε.Π.Ν. μετά την εισαγωγή των μετοχών της στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών

 

1. Όλα τα πλοία των περιπτώσεων (α) και (i) της παραγράφου 1 του άρθρου 12 οφείλουν να παρακολουθούνται, καθ' όλη τη διάρκεια λειτουργίας της Ε.Ε.Π.Ν., από νηογνώμονα ανεγνωρισμένο από την Ευρωπαϊκή Ενωση και εξουσιοδοτημένο από το Ελληνικό Κράτος και να έχουν την ανώτατη δυνατή κλάση στο νηογνώμονα αυτόν για πλοία της ίδιας κατηγορίας.

2. Από το χρόνο της εισαγωγής της Ε.Ε.Π.Ν. στο Χ.Α.Α. και καθ' όσον διάστημα οι μετοχές της παραμένουν εισηγμένες, απαγορεύεται η μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων από και προς την Ε.Ε.Π.Ν. και όλες τις θυγατρικές της εταιρίες προς ή από ιδρυτή, ελέγχοντα μέτοχο, μέλος του διοικητικού συμβουλίου, γενικό διευθυντή της Ε.Ε.Π.Ν., συγγενείς των προσώπων αυτών μέχρι Γ' βαθμού, εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, νομικά πρόσωπα ελεγχόμενα αμέσως ή εμμέσως από τα παραπάνω πρόσωπα, καθώς και πρόσωπα που λειτουργούν για λογαριασμό οποιουδήποτε από τους ανωτέρω, εκτός εάν προηγουμένως έχει δοθεί έγκριση της Γενικής Συνέλευσης της Ε.Ε.Π.Ν. με απόφαση στην οποία δεν αντιτάσσεται μειοψηφία πλέον του ενός τρίτου (1/3) των μετόχων, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 10 του Κ.Ν. 2190/1920.

3. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Χ.Α.Α. μπορεί με απόφασή του να εξαρτά την εισαγωγή και τη διαπραγμάτευση κινητών αξιών της Ε.Ε.Π.Ν. στο Χ.Α.Α., από κάθε ειδικό όρο που κρίνει απαραίτητο για την προστασία των επενδυτών και ο οποίος συναρτάται με τη φύση και τις ιδιαιτερότητες της ποντοπόρου ναυτιλίας.

4. Σε περίπτωση που ο αριθμός των πλοίων της περιπτώσεως (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 12 μειωθεί σε λιγότερο από τρία (3), η αρμόδια αρχή δύναται να διαγράφει τις μετοχές από το Χρηματιστήριο.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 18

Σχέσεις πλοιοκτητριών εταιρειών και διαχειρίστριας εταιρείας

 

1. Η καθημερινή διαχείριση των πλοίων των πλοιοκτητριών εταιρειών των περιπτώσεων (α) και (i) της παραγράφου 1 του άρθρου 12 μπορεί να γίνεται από μία ή περισσότερες εταιρίες διαχειρίσεως που έχουν εγκατάσταση στην Ελλάδα και ασκείται σύμφωνα με τη διεθνή ναυτιλιακή πρακτική.

Οι εταιρείες διαχειρίσεως πρέπει να λειτουργούν σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις και να είναι εφοδιασμένες με το προβλεπόμενο από τον Κώδικα Ασφαλούς Διαχειρίσεως Έγγραφο

Συμμορφώσεως και να διαθέτουν επαρκή εμπειρία και εξειδίκευση για την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης σε πλοιοκτήτριες εταιρίες. Στην έννοια της καθημερινής διαχείρισης δεν περιλαμβάνεται η εκποίηση και αγορά περιουσιακών στοιχείων, η σύναψη δανείων, η πραγματοποίηση μετασκευών των πλοίων, ναυλώσεων ή χρονοναυλώσεων των πλοίων που υπερβαίνουν τους δώδεκα (12) μήνες και η διαχείριση αποθεματικών.

2. Δεν είναι αναγκαία η μετοχική σχέση μεταξύ της Ε.Ε.Π.Ν. ή των ελεγχόμενων από αυτήν πλοιοκτητριών εταιρειών και της διαχειρίστριας εταιρείας. Η Ε.Ε.Π.Ν. γνωστοποιεί την τυχόν υφιστάμενη σχέση της διαχειρίστριας με ιδρυτές, ελέγχοντα μέτοχο, μέλος του διοικητικού συμβουλίου, γενικό διευθυντή ή διευθυντή της Ε.Ε.Π.Ν. ή θυγατρικής της, καθώς και συγγενείς των προσώπων αυτών μέχρι Γ' βαθμού, εξ αίματος ή εξ αγχι στείας, νομικά πρόσωπα ελεγχόμενα αμέσως ή εμμέσως από τα παραπάνω πρόσωπα και πρόσωπα που λειτουργούν για λογαριασμό οποιουδήποτε από τους ανωτέρω.

3. Με την αίτηση εισαγωγής των μετοχών της Ε.Ε.Π.Ν. στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών υποβάλλεται και αντίγραφο των τυχόν συμφωνητικών διαχείρισης, τα πλήρη στοιχεία των εταιρειών διαχείρισης και των φυσικών προσώπων που τις διοικούν, καθώς και το ύψος της αμοιβής της διαχειρίστριας εταιρείας. Τυχόν ύπαρξη υπό-ανάθεσης της διαχείρισης και οι όροι της πρέπει επίσης να γνωστοποιούνται άμεσα στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.

4. Κάθε αλλαγή της διαχειρίστριας εταιρίας, καθώς και αλλαγές σημαντικών όρων της συμβάσεως διαχειρίσεως θεωρούνται ως σημαντικά γεγονότα που επέρχονται στη σφαίρα δραστηριότητας της Ε.Ε.Π.Ν. κατά τα οριζόμενα στην παρ. 5 περίπτωση (α) του άρθρου 5 του Π.Δ. 350/1985.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 19

Σημαντικές συναλλαγές

 

1. Η Ε.Ε.Π.Ν. ενημερώνει εγγράφως το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, για κάθε συναλλαγή στα πλαίσια της εμπορικής της δραστηριότητας, τόσο αυτής όσο και των θυγατρικών της εταιρειών, της οποίας η αξία υπερβαίνει ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) της μέσης χρηματιστηριακής αξίας της Ε.Ε.Π.Ν. κατά το ημερολογιακό τρίμηνο που προηγείται της συναλλαγής εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την πραγματοποίησή της.

Στις συναλλαγές αυτές περιλαμβάνονται ενδεικτικά και όχι περιοριστικά οι χρονοναυλώσεις πλοίων, εφόσον είναι διάρκειας ανώτερης των δώδεκα (12) μηνών και ο συνολικός ναύλος για όλη την περίοδο υπερβαίνει το ανωτέρω όριο, όπως επίσης και κάθε πώληση ή αγορά πλοίου ανεξαρτήτως του ύψους του ποσού της συναλλαγής.

Όμοια ενημέρωση απαιτείται και για τυχόν αργίες των πλοίων των ανωτέρω θυγατρικών εταιρειών, οι οποίες υπερβαίνουν χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών κατ' ημερολογιακό έτος, μη υπολογιζόμενου του διαστήματος για επιθεωρήσεις και δεξαμενισμούς.

2. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται περαιτέρω οι περιπτώσεις που μπορούν να επηρεάσουν την τιμή της μετοχής της Ε.Ε.Π.Ν., όπως και να ορίζονται πρόσθετες τέτοιες περιπτώσεις για τις οποίες να απαιτείται ενημέρωση του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 20

Εξαμηνιαία κατάσταση επενδύσεων

 

1. Η Ε.Ε.Π.Ν. δημοσιεύει, στο τέλος κάθε ημερολογιακού εξαμήνου και εντός δύο (2) μηνών από της λήξεως του εξαμήνου τούτου, εξαμηνιαία έκθεση για τη δραστηριότητά της και τα αποτελέσματα αυτής, στην οποία περιλαμβάνεται και κατάσταση επενδύσεων των διαθεσίμων της, με χωριστή αναφορά στις επί μέρους κατηγορίες επενδύσεων. Η πρώτη έκθεση και κατάσταση επενδύσεων επιτρέπεται να καλύπτει περίοδο μεγαλύτερη του εξαμήνου, χωρίς αυτή η περίοδος να μπορεί να υπερβεί το έτος. Η κατάσταση περιλαμβάνει, ως προς τα πλοία των θυγατρικών εταιριών της Ε.Ε.Π.Ν., περιγραφή καθενός από αυτά, το σκοπό για τον οποίο χρησιμοποιείται ή προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, την εμπορική αξία του πλοίου, τυχόν βάρη επ' αυτού, καθώς και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο κρίνεται χρήσιμο για να επιτρέψει στους επενδυτές να αξιολογήσουν τις επενδύσεις της εταιρείας.

2. Η εξαμηνιαία κατάσταση επενδύσεων της εταιρείας συντάσσεται με βάση την αποτίμηση αυτών σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 12 του παρόντος. Υποβάλλεται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και δημοσιεύεται σε δύο ημερήσιες οικονομικές εφημερίδες των Αθηνών και σε μία πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδα. Το διοικητικό συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί, με απόφασή του, να ορίζει περαιτέρω το ειδικότερο περιεχόμενο της εξαμηνιαίας καταστάσεως επενδύσεων της εταιρείας.

3. Πέραν της ανωτέρω εξαμηνιαίας κατάστασης, η Ε.Ε.Π.Ν. υποχρεούται να δημοσιεύει τις οικονομικές καταστάσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 4 του Π.Δ. 350/1985 και το Π.Δ. 360/1985 (ΦΕΚ 129 Α'). Οι κατ' ιδίαν οικονομικές καταστάσεις της Ε.Ε.Π.Ν. και των εταιριών των περιπτώσεων (α), (i) και (ii) της παρ. 1 του άρθρου 12 του παρόντος νόμου, καθώς και οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις τους, καταρτίζονται υποχρεωτικά σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα κι ελέγχονται από ορκωτό ελεγκτή ειδικευμένο σε θέματα ναυτιλίας κι εκφράζονται σε δολάρια ΗΠΑ ή ευρώ.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 21

Διανομή κερδών

 

(1. Η Ε.Ε.Π.Ν. υποχρεούται να διανέμει ετησίως στους μετόχoυς της τουλάχιστον ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των ετήσιων καθαρών κερδών της. Επιτρέπεται η διανομή χαμηλότερου ποσοστού ή η μη διανομή μερίσματος από την Ε.Ε.Π.Ν., με απόφαση της γενικής συνελεύσεώς της, εφόσον το καταστατικό της περιέχει σχετική πρόβλεψη, με σκοπό τη δωρεάν διανομή μετοχών προς τους μετόχους, κατόπιν αυξήσεως του μετοχικού κεφαλαίου της Ε.Ε.Π.Ν., κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.

Με απόφαση της γενικής συνελεύσεως, κέρδη μπορούν να φέρονται σε πίστωση ειδίκού αποθεματικού για την αντιμετώπιση ζημιών. Αυτή η κράτηση παύει υποχρεωτικά, όταν το αποθεματικό αυτό φθάσει στο πεντήντα τοις εκατό (50%) του ενεργητικού της εταιρείας.

2. Με απόφαση της γενικής συνέλευσης, επιτρέπεται ο σχηματισμός τακτικού αποθεματικού, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.

3. Η εταιρεία δεν επιτρέπεται να καταβάλλει, κατά τη διάρκεια μίας εταιρικής χρήσης, στα μέλη του διοικητικού της συμβουλίου, αμοιβές που υπερβαίνουν συνολικά το ένα δέκατο (1/10) των κερδών που διανεμήθηκαν στο τέλος της χρήσεως ή το ένα εικοστό (1/20) της υπεραξίας του συνόλου των επενδύσεών της στο τέλος της χρήσεως. - ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.17 άρθρο 5 Ν.2992/2002,ΦΕΚ Α 54/20.3.2002)

 

Επιστροφή

 

 

 

 

¶ρθρο 22

Εποπτεία - Κυρώσεις

 

Τα άρθρα 11, 13 πλην του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 αυτού, 14 και 15 του ν. 1969/1991 εφαρμόζονται αναλόγως και στις εταιρείες επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία. - ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.17 άρθρο 5 Ν.2992/2002,ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.

 

Επιστροφή

 

 

 

 

¶ρθρο 23

Φορολογία

 

1. Το εισόδημα που αποκτάται από την Ε.Ε.Π.Ν. καθώς και το εισόδημα που αποκτούν εξ αυτής οι μέτοχοι, είτε από τη μορφή μερισμάτων, είτε υπό τη μορφή διανομών του κεφαλαίου και της υπεραξίας αυτού απαλλάσσεται από κάθε άμεσο ή έμμεσο φόρο, εισφορά ή κράτηση. ¶λλωστε κάθε φορολογική υποχρέωση τούτων εξαντλείται δυνάμει των διατάξεων των ν. 27/1975 (ΦΕΚ 77 Α') και ν. 29/1975, όπως ισχύουν.

2. Η Ε Ε.Π.Ν. απαλλάσσεται αντικειμενικώς των τελών χαρτοσήμου, καθώς επίσης και παντός φόρου, εισφοράς ή δικαιώματος ή οποιασδήποτε άλλης επιβαρύνσεως υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου επί του κεφαλαίου της.

3. Η πράξη σύστασης ή λύσης της Ε.Ε.Π.Ν. και η προς αυτήν μεταβίβαση κάθε εισφοράς εις είδος ή η αύξηση κεφαλαίου, οι εκδιδόμενες από αυτήν μετοχές, καθώς και η απόκτηση από αυτήν μετοχών πλοιοκτητριών ή διαχειριστριών εταιρειών απαλλάσσονται παντός εν γένει αμέσου ή εμμέσου φόρου, περιλαμβανομένου ενδεικτικώς του φόρου μεταβίβασης, του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων, καθώς και παντός τέλους, εισφοράς, δικαιώματος ή οποιασδήποτε άλλης επιβαρύνσεως υπέρ του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και γενικά τρίτων. Ειδικά για το φόρο εισοδήματος επί της υπεραξίας που προκύπτει κατά την εισφορά εις είδος προς την Ε.Ε.Π.Ν. ή κατά τη λύση αυτής, ισχύουν οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις των άρθρων 3, 25 και 26 του Ν. 27/1975 (ΦΕΚ 77 Α') απαλλαγές. Επίσης απαλλάσσονται από το φόρο κληρονομιάς οι κληρονόμοι μετοχών της Ε.Ε.Π.Ν.

4. Οι συναλλαγές επί μετοχών Ε.Ε.Π.Ν. επιβαρύνονται με το φόρο που προβλέπεται από την παράγραφο 2 του άρθρου9του Ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α') σε σχέση με τη φορολόγηση χρηματιστηριακών συναλλαγών, όπως αυτή τροποποιήθηκε από το άρθρο 22 του Ν. 2742/1999 (ΦΕΚ 207 Α') και όπως εκάστοτε ισχύει.

5. Η προβλεπόμενη από τα άρθρα 29 και 35 του ν. 814/1978 απαλλαγή περιλαμβάνει και τη διανομή καθαρών κερδών ή μερισμάτων μέσω και δεύτερης εταιρίας χαρτοφυλακίου (holding company).

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 24

Περιορισμοί

 

(1. Απαγορεύεται η αγορά ή πώληση ή εκποίηση ποντοπόρων πλοίων των πλοιοκτητριών εταιρειών στις οποίες η εταιρεία έχει συμμετοχή προς ή από ιδρυτές, μετόχους, μέλη του διοικητικού συμβουλίου, γενικούς διευθυντές ή διευθυντές της εταιρείας, συζύγους και συγγενείς τους μέχρι και τρίτου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, εκτός εάν προηγουμένως έχει δοθεί η έγκριση της γενικής συνέλευσης της Ε.Ε.Π.Ν., με απόφαση στην οποία δεν αντιτάσσεται μειοψηφία πλέον του ενός τρίτου (1/3) των μετόχων.

2. Απαγορεύεται η συγκέντρωση ποσοστού πλέον του πενήντα τοις εκατό (50%) των μετοχών που έχουν εκδοθεί υπέρ εταιρείας επενδύσεων στην ποντοπόρο ναυτιλία από φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν προέρχονται από Κράτος - Μέλος της Ευρωπαίκής Ενωσης και τα υπόλοιπα κράτη του Ευρωπαίκού Οικονομικού Χώρου. Παράβαση της διάταξης αυτής συνεπάγεται για το υπερβάλλον ποσοστό απώλεια του δικαιώματος του μετόχου, όπως και του πρώην μετόχου για το τυχόν υπόλοιπο των μετοχών που κατέχει, εκπροσώπησης και ψήφου στις γενικές συνελεύσεις της εταιρείας και λήψης μερίσματος.

3.

α) Οι αρχικοί μέτοχοι της Ε.Ε.Π.Ν. νομικά ή φυσικά πρόσωπα, οι οποίοι κατέχουν άνω του πέντε τοις εκατό (5%) έκαστος του μετοχικού της κεφαλαίου κατά την εισαγωγή των μετοχών της στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, δεσμεύονται ότι μετά την έναρξη της διαπραγματεύσεως δεν θα διαθέσουν πάνω από το πενήντα τοις εκατό (50%) του συνόλου των μετοχών που κατείχαν πριν από την εισαγωγή των μετοχών για διαπραγμάτευση των μετοχών που τυχόν απέκτησαν από τη συμμετοχή τους κατά την πρώτη διάθεση στο επενδυτικό κοινό μετοχών της Ε.Ε.Π.Ν., τυχόν δωρεάν μετοχών, όπως και τις προερχόμενες από άσκηση δικαιωμάτων προτίμησης που αντιστοιχούν σε αυτές για χρονικό διάστημα δύο {2) ετών από την έναρξη διαπραγμάτευσης των μετοχών στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών. Παράβαση της διάταξης αυτής συνεπάγεται απώλεια από το μέτοχο του δικαιώματος εκπροσώπησης και ψήφου στις γενικές συνελεύσεις της εταιρείας και λήψης μερίσματος για το σύνολο των ανωτέρω μετοχών.

β) Αν οι μέτοχοι της περίπτωσης α' δεν διαθέτουν αθροιστικά το πενήντα τοις εκατό (50%) των μετοχών της εταιρείας, η απαγόρευση της περίπτωσης α επεκτείνεται και σε όλους τους μετόχους που κατέχουν ποσοστό κάτω του πέντε τοις εκατό (5%), ξεκινώντας από τα μεγαλύτερα ποσοστά και μέχρι τη συμπλήρωση του πενήντα τοις εκατό (50%).

γ) Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μετά από εισήγηση του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών ορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της διατάξεως, αυτής και ιδίως οι φορείς στους οποίους παραμένουν δεσμευμένες, οι μετοχές, ο τρόπος δεσμεύσεως των μετοχών που οι ανωτέρω μέτοχοι δεν δικαιούνται να διαθέσουν, οι υποχρεώσεις των φορέων, καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις υπό τους οποίους επιτρέπεται η διάθεση των μετοχών αυτών και οι ειδικές διαδικασίες μεταβίβασής τους, καθώς και κάθε αναγκαία σχετική λεπτομέρεια.

4. Με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Ανάπτυξης και Εμπορικής Ναυτιλίας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη των διοικητικών συμβουλίων του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μπορεί να μεταβάλλονται τα ποσοστά της προηγούμενης παραγράφου το χρονικό διάστημα απαγόρευσης και να ορίζονται όροι και προϋποθέσεις για τη σταδιακή άρση της απαγόρευσης αυτής. Σε κάθε περίπτωση η άρση της απαγόρευσης δεν μπορεί να επιτραπεί πριν την παρέλευση ενός (1) έτους από την εισαγωγή. Από την απαγόρευση της ποραγράφου 3 εξαιρούνται:

α) Οι περιπτώσεις μεταβίβασης λόγω κληρονομιάς ή κληροδοσίας.

β) Η μεταβίβαση μετοχών μεταξύ των μετόχων ή σε στρατηγικό επενδυτή, υπό την προϋπόθεση ότι τούτο γίνεται με συμφωνία των μετόχων για τους οποίους ισχύει η απαγόρευση της παραγράφου 3 του παρόντος, η οποία ανακοινώνεται προηγουμένως στην εταιρεία και εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο του Χρηματιστιρίου Αξιών Αθηνών. Για την έγκριση αυτή λαμβάνονται υπόψη η σχέση του μετόχου με τη διοίκηση της εταιρείας, καθώς και η διασπορά των μετοχών.

γ) Η μεταβίβαση μετοχών στον Ειδικό Διαπραγματευτή για την εκπλήρωση του έργου του σύμφωνα με το άρθρο 9 του παρόντος.

δ) Η μεταβίβαση μετοχών λόγω συγχώνευσης ή απορρόφησης της εταιρείας με ή από άλλη εταιρεία.

ε) Η μεταβίβαση μετοχών λόγω αγοράς μετοχών της εταιρείας που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον τα δύο τρίτα (2/3) των μετοχών της εταιρείας.

Οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος εφαρμόζονται και στις μετοχές που αποκτώνται σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου αυτής, για τον εναπομείναντα χρόνο, εφόσον οι νέοι δικαιούχοι απαίτησαν μετοχές που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το πέντε (5%) τοις εκατό του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας.

5. Οι πλοιοκτήτριες εταιρείες και οι εταιρείες χαρτοφυλακίου που ελέγχει η Ε.Ε.Π.Ν. ενεργούν τακτικές ετήσιες αποσβέσεις σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα που ισχύουν για αυτές. - ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.21 άρθρο 5 Ν.2992/2002,ΦΕΚ Α 54/20.3.2002. )

 

Επιστροφή

 

 

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

¶ρθρο 25

 

1. Τα άρθρα 5 και 6 του β.δ. 804/1970 "περί κυρώσεως του καταστατικού των Ελληνικών Ταχυδρομείων" τροποποιούνται ως εξής:

"¶ρθρο 5

Το κατά τον ισολογισμό της 31.12.1999 μετοχικό κεφάλαιο του ΕΛ.ΤΑ. συμπληρωμένο με 219 δρχ. από το αποθεματικό ανέρχεται στο ποσό των 83.796.481.000 δρχ. και διαιρείται σε 83.796.481 κοινές ονομαστικές μετοχές, ονομαστικής αξίας 1.000 δρχ. η καθεμία. Το σύνολο των μετοχών ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο έχει καταβάλει την αξία των μετοχών αυτών εξ ολοκλήρου. Οι μετοχές του ΕΛ.ΤΑ. μεταβιβάζονται ελεύθερα κατά την κείμενη νομοθεσία. Σε κάθε περίπτωση, η συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου επί του εκάστοτε μετοχικού κεφαλαίου του ΕΛ.Τ Α. δεν δύναται να είναι κατώτερη του πενήντα ένα τοις εκατό (51%) των μετά ψήφου μετοχών αυτού.

¶ρθρο 6

1. Οι τίτλοι των μετοχών αριθμούνται κατά αύξοντα αριθμό, φέρουν τα υπό του νόμου απαιτούμενα στοιχεία, τη σφραγίδα του ΕΛ.ΤΑ. και υπογράφονται από τον Πρόεδρο και ένα προς το σκοπό αυτόν εξουσιοδοτημένο μέλος του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας. Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και θέση της σφραγίδας του ΕΛ.ΤΑ. και των υπογραφών επί των μετοχών δια μηχανικών μέσων. Οι εκδιδόμενοι τίτλοι μετοχών ενσωματώνουν μία ή περισσότερες μετοχές (πολλαπλοί τίτλοι).

2. Ο ΕΛ.ΤΑ. μπορεί να προβεί στην έκδοση προσωρινών τίτλων μετοχών. Οι προσωρινοί τίτλοι φέρουν τα αναγραφόμενα στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου στοιχεία και αντικαθίστανται με οριστικούς τίτλους μετοχών μόλις αυτοί εκδοθούν."

2. Από τη δημοσίευση του παρόντος, το καταστατικό του ΕΛ.ΤΑ. μπορεί να τροποποιείται κατά τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για τις Ανώνυμες Εταιρείες.

3. Η διάταξη του εδαφίου (i) της παρ. 2 του άρθρου 26 του ν. 2668/1998 αντικαθίσταται ως εξής: "(i) Τις τηλεφωνικές συνδέσεις με ή χωρίς διατάξεις φραγής και την προμήθεια αυτοκινήτων ή μοτοσικλετών για τις ανάγκες των υπηρεσιακών λειτουργιών του".

4. Με την επιφύλαξη των οικείων διατάξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως ισχύουν κάθε φορά, ο ΕΛ.ΤΑ. και οι θυγατρικές επιχειρήσεις του εξαιρούνται από τις διατάξεις του ν. 1418/1984 περί δημοσίων έργων, του ν. 2286/1995 περί προμηθειών, του ν. 716/1977 περί ανάθεσης δημοσίων μελετών και του π.δ. 346/1998 "περί ανάθεσης δημοσίων υπηρεσιών", καθώς και των εκτελεστικών αυτών διαταγμάτων τους, όπως ισχύουν σήμερα.

Έργα, προμήθειες, μελέτες και υπηρεσίες για λογαριασμό του ΕΛ.ΤΑ. θα ανατίθενται και θα εκτελούνται με βάση αντίστοιχους Κανονισμούς που θα συνταχθούν από τον ΕΛ.ΤΑ. και θα εγκριθούν με σχετική απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

Επιστροφή

 

 

¶ρθρο 26

 

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 του ν.2257/1994 (ΦΕΚ 197 Α') όπως αντικαταστάθηκε κατ' αρχήν από το άρθρο 11 του ν. 2642/1998 (ΦΕΚ 216 Α') και στη συνέχεια από το άρθρο 22 του ν. 2731/1999 (ΦΕΚ 138 Α') καταργείται.

Σε κάθε περίπτωση το Δημόσιο διατηρεί τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) του μετοχικού κεφαλαίου του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος.

2. Τα τυχόν ελλείμματα που προκύπτουν στο Ταμείο Ασφάλισης του Προσωπικού του ΟΤΕ αναλαμβάνονται από το Δημόσιο.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 27

Θέματα Ο.Π.Α.Π.

 

1. Το Δημόσιο δύναται να διαθέτει σε επενδυτές μέσω του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών ποσοστό έως σαράντα εννέα τοις εκατό (49%) του εκάστοτε μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε " (Ο.Π.Α.Π.).

Το Δημόσιο δύναται να διαθέτει σε επενδυτές μέσω του Χρηματιστηρίου Αθηνών ποσοστό έως εξήντα έξι τοις εκατό (66%) του εκάστοτε μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» (Ο.Π.Α.Π.).
Το ποσοστό συμμετοχής του Δημοσίου στο εκάστοτε μετοχικό κεφάλαιο του Ο.Π.Α.Π. δεν δύναται να είναι κατώτερο του τριάντα τέσσερα τοις εκατό (34%). - αντικαταστάθηκε ως άνω με το αρθρ. 14 παρ.1 του ν.3336/2005

2.

α. Με σύμβαση, που συνάπτεται μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπουμένου από τους Υπουργούς Οικονομικών και Πολιτισμού, αρμόδιο για θέματα αθλητισμού ή τα εξουσιοδοτημένα από αυτούς όργανα και του Ο.Π.Α.Π., παραχωρείται για χρονικό διάστημα είκοσι (20 ) ετών το αποκλειστικό δικαίωμα της διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας από τον Ο.Π.Α.Π. των παιγνιδιών που διεξάγονται σήμερα από αυτόν, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και των παιγνιδιών "ΜΠΙΝΓΚΟ ΛΟΤΤΟ", "ΚΙΝΟ", "ΑΡΙΘΜΟΛΑΧΕΙΟ 5 από 35", "ΣΟΥΠΕΡ 3" και "ΣΟΥΠΕΡ 4", όπως αυτά, με τους τυχόν ειδικότερους διακριτικούς τους τίτλους, θα ορισθούν στους προβλεπόμενους στην παράγραφο 2β του παρό- ντος άρθρου κανονισμούς.

β. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Π.Α.Π. που εγκρίνεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Πολιτισμού, αρμόδιου για θέματα αθλητισμού, εκδίδεται Κανονισμός Διεξαγωγής για κάθε παιγνίδι του Ο.Π.Α.Π., με τον οποίο ρυθμίζονται θέματα σχετικά με το αντικείμενο των παιγνιδιών, την εν γένει οργάνωση και λειτουργία τους, τους οικονομικούς όρους διεξαγωγής των παιγνιδιών και, ιδίως, τα ποσοστά που αποδίδονται ως κέρδος στους παίκτες, τα ποσοστά κερδών κατά κατηγορία νικητών, την τιμή της στήλης και τα ποσοστά προμήθειας των πρακτόρων, ως και κάθε σχετικό με τα παραπάνω θέμα.

Μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας έγκρισης των παραπάνω κανονισμών, τα παιγνίδια του Ο.Π.Α.Π. διεξάγονται σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες.

γ. Στη σύμβαση της παραγράφου 2α ορίζονται οι όροι άσκησης από τον Ο.Π.Α.Π. και της τυχόν ανανέωσης του δικαιώματος που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή, το αντάλλαγμα για την παραχώρηση του δικαιώματος αυτού, ο τρόπος καταβολής του, οι ειδικότερες υποχρεώσεις του Ο.Π.Α.Π. και, ιδιαίτερα, οι σχετικές με τις αρχές της διαφάνειας των ακολουθούμενων διαδικασιών διεξαγωγής των παιγνιδιών και της προστασίας της κοινωνικής τάξεως και των παικτών, οι λόγοι και η διαδικασία ανάκλησης του δικαιώματος, οι κυρώσεις ή άλλες συνέπειες σε βάρος του δικαιούχου, ο τρόπος επίλυσης των διαφορών και ρυθμίζεται κάθε σχετικό με το παρεχόμενο δικαίωμα θέμα.

Το αντάλλαγμα για την παραχώρηση του αποκλειστικού δικαιώματος στον Ο.Π.Α.Π. μπορεί να συμψηφίζεται εν όλω ή εν μέρει με τις οφειλές εκ δανείων που έχουν συναφθεί από τον Ο.Π.Α.Π. υπέρ της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού και του Υπουργείου Πολιτισμού.

3. Ο πρώτος διευθύνων σύμβουλος του Ο.Π.Α.Π, ορίζεται με κοινή απόφασητων Υπουργών ΕΘνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Πολιτισμού, αρμόδιου για θέματα αθλητισμού, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν. 2414/1996 (ΦΕΚ 135Α). Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο χρόνος θητείας αυτού. Η απαγόρευση της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19Α) δεν ισχύει σε αυτήν την περίπτωση.

4. Από 1.1.2001 παύει η καταβολή κάθε επιχορήγησης, άμεσης ή έμμεσης, του Ο.Π.Α.Π., προς οποιονδήποτε φορέα δημόσιο ή ιδιωτικό πλην της προβλεπόμενης στο άρθρο 102 του ν. 2725/1999 (ΦΕΚ 121 Α) υπέρ του Ενιαίου Συνδέσμου Ανωνύμων Ποδοσφαιρικών Εταιρειών (Ε.Σ.Α.Π.Ε.) και των Ποδοσφαιρικών Ανωνύμων Εταιρειών (Π.Α.Ε.). Το ποσό του μερίσματος που δικαιούται το Ελληνικό Δημόσιο από τη συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο του κεφάλαιο του Ο.Π.Α.Π. κατατίθεται σε ειδικό λογαριασμό, ο οποίος θα συσταθεί στην Τράπεζα της Ελλάδος με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Η διάθεση του ποσού αυτού και κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά τη λειτουργία του ειδικού αυτού λογαριασμού θα καθορισθούν με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού.

Τα ποσά αυτά θα διατίθενται για την ενίσχυση αθλητικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων του δεύτερου και τρίτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 26 του Ν. 1646/1986, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 1904/1990 και τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 1948/1991 (ΦΕΚ 83 Α').

Από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγονται δικαιώματα διεξαγωγής παιγνιδιών ή στοιχημάτων που έχουν παραχωρηθεί σε άλλους φορείς δημόσιους ή ιδιωτικούς, ούτε οι συμβατικές υποχρεώσεις του Ο.Π.Α.Π. προς τρίτους.

5.

α. Η παρακολούθηση της τήρησης της διαδικασίας διεξαγωγής όλων των παιγνιδιών που διεξάγονται από τον Ο.Π.Α.Π., η ανακήρυξη των νικητών για κάθε παιγνίδι και η εκδίκαση των ενστάσεων των παικτών ανατίθενται στην Επιτροπή της επόμενης υποπαραγράφου. Η Επιτροπή αυτή έχει δικαίωμα πρόσβασης σε κάθε σχετικό με το έργο της στοιχείο και μπορεί να προβαίνει στις προς τούτο αναγκαίες ενέργειες, είτε ενεργώντας συλλογικά είτε αναμέτοντας τις σχετικές ενέργειες σε μέλος ή μέλη της. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού αρμόδιου για θέματα αθλητισμού, που εκδίδεται μετά από γνώμη της παραπάνω Επιτροπής, μπορεί να ορίζονται ειδικοί πραγματογνώμονες για την υποβοήθηση του έργου της.

β. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού, αρμόδιου για θέματα αθλητισμού, συγκροτείται Επιτροπή Ελέγχου, Ανακήρυξης Νικητών και Εκδίκασης Ενστάσεων που αποτελείται από δεκαπέντε (15) μέλη με ισάριθμα αναπληρωματικά. Ως μέλη της Επιτροπής ορίζονται κρατικοί λειτουργοί και δημόσιοι υπάλληλοι. Ο χρόνος της θητείας αυτών ορίζεται σε τρία (3) έτη. Με την παραπάνω απόφαση καθορίζεται η αμοιβή των τακτικών και αναπληρωματικών μελών, του γραμματέα της, καθώς και των πραγματογνωμόνων, η οποία βαρύνει τον Ο.Π.Α.Π..

γ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού, αρμόδιου για θέματα αθλητισμού, ορίζονται τα ειδικότερα καθήκοντα και αρμοδιότητες της Επιτροπής της προηγούμενης υποπαραγράφου και ο τρόπος άσκησης αυτών. Στην ίδια απόφαση προβλέπεται ο χρόνος και ο τρόπος ανακήρυξης των νικητών και η προθεσμία και οι λόγοι υποβολής των ενστάσεων από τους παίκτες.

δ. Μέχρι τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των προβλεπόμενων στις παραγράφους 5β και 5γ αποφάσεων, οι υφιστάμενες σήμερα Επιτροπές Μητρών και Ελέγχου εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά το χρόνο δημοσίευσης του παρόντος νόμου διατάξεις.

6.

α. Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5του άρθρου 12 του ν. 2328/ 1995 (ΦΕΚ 159 Α), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 33του ν.2429/1996 (ΦΕΚ 155 Α') εφαρμόζονται και στον Ο.Π.Α.Π..

β. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του ν. 2733/ 1999 (ΦΕΚ 155 Α) εφαρμόζεται στον Ο.Π.Α.Π. από της εισαγωγής του στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ανεξαρτήτως του ποσοστού του μετοχικού του κεφαλαίου που διατίθεται σε επενδυτές.

γ. Ο Εσωτερικός Κανονισμός Οργάνωσης, Διάρθρωσης και Λειτουργίας των Υπηρεσιών του Ο.Π.Α.Π. καταρτίζεται με απόφαση του Δ.Σ., χωρίς να θίγονται τα εργασιακά δικαιώματα του προσωπικού του.

δ. Τυχόν υφιστάμενες ευνοϊκές ρυθμίσεις υπέρ του Ο.Π.Α.Π., εφόσον δεν καταργούνται ρητά, διατηρούνται σε ισχύ.

7. Με αποφάσεις του Δ.Σ. του Ο.Π.Α.Π. δύναται να πωλείται το πάσης φύσεως πλεονάζον ή πεπαλαιωμένο υλικό της εταιρείας, με ή χωρίς τη διαμεσολάβηση του Ο.Δ.Δ.Υ..

Το προϊόν της εκποίησης περιέρχεται στον Ο.Π.Α.Π. εκτός ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%), που αποτελεί έσοδο του Δημοσίου και εισάγεται στον Κρατικό Προϋπολογισμό.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται ο τρόπος και ο χρόνος απόδοσης του ανωτέρου εσόδου, καθώς και κάΘε άλλη λεπτομέρεια.

8. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται:

α) το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του V. 423/1976 (ΦΕΚ 223 Α), όπως αρχικά αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 στοιχ. γ' του ν. 1070/1980 (ΦΕΚ 204 Α') και στη συνέχεια τροποποιήθηκε με την παράγραφο 9 του άρθρου 62του ν.2218/1994 (ΦΕΚ90 Α').

β) Η παράγραφος 9 του άρθρου 3του α.ν. 127/1967, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ. 391/1974 (ΦΕΚ 102 Α').

γ) Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 6 του β.δ. 20/29.12.1958, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1 του β.δ. 186 της 28 Μαρτίου /3 Απριλίου 1963 (ΦΕΚ 41 Α').

δ) Η διάταξη του άρθρου 30 του ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α') δεν εφαρμόζεται στον Ο.Π.Α.Π..

9.

α. Σε περίπτωση που επιτραπεί από το νόμο η διεξαγωγή οποιουδήποτε νέου παιγνιδιού, εκτός από τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2α, συγκροτείται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού, αρμόδιου για θέματα αθλητισμού, ειδική Επιτροπή. με έργο τη διαμόρφωση των όρων και προϋποθέσεων και του καθορισμού του ανταλλάγματος για την παραχώρηση διεξαγωγής του παιγνιδιού στον Ο.Π.Α.Π..

Ο Ο.Π.Α.Π, στον οποίο αποστέλλεται υποχρεωτικά αντίγραφο της εκθέσεως της παραπάνω Επιτροπής, δικαιούται να αναλάβει τη διεξαγωγή και τη διαχείριση, οργάνωση και λειτουργία του παιγνιδιού, εφόσον δηλώσει τούτο ρητά μέσα στην τασσόμενη από το Δημόσιο προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των τεσσάρων (4) μηνών.

Εάν ο Ο.Π.Α.Π. αρνηθεί να αναλάβει τη διεξαγωγή του παιγνιδιού ή παρέλθει η παραπάνω προθεσμία, το Δημόσιο μπορεί να αναλάβει το ίδιο τη διεξαγωγή του. Εάν η διεξαγωγή του συγκεκριμένου παιγνιδιού επιτραπεί να ανατεθεί σε τρίτο, το αντάλλαγμα δεν μπορεί να είναι κατώτερο από αυτό που προτάθηκε στον Ο.Π.Α.Π..

Ειδικά για κάθε μελλοντικό παιγνίδι που αφορά αθλητικά γεγονότα, η διεξαγωγή τους μπορεί να γίνει αποκλειστικά και μόνο από τον Ο.Π.Α.Π..

β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού αρμόδιου για θέματα αθλητισμού, ρυθμίζονται θέματα συγκρότησης και λειτουργίας της παραπάνω Επιτροπής, ο αριθμός των μελών, ο τρόπος αμοιβής τους, ως και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

γ. Το υπέρ του Ο.Π.Α.Π. δικαίωμα της παραγράφου αυτής θα ισχύει για τα είκοσι (20) έτη από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

10. Τα υφιστάμενα κατά την 31.12.2000 χρηματικά υπόλοιπα από τα δικαιώματα της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού που προέρχονται από τα παιχνίδια του Ο.Π.Α.Π., για τον προσδιορισμό των οποίων έχουν ληφθεί υπόψη και οι διαφορές φόρων που έχουν προκύψει από φορολογικούς ελέγχους του Ο.Π.Α.Π, κατατίθενται από αυτόν στον Ειδικό Λογαριασμό της παραγράφου 4 του παρόντος το αργότερο μέχρι το τέλος Μαρτίου του 2001.

Το πλεόνασμα του Οργανισμού Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε., το οποίο έχει σχηματισθεί σύμφωνα με το εδάφιο β' της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του π.δ. 395/1990 (ΦΕΚ 158 Α') και του εδαφίου β' της παραγράφου 11 του άρθρου μόνου του π.δ. 433/1990 (ΦΕΚ 189 Α') και εισφέρεται για το σχηματισμό του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας δεν υπόκειται σε οποιονδήποτε φόρο ή τέλος υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

Η διάταξη της παρούσας παραγράφου τίθεται σε ισχύ από την 8.11.2000.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 28

Σύσταση Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία "Ταμείο Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας Α.Ε. "

 

1. Συνιστάται ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "Ταμείο Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας Α.Ε." ("ΤΑΝΕΟ Α.Ε."), που διέπεται από τις διατάξεις της νομοθεσίας περί ανωνύμων εταιρειών, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο.

2. Σκοπός της εταιρίας είναι η μειοψηφική συμμετοχή σε αμοιβαία κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών (Α.Κ.Ε.Σ), εταιρίες κεφαλαίου επιχειρηματικών συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) και αντίστοιχα σχήματα παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου (στο εξής: "επενδυτικά σχήματα") που θα ιδρυθούν ειδικά για το σκοπό αυτόν και θα διέπονται από τη νομοθεσία κράτους -μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα εν λόγω επενδυτικά σχήματα θα πρέπει να είναι αντικείμενο διαχείρισης φορέων του ιδιωτικού τομέα με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και να επενδύουν αποκλειστικά σε καινοτόμες μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Οι ειδικότεροι όροι και οι προϋποθέσεις της συμμετοχής αυτής, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο που είναι απαραίτητο για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

Επίσης, η διαχείριση επιχειρήσεων και κεφαλαίων Προορισμένων για συμμετοχή σε αμοιβαία κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών (Α.Κ.Ε.Σ.) του άρθρου 7 του Ν. 2992/2002 (ΦΕΚ 54/Α/), εταιρείες κεφαλαίου επιχειρηματικών συμμετοχών (Ε,Κ.Ε.Σ.) του άρθρου 5 του Ν.2367/1995 (ΦΕΚ261/Α/) και αντίστοιχα σχήματα παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου που θα διέπονται από τη νομοθεσία αλλοδαπού κράτους και θα επενδύουν στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή, η διαχείριση επενδυτικών σχημάτων, και η παροχή συμβουλών για τη διαχείρισή τους.

Η εταιρεία μπορεί να αναπτύσσει οποιαδήποτε δραστηριότητα σχετική με τους ανωτέρω σκοπούς και με την εν γένει προαγωγή του θεσμού των επιχειρηματικών κεφαλαίων στην Ελλάδα και την αλλοδαπή, περιλαμβανομένης της διοργάνωσης εκδηλώσεων κάθε μορφής. Η εταιρεία μπορεί να ιδρύει και γενικά να συμμετέχει σε νομικά πρόσωπα που έχουν παρεμφερείς σκοπούς. Για την εκπλήρωση των σκοπών της η εταιρία μπορεί να επιχορηγείται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Μεταβολή του σκοπού της εταιρείας επιτρέπεται μόνο με διάταξη νόμου.

3.

α) Το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας ορίζεται σε διακόσιες ενενήντα τρεις χιλιάδες τετρακόσια εβδομήντα ευρώ και είκοσι εννέα λεmά (293.470,29) και διαιρείται σε δέκα χιλιάδες (10.000) μετοχές, ονομαστικής αξίας είκοσι εννέα ευρώ και τριάντα πέντε λεπτών (29,35), αναλαμβάνεται δε και καλύπτεται ολόκληρο με καταβολή μετρητών από το Ελληνικό Δημόσιο. Η καταβολή γίνεται μέσα σε δύο μήνες από τη δημοσίευση του καταστατικού της εταιρείας. Επιτρέπεται η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας με την έκδοση κοινών ή προνομιούχων μετοχών με ή χωρίς δικαίωμα ψήφου. Τα προνόμια κάθε κατηγορίας προνομιούχων μετοχών ορίζονται ελευθέρως στο καταστατικό της εταιρίας και μπορεί να συνίστανται και σε οποιαδήποτε ειδική μεταχείριση του Ελληνικού Δημοσίου ως μετόχου, κατά παρέκκλιση της αρχής της ισότητας των μετόχων, είτε υπέρ αυτού είτε υπέρ των λοιπών μετόχων της εταιρίας.

β) Επιτρέπεται η μεταβίβαση των μετοχών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου σε οποιοδήποτε πρόσωπο, η ολική ή μερική παραίτηση του Ελληνικού Δημοσίου, ως μετόχου της εταιρίας, από τα δικαιώματα προτίμησης κατά τη συμμετοχή στις αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας και η συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου στην εταιρία αποκλειστικά δια κοινών ή δια μιας ή περισσότερων κατηγοριών προνομιούχων μετοχών με ή χωρίς δικαίωμα ψήφου. Η μεταβίβαση μετοχών της εταιρίας κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου και η παραίτησή του από τα δικαιώματα προτίμησης κατά τη συμμετοχή σε αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας γίνονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

γ) Με συμβάσεις που καταρτίζονται μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου αφ' ενός και των λοιπών μετόχων της εταιρίας αφ' ετέρου επιτρέπεται να συμφωνείται η εξαγορά του ποσοστού συμμετοχής των λοιπών μετόχων στην εταιρία αντί προκαθορισμένου τιμήματος κατά την προαίρεση των αντισυμβαλλόμενων μετόχων. Οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις κατάρτισης τέτοιων συμβάσεων και η έκταση των υποχρεώσεων που μπορεί να αναλαμβάνει με αυτές το Ελληνικό Δημόσιο καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

δ) Επιτρέπεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας η χωρίς περιορισμούς διανομή στους μετόχους με τη μορφή μερίσματος κάθε ποσού που εισπράττει η εταιρία από τη συμμετοχή της σε επενδυτικά σχήματα της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

ε) Οι εκδιδόμενες από την εταιρεία ομολογίες κατά το άρθρο 3β του κ. ν. 2190/1920 μπορούν να αποκτώνται από το Δημόσιο, ή από οποιονδήποτε τρίτο. Οι πάσης φύσεως πρόσοδοι των ομολογιούχων δεν υπόκεινται σε περιορισμό ως προς το ύψος τους και περιλαμβάνονται στην έννοια του τόκου για τους σκοπούς της παραγράφου 8 του άρθρου 26 του Ν. 2789/2000 (ΦΕΚ 21/Α/) καθώς και, προκειμένου για ομολογιακά δάνεια της εταιρείας η έκδοση των οποίων λαμβάνει χώρα στο εξωτερικό, για τους σκοπούς του άρθρου 29 του Ν. 2592/1998 (ΦΕΚ57/Α/).

4. Στις γενικές συνελεύσεις το Ελληνικό Δημόσιο εκπροσωπείται από τους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ή από το εξουσιοδοτημένο από αυτούς πρόσωπο.

5. Το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας απαρτίζεται από πέντε (5) μέλη, που ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Με όμοια απόφαση καθορίζεται το ύψος της αποζημίωσής τους.

6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καταρτίζεται το καταστατικό της εταιρίας. Με το καταστατικό αυτό ρυθμίζονται θέματα που αφορούν το σκοπό, τη διάρκεια, την έδρα και το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας, τον αριθμό των μετοχών, την αύξηση και τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, την έκδοση των μετοχών και των προσωρινών τίτλων, τα δικαιώματα των μετόχων, τη σύγκληση, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της γενικής συνέλευσης και του διοικητικού συμβουλίου, το χρόνο θητείας των μελών του διοικητικού συμβουλίου, τους ελεγκτές, την εταιρική χρήση, τη διανομή των κερδών, τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τη λύση και την εκκαθάρισή της, την πρώτη εταιρική χρήση, τους πρώτους, τακτικό και αναπληρωματικό, ελεγκτές και κάθε άλλο θέμα που προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία.

Στο καταστατικό θα προβλέπεται η σύσταση, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας, επενδυτικής επιτροπής που θα στελεχώνεται από καταξιωμένες προσωπικότητες του επιχειρηματικού και επιστημονικού κόσμου. Η επιτροπή αυτή θα γνωμοδοτεί επί των επενδυτικών προτάσεων που θα υποβάλλονται στην εταιρία και η σύμφωνη γνώμη της θα είναι αναγκαία για τη συμμετοχή της εταιρίας σε οποιοδήποτε επενδυτικό σχήμα. Στο καταστατικό μπορεί επίσης να προβλέπεται η σύσταση, με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας, και άλλων επιτροπών με έργο την επεξεργασία του στρατηγικού σχεδιασμού της και την εν γένει προώθηση του σκοπού της.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται οι αμοιβές των μελών των επιτροπών αυτών.

Η τροποποίηση του καταστατικού γίνεται με απόφαση της γενικής συνέλευσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος νόμου.

Σε περίπτωση κατά την οποία το Ελληνικό Δημόσιο κατέχει ποσοστό μικρότερο του 50% των δικαιωμάτων ψήφου της εταιρίας, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, η αποζημίωσή τους και οι αμοιβές των μελών των ανωτέρω επιτροπών ορίζονται από τη γενική συνέλευση της εταιρίας.

7. Κύρια κριτήρια για τη συμμετοχή της εταιρίας σε επενδυτικά σχήματα είναι η αξιοπιστία των επενδυτικών προτάσεων και των διαχειριστών, καθώς και η συμβολή των χρηματοδοτούμενων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων στην ανάπτυξη τομέων νέας οικονομίας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών μπορούν να εξειδικεύονται τα κριτήρια της παραπάνω αξιολόγησης.

8. Μετά από απόφαση της γενικής συνέλευσης των με τόχων της εταιρείας μπορεί να ανατίθεται σε ελεγκτικές εταιρίες ο περιοδικός έλεγχος των επί μέρους τοποθετήσεων της εταιρίας.

9.

α) Η εταιρία δεν υπόκειται σε φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου και απαλλάσσεται από το φόρο έναρξης δραστηριότητας. Επίσης η εταιρία δεν υπόκειται σε οποιονδήποτε φόρο, τέλος ή δικαίωμα του Δημοσίου ή τρίτου για την κατάρτιση και τροποποίηση του καταστατικού της.

β) Η εταιρία δεν υπόκειται σε φόρο για το κάθε μορφής εισόδημα που προκύπτει από τη συμμετοχή της σε επενδυτικά σχήματα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Κάθε ποσό που εισπράττουν οι μέτοχοι από την εταιρία για οποιαδήποτε αιτία, στην έκταση που υπερβαίνει το άθροισμα των ως τότε κάθε μορφής εισφορών τους στην εταιρία, εξομοιώνεται φορολογικά με πρόσθετη αξία που αποκτούν οι μεριδιούχοι αμοιβαίων κεφαλαίων από την εξαγορά μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων σε τιμή ανώτερη της τιμής κτήσης, κατά την έννοια της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του Ν. 2238/1994.

γ) Η συμμετοχή στην εταιρία δεν συνεπάγεται αφ' εαυτής την απόκτηση από το μέτοχο της ιδιότητας κατοίκου Ελλάδας ή μονίμως εγκατεστημένης στην Ελλάδα αλλοδαπής επιχείρησης ή οργανισμού για την εφαρμογή φορολογικών διατάξεων.

10. Οι ανάγκες της εταιρίας σε προσωπικό μπορούν να καλύπτονται και με απόσπαση υπαλλήλων του Δημοσίου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Η απόσπαση γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού που εποπτεύει το φορέα προέλευσης και των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, χωρίς να απαιτείται γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου του φορέα προέλευσης.

Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται μέχρι δύο (2) χρόνια και μπορεί να παραταθεί με απόφαση των ίδιων Υπουργών μία ή περισσότερες φορές για ίσο χρονικό διάστημα κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη και ιδίως αυτές του Ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α').

Οι αποδοχές των αποσπασμένων κατά τα ανωτέρω υπαλλήλων καθορίζονται στο ύψος των πάσης φύσεως αποδοχών που ελάμβαναν από το φορέα προέλευσής τους.

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας είναι δυνατή η χορήγηση σε αυτούς ειδικού πρόσθετου επιδόματος, ανάλογα με τα καθήκοντα τα οποία ασκούν.

Ο χρόνος υπηρεσίας των αποσπασμένων στην εταιρία υπαλλήλων θεωρείται ως χρόνος υπηρεσίας στην οργανική τους θέση για οποιαδήποτε υπηρεσιακή συνέπεια. Οι αποσπασμένοι υπάλληλοι διατηρούν το βαθμό που είχαν κατά την απόσπαση στην εταιρία.

Η δαπάνη μισθοδοσίας των αποσπασμένων υπαλλήλων βαρύνει τους φορείς από τους οποίους προέρχονται, οι οποίοι εξακολουθούν να καταβάλλουν τις πάσης φύσεως αποδοχές και ασφαλιστικές εισφορές αυτών. Τα τυχόν χορηγούμενα ειδικά επιδόματα βαρύνουν την εταιρία.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 29

Θέματα Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων

 

1. Η παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2000/1991 (ΦΕΚ206 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

Στις διατάξεις του νόμου αυτού υπάγονται οι δημόσιες επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 2414/1996 όπως αρχικά ίσχυε, καθώς και αυτές που έχουν υπαχθεί ή θα υπαχθούν στις διατάξεις του νόμου αυτού, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παραπάνω άρθρου, καθώς και τα πιστωτικά ιδρύματα των οποίων την απόλυτη πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου (51%) έχει το Ελληνικό Δημόσιο, Εξαιρούνται ρητώς από την εφαρμογή του νόμου αυτού οι θυγατρικές τους επιχειρήσεις και λοιπές εταιρικές συμμετοχές των παραπάνω δημόσιων επιχειρήσεων και πιστωτικών ιδρυμάτων.

Με απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων μπορεί να υπάγονται στην εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου και άλλοι φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός προσδιορίζεται με την παράγραφο 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α), ως τούτο αρχικώς ίσχυσε, καθώς και οι επιχειρήσεις του προηγούμενου εδαφίου.

2. Η παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 2000/1991 αντικαθίσταται ως εξής:

"Η Διυπουργική Επιτροπή Αποκρατικοποιήσεων καθορίζει κάθε φορά με απόφασή της τους φορείς που θα αποκρατικοποιηθούν, καθώς και την έκταση, τον τρόπο και τη διαδικασία αποκρατικοποίησης αυτών. Η Διυπουργική Επιτροπή Αποκρατικοποιήσεων μπορεί να εξουσιοδοτεί κάθε φορά ένα από τα μέλη της να προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες για την υλοποίηση των σχετικών αποφάσεών της."

3. Στην παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 2000/1991 προστίθεται περίπτωση ζ', η οποία έχει, ως εξής:

" ζ. ανταλλαγή του συνόλου ή μέρους των μετοχών επιχείρησης που ανήκουν σε φορείς του Δημοσίου με μετοχές επιχείρησης που ανήκουν σε ιδιώτες."

4. Η παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 2000/1991 καταργείται.

5. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του ν. 2000/1991, οι λέξεις " ... ύστερα από τη σύμφωνη γνώμη της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων..." αντικαθίστανται από τις λέξεις "...ύστερα από απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων...".

6. Τα τρίτο και τέταρτο εδάφια της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 2000/1991 καταργούνται.

7. Η περίπτωση β' της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 2000/1991 αντικαθίσταται ως εξής:

"β. Με διαπραγμάτευση με τους ενδιαφερόμενους επενδυτές, με τη μεσολάβηση ανεξάρτητου χρηματοοικονομικού συμβούλου. Ο χρηματοοικονομικός σύμβουλος που μεσολαβεί δύναται να δημοσιεύει πριν από τη διαπραγμάτευση πρόσκληση υποβολής δεσμευτικών προσφορών, καθορίζοντας τη διαδικασία, τις προθεσμίες και λοιπούς όρους υποβολής αυτών, καθώς και να ζητεί, σε όποιο στάδιο της διαδικασίας κρίνει αναγκαίο, την παροχή από τους ενδιαφερόμενους σχετικών εγγυητικών επιστολών. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να διενεργηθεί αποτίμηση της επιχείρησης ή εκτίμηση των περιουσιακών στοιχείων αυτής από ανεξάρτητο χρηματοοικονομικό σύμβουλο, διάφορο του μεσολαβούντος στην πώληση. Στην περίπτωση ζ' της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου, πρέπει να υποβληθεί και αποτίμηση της επιχείρησης, οι μετοχές της οποίας θα ανταλλαγούν με τις μετοχές του υπό αποκρατικοποίηση φορέα."

8. Μετά την παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 2000/1991, προστίθεται παράγραφος 1α, η οποία έχει ως εξής:

"Η απόφαση για την επιλογή και ανακήρυξη πλειοδότη ή την κήρυξη της σχετικής διαδικασίας ως άγονης λαμβάνεται κάθε φορά από τον πωλητή - μέτοχο μετά από σχετική εισήγηση του Ειδικού Γραφείου Αποκρατικοποιήσεων".

9. Η παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2000/1991 αντικαθίσταται ως εξής:

"Για την επιλογή της συνολικά συμφερότερης για το Δημόσιο προσφοράς, μπορεί να λαμβάνονται υπόψιν και άλλα κριτήρια αξιολόγησης, εκτός από το προσφερόμενο τίμημα, όπως, ενδεικτικά, το συνολικό επιχειρηματικό σχέδιο των επενδυτών, το επενδυτικό τους πρόγραμμα, η διατήρηση ή δημιουργία θέσεων εργασίας στο φορέα που πρόκειται να αποκρατικοποιηθεί."

10. Στην παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 2000/1991, μετά τη λέξη "...εκμετάλλευσης" προστίθενται οι λέξεις "καθώς και η ανταλλαγή των μετοχών".

11. Το άρθρο 8 του ν. 2000/1991 καταργείται.

 

Επιστροφή

 

 

 

 

¶ρθρο 30

Θέματα Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος

 

1. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε., που λαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του καταστατικού της και του κ.ν. 2190/1920, μπορεί να αυξάνεται οποτεδήποτε το μετοχικό της κεφάλαιο, καθώς και να αναμορφώνεται κάθε φορά ο αριθμός και η αξία των μετοχών στις οποίες εκφράζεται το κεφάλαιό της. Το καταστατικό της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. τροποποιείται από της ισχύος του, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.

2. Ειδικά για την εταιρική χρήση έτους 1999 το ποσό του προς διάθεση μερίσματος στο Ελληνικό Δημόσιο που αποφάσισε η Γενική Συνέλευση της Α.Τ.Ε. Α.Ε.. δεν θα καταβληθεί στο Ελληνικό Δημόσιο και θα εμφανιστεί στα βιβλία της Α.Τ.Ε. Α.Ε. σε λογαριασμό ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού για την κάλυψη ζημιών από επισφαλείς απαιτήσεις.

3. Κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων για τις εταιρικές χρήσεις έτους 1999 και 2000, τα κέρδη της Α.Τ.Ε. Α.Ε. από την πώληση μετοχών του χαρτοφυλακίου της που είναι εισηγμένες στο Χ.Α.Α., μπορούν να εμφανίζονται και σε λογαριασμό ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού για κάλυψη ζημιών από επισφαλείς απαιτήσεις.

4. Από την εταιρική χρήση έτους 2000 και για τρία (3) χρόνια, οι τεκμαρτοί τόκοι από υφιστάμενες κατά τη δημοσίευση του παρόντος άτοκες ή με μειωμένο επιτόκιο ρυθμίσεις οφειλών εκ δανείων προς την Α.Τ.Ε Α.Ε στο πλαίσιο των διατάξεων του ν. 2538/1997 (ΦΕΚ 242 Α') εκπίπτουν από το αντίστοιχο ετήσιο φορολογητέο εισόδημα της Α.Τ.Ε. Α.Ε. Οι άνω τόκοι θα υπολογίζονται με το ισχύον στις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους επιτόκιο χορηγήσεων της Α.Τ.Ε. ΑΕ..

5. Εξαιρετικά παρέχεται στην Α.Τ.Ε. Α.Ε. η δυνατότητα να προβεί εντός του έτους 2000 σε αναπροσαρμογή της καθαρής αξίας των κάθε φύσεως ακινήτων που έχει στην κυριότητά της για τη δημιουργία ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού για την κάλυψη ζημιών από επισφαλείς απαιτήσεις, μη εφαρμοζομένων στην περίπτωση αυτή των διατάξεων του ν. 2065/1992.

6. Δεν επιβάλλονται στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. πρόστιμα ή κυρώσεις του π.δ. 186/1992 (ΦΕΚ 84 Α') εφόσον οι σχετικές παραλείψεις αποκατασταθούν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2001.

7. Το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. το πενήντα τοις εκατό των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την Α.Τ.Ε. Α.Ε. των Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Επιχειρήσεων που υφίσταντο κατά την 31η Δεκεμβρίου 1999 και οι οποίες κατά τη δημοσίευση του Ν. 2843/2000 έχουν λυθεί ή πτωχεύσει ή τεθεί σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης.

Η καταβολή του συνολικού ποσού που αναλαμβάνεται θα πραγματοποιηθεί εν όλω ή εν μέρει είτε με έκδοση από το Ελληνικό Δημόσιο ειδικού ισόποσου ομολογιακού δανείου, οι ομολογίες του οποίου θα διατεθούν στην Α.Τ.Ε. Α.Ε. είτε με τη διάθεση στην Α.Τ.Ε. Α.Ε. ισόποσης αξίας μετοχών που κατέχει το Ελληνικό Δημόσιο ή η Δημόσια Επιχείρηση Κινητών Αξιών Α.Ε., που αποτιμώνται από τα προβλεπόμενα από τις οικείες διατάξεις όργανα.

Ο αριθμός και η αξία των ομολογιών που θα διατεθούν, καθώς και το είδος, ο αριθμός και η αξία των μεταβιβαζόμενων ως άνω μετοχών καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Η παραπάνω διάθεση απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά ή δικαιώματα του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου. Τα ποσά των ως άνω οφειλών που καλύπτονται από το Ελληνικό Δημόσιο εκχωρούνται σε αυτό αυτοδικαίως.

8. Η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. μπορεί να παρέχει δάνεια στους εργαζόμενους σε αυτήν και τις θυγατρικές της εταιρείες για την αγορά των μετοχών της. Οι δόσεις αποπληρωμής του δανείου μπορεί να συμψηφίζονται με το μισθό τους.  

 

Επιστροφή

 

 

 

 

¶ρθρο 31

Θέματα Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας

 

1. Η υποπαράγραφος β' της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 2789/2000 (ΦΕΚ 21 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

"β. Τα υφιστάμενα, κατά το χρόνο ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, πάγια ακίνητα και κινητά περιουσιακά στοιχεία της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας (Ε.Α.Β.) Α.Ε. μεταβιβάζονται κατά ψιλή κυριότητα στην "Ε.Α.Β. ΠΑΓΙΩΝ" χωρίς αντάλλαγμα και σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υποπαράγραφο γ', ενώ η Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (Ε.Α.Β.) Α.Ε. θα διατηρήσει την επικαρπία επί των παγίων αυτών περιουσιακών στοιχείων."

2. Στο τέλος της υποπαραγράφου ζ' της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 2789/2000 προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:

"Μέχρι την έκδοση του ως άνω προεδρικού διατάγματος, η "Ε.Α.Β. Παγίων" εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών."

3. Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος άρθρου, οι διατάξεις του ν. 2414/1996 (ΦΕΚ 135Α'), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, οι διατάξεις του άρθρου 22 παρ. 1 του ν. 2731/1999 (ΦΕΚ 138 Α'), όπως και του άρθρου 22 του ν. 2733/1999 (ΦΕΚ 155 Α') δεν εφαρμόζονται στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ (Ε.Α.Β.) Α.Ε..

 

Επιστροφή

 

 

 

 

¶ρθρο 32

Περιορισμοί διενέργειας χρηματιστηριακών συναλλαγών

 

1. Απαγορεύεται στα μέλη της Κυβέρνησης, τους Υφυπουργούς και τους Γενικούς και Ειδικούς Γραμματείς Υπουργείων η σύναψη χρηματιστηριακών συναλλαγών. Στην απαγόρευση αυτή δεν περιλαμβάνονται η πώληση τοις μετρητοίς, καθώς και η αγορά ή πώληση μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων.

2. Τα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου υποχρεούνται να γνωστοποιήσουν στον Πρόεδρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς τον αριθμό του λογαριασμού τους που τηρείται στο Σύστημα Αϋλων Τίτλων του Κεντρικού Αποθετηρίου Αξιών.

Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς παρακολουθεί την κίνηση των παραπάνω λογαριασμών και, εάν διαπιστώσει τη διενέργεια συναλλαγής κατά παράβαση της προηγούμενης παραγράφου, αναφέρει τούτο αμέσως στον πρόεδρο της Επιτροπής του άρθρου 19 του ν. 2429/1996 (ΦΕΚ 155 Α').

 

Επιστροφή

 

 

 

 

¶ρθρο 33

Ρυθμίσεις ασφαλιστικών θεμάτων υπαλλήλων της πρώην Εθνικής Κτηματικής Τράπεζας της Ελλάδος

 

1. Οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι που υπάγονταν στην ασφάλιση των κοινών Ασφαλιστικών Φορέων του Προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος και Της κτηματικής ("Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Τράπεζας της Ελλάδος και Κτηματικής", "Μετοχικό Ταμείο Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος και κτηματικής" και "Ταμείο Αυτασφαλείας Προσωπικού Τράπεζας της Ελλάδος και Κτηματικής") και προέρχονται από Την ΕΘνική Κτηματική Τράπεζα Της Ελλάδος, η οποία συγχωνεύθηκε με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, καθίστανται από 2.10.1998 ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι αντίστοιχα των Ασφαλιστικών Φορέων του Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, συμπεριλαμβανομένων όσων ήδη έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση αυτών κατ' εφαρμογή των διατάξεων των οικείων κανονισμών.

Ο χρόνος ασφάλισης των ανωτέρω στους Ασφαλιστικούς Φορείς του Προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος και Κτηματικής, ως είχε κατά Την 2.10.1998, συμπεριλαμβανομένου και αυτού που αναγνωρίσθηκε ή προσμετρήθηκε βάσει του νόμου, θεωρείται ως χρόνος ασφάλισης στους αντίστοιχους Ασφαλιστικούς Φορείς Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, μη εφαρμοζομένων εν προκειμένω των διατάξεων περί διαδοχικής ασφάλισης.

Από 2.10.1998 οι Ασφαλιστικοί Φορείς του Προσωπικού Της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος καθίστανται καθολικοί διάδοχοι των αντίστοιχων, για κάθε κλάδο παροχών, Ασφαλιστικών Φορέων του Προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος και της Κτηματικής για κάθε κλάδο παροχών, πλην του κλάδου γονικής παροχής του Μετοχικού Ταμείου Υπαλλήλων Τραπέζης Ελλάδος και Κτηματικής, ως προς τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των ασφαλισμένων και συνταξιούχων που προέρχονται από την Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος και ως προς τις απαιτήσεις, εξ οιασδήποτε αιτίας, κατά των ανωτέρω ασφαλισμένων και συνταξιούχων και κατά παντός τρίτου, συμπεριλαμβανομένων και του Δημοσίου ή άλλων Ασφαλιστικών Φορέων.

2. Το σύνολο της κινητής και ακίνητης, περιουσίας καθενός από τους κοινούς Ασφαλιστικούς Φορείς του Προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος και της Κτηματικής, όπως εμφανίζεται στους ισολογισμούς τους, της 2.10.1998, διαχωρίζεται από 2.10.1998 έτσι ώστε να περιέλθει στους Ασφαλιστικούς Φορείς του Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με όσα ειδικότερα αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος, ποσοστό 25% της συνολικής περιουσίας καθενός από τους παραπάνω αναφερόμενους Ασφαλιστικούς Φορείς.

3. Για το διαχωρισμό της περιουσίας και εν γένει εφαρμογή του παρόντος, συνιστάται επταμελής Επιτροπή, αποτελούμενη από δύο (2) εκπροσώπους της Τράπεζας της Ελλάδος, δύο (2) εκπροσώπους της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, έναν κοινό εκπρόσωπο των Ασφαλιστικών Φορέων του Προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος και έναν κοινό εκπρόσωπο των Ασφαλιστικών Φορέων του Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, τους οποίους θα υποδείξουν με τους αναπληρωτές τους τα οικεία όργανα διοικήσεως των αντίστοιχων Τραπεζών και Ασφαλιστικών Φορέων, καθώς και έναν εκπρόσωπο του Δημοσίου, που θα οριστεί, με τον αναπληρωτή του, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με την οποία και θα συγκροτείται η Επιτροπή.

Η συγκρότηση της Επιτροπής θα γίνει εντός ενός (1) μηνός από της ισχύος του παρόντος, σε περίπτωση δε παράλειψης των ενδιαφερόμενων μερών να υποδείξουν μέλη, αυτά θα οριστούν από τους ανωτέρω Υπουργούς στη συγκροτούσα την Επιτροπή κοινή απόφασή τους.

Η Επιτροπή, στην οποία θα προεδρεύει ο εκπρόσωπος του Δημοσίου, θα συνεδριάζει παρισταμένων τουλάχιστον άλλων τεσσάρων εκ των μελών της, και θα αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων.

Η Επιτροπή θα περατώσει το έργο της εντός τριών (3) μηνών από της συστάσεώς της με την έκδοση πορίσματος, το οποίο εγκρίνεται από τους αυτούς ως άνω υπουργούς, με κοινή απόφασή τους δημοσιευόμενη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Στη δια του παρόντος συνιστώμενη Επιτροπή ανατίθεται ειδικότερα η εκτίμηση της αξίας της άνω περιουσίας και ο αιτιολογημένος προσδιορισμός των ανά φορέα διαχωριζόμενων ποσοστών, υπό τον όρο πάντως ότι η συνολικά μετατιθέμενη προς τους Ασφαλιστικούς Φορείς της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος περιουσία θα ισούται προς το 25% της συνολικής περιουσίας καθενός από τους Ασφαλιστικούς Φορείς του Προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος και της Κτηματικής, θα περιέλθει δε κατά 15% στο Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Εθνικής Τραπέζης, κατά 7,5% στο Λογαριασμό Επικουρήσεως Προσωπικού Εθνικής Τραπέζης, και κατά 2,5% στο Ταμείο Αυτασφαλείας Προσωπικού Εθνικής Τραπέζης.

Η διανομή της περιουσίας θα διενεργηθεί, ανά κατηγορία περιουσιακών στοιχείων, λαμβανομένων αντιστοίχως υπόψη, ως στοιχείων υφισταμένων την 2.10.1998:

α) της αντικειμενικής αξίας των ακινήτων, πλέον των έκτοτε καθαρών προσόδων μετ' αφαίρεση φόρων και εξόδων διαχείρισης,

β) του αριθμού τεμαχίων των μετοχών , πλέον των τυχόν δικαιωμάτων που απεκτήθησαν έκτοτε (όπως, ενδεικτικά, λόγω διάσπασης μετοχών, συμμετοχής σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, από μερίσματα κ.λπ.),

γ) της λογιστικής αξίας των ομολόγων και έντοκων γραμματίων (ή της ονομαστικής αξίας, εάν αυτά έχουν λήξει) πλέον των τοκομεριδίων που πληρώθηκαν έκτοτε,

δ) του συνολικού ποσού των καταθέσεων πλέον τόκων. Κατά το διαχωρισμό και εντός των ορίων του δια του παρόντος οριζόμενου ποσοστού συνολικής περιουσίας, τα ακίνητα που ανήκουν από κοινού στους Φορείς Ασφάλισης του Προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος και της Κτηματικής αφ' ενός και Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος αφ' ετέρου, θα περιέλθουν εξολοκλήρου στην κυριότητα των Ασφαλιστικών Φορέων του Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος.

Σε περίπτωση υπάρξεως διαφοράς επιπλέον ή έλαττον του 25% της συνολικής αντικειμενικής αξίας της ακίνητης περιουσίας των Ασφαλιστικών Φορέων του Προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος και της Κτηματικής, αυτή θα διευθετηθεί από την Επιτροπή, με γνώμονα την αποφυγή συγκυριότητας επί των ακινήτων. Απαιτήσεις κατά παντός τρίτου σε σχέση με τα μεταβιβαζόμενα περιουσιακά στοιχεία θα περιέλθουν αυτοδικαίως στα διάδοχα Ταμεία.

Τυχόν γενόμενες μετά την 2.10.1998 πληρωμές και εισπράξεις των Φορέων Ασφάλισης του Προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος και της Κτηματικής εν σχέσει προς τους αποχωρούντες, δυνάμει του παρόντος, θα εκκαθαρισθούν. Απαιτήσεις της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος κατά του Ταμείου Αυτασφαλείας Υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος και Κτηματικής, λόγω καταβολής από αυτήν ή την πρώην Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος της οποίας είναι καθολική διάδοχος, των εφάπαξ αποζημιώσεων σε αποχωρήσαντες ή αποχωρούντες τέως Ασφαλισμένους του άνω Ταμείου, διατηρούνται και θα εξοφληθούν από το Ταμείο αυτό, κατά την τηρούμενη μέχρι σήμερα τακτική.

4. Οι μεταβιβάσεις περιουσίας θα γίνονται αυτοδικαίως, χωρίς να απαιτείται ειδική μεταβιβαστική πράξη, από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της εγκριτικής απόφασης των Υπουργών ως άνω, η οποία, συνοδευόμενη από πράξη τους, περιγραφής ακινήτων, αποτελεί και τίτλο κυριότητας ή άλλου εμπραγμάτου δικαιώματος που μεταγράφεται ατελώς, προκειμένου περί ακινήτων και καταχωρίζεται νομίμως, προκειμένου περί τίτλων. Κάθε εν γένει πράξη σε εκτέλεση των διατάξεων του παρόντος θα απαλλάσσεται κάθε φόρου, τέλους, χαρτοσήμου ή δικαιώματος τρίτου.

Εκκρεμείς δίκες των Ασφαλιστικών Φορέων του Προσωπικού της Τράπεζας της Ελλάδος και της Κτηματικής από οποιαδήποτε αιτία, σε σχέση με τους με το παρόν αποχωριζόμενους ασφαλισμένους και συνταξιούχους και τα μεταβιβαζόμενα περιουσιακά στοιχεία, θα συνεχίζονται από τους αντίστοιχους Ασφαλιστικούς Φορείς του Προσωπικού της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 Ασφαλιστικά Ταμεία μετονομάζονται αντίστοιχα σε: "Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού Τράπεζας της Ελλάδος", "Μετοχικό Ταμείο Υπαλλήλων Τράπεζας της Ελλάδος" και "Ταμείο Αυτασφαλείας Προσωπικού Τράπεζας της Ελλάδος".

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 34

Αξιοποίηση ερευνητικών αποτελεσμάτων

 

Η παρ. 3 του άρθρου 23 του ν. 2741/1999 (ΦΕΚ 199 Α) αντικαθίσταται ως εξής:

"3.

Α. Τα ερευνητικά αποτελέσματα και η γνώση που παράγεται σε ερευνητικά κέντρα, εκπαιδευτικά ιδρύματα, επιχειρήσεις ή άλλους οργανισμούς στην Ελλάδα και το εξωτερικό μπορεί να αξιοποιηθεί οικονομικά με διάφορους τρόπους, και ιδίως:

α. Απευθείας εμπορική αξιοποίηση με την παραγωγή και διάθεση προϊόντων ή παροχή υπηρεσιών από τον ίδιο φορέα στον οποίο παράγεται η γνώση. Στην περίπτωση που ο φορέας είναι ίδρυμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι δραστηριότητες μπορεί να αναλαμβάνονται από τις εταιρείες αξιοποίησης και διαχείρισης της περιουσίας τους.

β. Εκχώρηση εμπορικής αξιοποίησης με τη διάθεση από το φορέα παραγωγής γνώσης άδειας εμπορικής εκμετάλλευσης της γνώσης, έναντι τμήματος που καθορίζεται με σύμβαση εκχώρησης σε άλλο οργανισμό ή επιχείρηση οποιασδήποτε μορφής.

γ. Ίδρυση ή συμμετοχή σε επιχειρήσεις αξιοποίησης είτε με τη σύσταση από το φορέα παραγωγής της γνώσης θυγατρικής επιχείρησης, οποιασδήποτε μορφής για την εμπορική εκμετάλλευση αυτής, είτε με τη συμμετοχή του φορέα γνώσης σε από κοινού δραστηριότητα εκμετάλλευσης με άλλους οργανισμούς ή επιχειρήσεις.

δ. Τεχνολογικές επιχειρήσεις επιστημόνων, τεχνολόγων και ερευνητών με τη δημιουργία επιχειρηματικής δραστηριότητας από τα φυσικά πρόσωπα που παρήγαγαν εμπορικά εκμεταλλεύσιμες γνώσεις, στην οποία μπορεί να συμμετέχει με οποιονδήποτε τρόπο ο φορέας στον οποίο παράχθηκαν οι γνώσεις, καθώς και τρίτα φυσικά ή νομικά πρόσωπα.

ε. Συντονισμός δύο ή περισσότερων από τους ανωτέρω τρόπους ή και με άλλο τρόπο.

Β. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης, καθορίζονται τα παρεχόμενα οικονομικά και χρηματοπιστωτικά κίνητρα, οι δικαιούχοι και οι επιδοτούμενες δαπάνες, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία κάλυψης των δαπανών των χρηματοδοτούμενων δικαιούχων, ελέγχου, διακοπής και επιστροφής καταβολών, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, ο τρόπος σύστασης των επιχειρήσεων εκμετάλλευσης της γνώσης και των ερευνητικών αποτελεσμάτων γενικά και το πλαίσιο λειτουργίας αυτών , ιδιοκτησιακό καθεστώς, οι κανόνες δεοντολογίας και ανταγωνισμού, τα θέματα σύγκρουσης συμφερόντων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια."

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 35

Αρμοδιότητες Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων επί θεμάτων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης

 

1. Οι διατάξεις του π.δ. 161/2000 "Μεταβίβαση στις νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις αρμοδιοτήτων τοπικού ενδιαφέροντος, που αφορούν την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση" εφαρμόζονται από την έναρξη ισχύος του ν.2817/2000 (ΦΕΚ 78Α'/14.3.2000).

2. Διοικητικές πράξεις που εκδόθηκαν και δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν, στο χρονικό διάστημα από 14 Μαρτίου μέχρι 23 Ιουνίου 2000 και αφορούν στην άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, θεωρούνται νόμιμες.

3. Οι οικονομικές υποχρεώσεις που απορρέουν από την εφαρμογή του π.δ. 161/2000 καλύπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν πριν από τη δημοσίευση του ν. 2817/2000.

4. Για την κάλυψη των δαπανών που προκύπτουν από τις αρμοδιότητες που περιήλθαν στον Υπουργό ΕΘνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και ασκούνται δια των αποκεντρωμένων υπηρεσιών του υπουργείου ΕΘνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων δυνάμει του άρθρου 14 παρ. 29 εδάφ. α' του ν. 2817/2000 και δεν μεταβιβάστηκαν στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις με το π.δ. 161/2000, περικόπτονται ανάλογα οι Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι (Κ.Α.Π.).

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών καθορίζονται:

α) τα ποσοστά περικοπής των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων κατά το άρθρο 2 του ν. 2672/1998 (ΦΕΚ 290 Α) και

β) οι κατηγορίες των λειτουργικών δαπανών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που καλύπτονται από τα περικοπτόμενα ποσοστά.

Επιστροφή

 

 

 

 

¶ρθρο 36

 

Το άρθρο 14 του ν. 2801/2000 τροποποιείται ως εξής:

1. Στην παράγραφο 1 μετά τη λέξη "μορφή" και πριν από τη λέξη "άυλων" τίθενται οι λέξεις "φυσικών ή".

2. Στο τέλος της παραγράφου 2 προστίθεται τρίτο εδάφιο, που έχει ως εξής: "Ως μελλοντικά έσοδα νοούνται και απαιτήσεις, ληξιπρόθεσμες ή μη, που έχουν γεννηθεί, αλλά δεν έχουν εισπραχθεί, καθώς και μέλλουσες απαιτήσεις που δεν έχουν ακόμη γεννηθεί".

3. Η παράγραφος 12 αντικαθίσταται ως εξής:

"12. Μετά από απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ή των αρμοδίων κατά την παράγραφο 11 Υπουργών είναι δυνατόν να μεταβιβάζεται το σύνολο ή μέρος μελλοντικών, κατά την παράγραφο 2, εσόδων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ, ή των αναφερόμενων στην παράγραφο 11 δημόσιων επιχειρήσεων σε τρίτο νομικό πρόσωπο, ημεδαπό ή αλλοδαπό, το οποίο θα προβαίνει στην έκδοση, στο εσωτερικό ή εξωτερικό, τίτλων προεσόδων ή οποιουδήποτε άλλου είδους αξιόγραφων, με αντάλλαγμα της μεταβίβασης αυτής το ποσό που θα αντιστοιχεί στο προϊόν από την έκδοση των παραπάνω τίτλων ή αξιογράφων και οποιοδήποτε άλλο ποσό ήθελε συμφωνηθεί.

Τα μεταβιβαζόμενα έσοδα αποτελούν ξεχωριστή περιουσιακή ομάδα και διατίθενται αποκλειστικά για την εξόφληση των προσόδων και του κεφαλαίου των παραπάνω τίτλων ή αξιόγραφων, των αμοιβών, δαπανών, εν γένει εξόδων και τυχόν φόρων που ανακύπτουν, καθώς και των αποδιδόμενων στον μεταβιβάζοντα ποσών, και κατά σειρά προτεραιότητας μεταξύ αυτών, σύμφωνα με τους όρους των σχετικών συμβάσεων και του ενημερωτικού δελτίου. Τα παραπάνω έσοδα κατατίθενται σε έναν ή περισσότερους τραπεζικούς λογαριασμούς, μέσω των οποίων γίνεται η κατά το προηγούμενο εδάφιο διάθεση των εσόδων εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως των διατάξεων της παραγράφου"

4. Η κατά την παράγραφο αυτή μεταβίβαση μελλοντικών εσόδων διενεργείται με εκχώρηση των αντίστοιχων απαιτήσεων ως προς την οποία εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα, εφόσον δεν αντίκεινται στις ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου. Οι συμβάσεις εκχώρησης, εάν αφορούν μελλοντικά έσοδα του Δημοσίου, συνάπτονται και υπογράφονται από τον Υπουργό Οικονομικών και κατ' απόκλιση τυχόν υφισταμένων διατάξεων που προβλέπουν ειδικό όργανο και τρόπο διαχείρισης των εσόδων αυτών, εάν δε αφορούν μελλοντικά έσοδα Ν.Π.Δ.Δ. ή δημοσίων επιχειρήσεων της παραγράφου 11, από το αρμόδιο κατά τις οικείες διατάξεις όργανο αυτών και εγκρίνονται από τον Υπουργό Οικονομικών και τον εποπτεύοντα Υπουργό.

Η κατά την παρούσα παράγραφο μεταβίβαση μελλοντικών εσόδων και παρεπομένων δικαιωμάτων, όλες οι συμβάσεις και πράξεις που συνδέονται με την κατά το παρόν άρθρο τιτλοποίηση, περιλαμβανομένης και της κατά το άρθρο 1312 Α.Κ. καταχώρισης στα βιβλία υποθηκών, οι πρόσοδοι των τίτλων προεσόδων ή άλλων αξιογράφων, η μεταβίβαση ή ενεχυρίαση των τίτλων προεσόδων ή άλλων αξιόγραφων, καθώς και η τυχόν αναμεταβίβαση εσόδων ή απόδοση ποσών για οποιαδήποτε αιτία από το νομικό πρόσωπο του πρώτου εδαφίου προς το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. ή δημόσια επιχείρηση της παραγράφου 11 απαλλάσσονται από κάθε φόοο. περιλαμβανομένου και του φόρου υπεραξίας, τέλος, τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, προμήθεια, δικαίωμα ή άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου, πλην του Φ.Π.Α. ως προς τον οποίο εφαρμόζονται οι εκάστοτε ισχύουσες περί Φ.Π.Α. διατάξεις.

Με τις αποφάσεις της παραγράφου 8 και της παραγράφου 11 εδάφιο δεύτερο του παρόντος μπορεί να καθορίζονται, πέραν των αναφερόμενων στις διατάξεις αυτές θεμάτων, και οι ειδικότεροι όροι μεταβίβασης μελλοντικών εσόδων, οι δεσμεύσεις του μεταβιβάζοντος ως προς τη διασφάλιση της πραγματοποίησης των μεταβιβαζόμενων εσόδων, το εφαρμοστέο δίκαιο και η δωσιδικία για τις διαφορές που τυχόν θα ανακύψουν και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Κατά τα λοιπά και στην περίπτωση μεταβίβασης μελλοντικών εσόδων και έκδοσης τίτλων προεσόδων ή άλλων αξιογράφων, κατά την παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 1-11 του παρόντος.

 

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 37

 

Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών μπορεί να ορίζεται ότι σε περίπτωση τιτλοποίησης των μελλοντικών εσόδων του Δημοσίου από τα κέρδη του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (Τ.Π.Δ.) κατά την παράγραφο 12 του άρθρου 14 του ν. 2801/2000 και εφόσον τα έσοδα που θα εισπραχθούν από τα ως άνω κέρδη υπολείπονται των προβλεπομένων κατά τις συμβάσεις που θα καταρτισθούν για την τιτλοποίηση, θα διατίθεται προς το Δημόσιο:

α) ποσοστό ανώτερο του 70% των καθαρών κερδών του Τ.Π.Δ., κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν.δ. 3003/1954 (ΦΕΚ 214 Α'), όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 14 παρ. 2 του ν. 2469/1997 (ΦΕΚ 38Α') και

β) μέρος ή και ολόκληρο το αποθεματικό του Τ.Π.Δ" Με την πιο πάνω υπουργική απόφαση θα καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

Επιστροφή

 

 

 

¶ρθρο 38

Έναρξη ισχύος

 

Με εξαίρεση η διάταξη της περίπτωσης ζ' της παρ. 1 του άρθρου 6, η οποία ισχύει από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 6 τίθενται σε ισχύ από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των αποφάσεων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που προβλέπονται στο άρθρο 6 παρ. 1 του παρόντος. Η ισχύς των υπολοίπων διατάξεων του νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από αυτές. Αθήνα, 6 Οκτωβρίου 2000  

 

 

Επιστροφή

 

 

Σχετικά άρθρα
Σύνδεση Χρήστη

Για πλήρη πρόσβαση συνδεθείτε με τους παρακάτω κωδικούς. Όνομα Χρήστη : demo PSW : demo16

Πολιτική Cookies στην ΕΕ.. Το cookie είναι ένα μικρό τμήμα κειμένου που αποστέλλεται στο πρόγραμμα περιήγησης από έναν ιστότοπο που επισκέπτεστε. Διευκολύνει τον ιστότοπο να απομνημονεύει πληροφορίες σχετικά με την επίσκεψή σας, όπως την προτιμώμενη γλώσσα σας και άλλες ρυθμίσεις. Κάτι τέτοιο μπορεί να διευκολύνει την επόμενή σας επίσκεψη και να κάνει τον ιστότοπο πιο χρήσιμο για εσάς. Τα cookie παίζουν σημαντικό ρόλο. Χωρίς αυτά, η χρήση του ιστού θα ήταν μια πολύ πιο περίπλοκη εμπειρία. Χρησιμοποιούμε τα cookie για πολλούς λόγους. Τα χρησιμοποιούμε, για παράδειγμα, για την απομνημόνευση των προτιμήσεών σας όσον αφορά στην ασφαλή αναζήτηση, για να υπολογίσουμε τον αριθμό των επισκεπτών σε μια σελίδα ή για να σας διευκολύνουμε να εγγραφείτε στις υπηρεσίες μας και για να προστατεύσουμε τα δεδομένα σας. Περισσότερες πληροφορίες για τη χρήση των cookies μπορείτε να βρείτε στη σελίδα http://ec.europa.eu/ipg/basics/legal/cookies/index_en.htm