Εκτύπωση

Αθήνα 05/10/2010
Αρ. πρωτ.: 1130277

 

ΘΕΜΑ: Ρύθμιση άρθρου 14 ν. 3888/2010 (ΦΕΚ 175 Α)

 

 

 

1. Το ποσό της χορηγούμενης έκπτωσης των πρόσθετων φόρων ή τελών σύμφωνα με όσα ορίζονται στην περίπτωση α της παρ.1 του αρθρ.14 ν.3888/2010 (ΦΕΚ 175 Α'), προσδιορίζεται μετά από υπηρεσιακό σημείωμα του δικαστικού τμήματος προς το αρμόδιο τμήμα βεβαίωσης της ίδιας Δ.Ο.Υ. ή εφόσον πρόκειται για άλλη υπηρεσία αποστολή του ίδιου σημειώματος με τηλεομοιοτυπία, η οποία υποχρεούται να απαντήσει αυθημερόν ή το αργότερο εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας για το ακριβές ποσό του πρόσθετου φόρου ή τέλους που έχει βεβαιωθεί με το συγκεκριμένο χρηματικό κατάλογο και για το οποίο ζητείται η εφάπαξ πληρωμή.
Μετά την καταβολή, το τμήμα εσόδων συντάσσει ατομικό φύλλο έκπτωσης είτε μεμονωμένο ανά οφειλέτη είτε συγκεντρωτικό, κατά τις διατάξεις του άρθρου 107 του π.δ.16/89 και προβαίνει στην οίκοθεν διαγραφή των πρόσθετων φόρων και τελών για τα οποία έχει χορηγηθεί έκπτωση.
2. Ο οφειλέτης που έχει υπαχθεί σε ρύθμιση της παρ.1 του άρθρ.14 ν.3888/10 μπορεί να επιλέξει την υπαγωγή του σε άλλη ρύθμιση της ίδιας παραγράφου με περισσότερες δόσεις για το υπόλοιπο μόνο προς καταβολή ποσό, οπότε δικαιούται απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής για το ποσό αυτό, σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση.
3. Ο οφειλέτης που έχει υπαχθεί με ρύθμιση σε πολλές μηνιαίες δόσεις έχει το δικαίωμα να επιλέξει νέα ρύθμιση, με λιγότερες μηνιαίες δόσεις, οπότε τυγχάνει απαλλαγής προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής για το υπόλοιπο ποσό με το ποσοστό που ορίζεται στη ρύθμιση της νέας επιλογής του.
4. Ο οφειλέτης που έχει ζητήσει την καταβολή των οφειλών του με δόσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 του ν.3888/2010, καταβάλει την πρώτη δόση αλλά μέσα στην προθεσμία της εφάπαξ εξόφλησης καταβάλει και όλες τις υπόλοιπες δόσεις δικαιούται απαλλαγής από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%). Εάν η καταβολή του συνόλου της οφειλής πραγματοποιηθεί εντός πέντε ημερών από την υποβολή της αίτησης δικαιούται και έκπτωση των πρόσθετων φόρων και τελών, όπως ορίζεται στην περίπτωση α της παραγράφου 1.
5. Εφόσον ο οφειλέτης επιθυμεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης να εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών, παρέχεται η δυνατότητα χορήγησης απαλλαγής κατά ποσοστό επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται.
6. Σε οφειλέτες που δεν θα ενταχθούν σε ρύθμιση της παρ.1 του άρθρ.14 ν.3888/2010 μέχρι 29 Οκτωβρίου 2010 παρέχεται η δυνατότητα να ενταχθούν μεταγενέστερα, εφόσον καταβάλουν μαζί με την πρώτη δόση και όλες τις δόσεις της ρύθμισης της επιλογής τους, των οποίων έχει παρέλθει η ημερομηνία καταβολής, από 29.10.2010μέχρι και την ημερομηνία υποβολής της αίτησής τους για υπαγωγή στη ρύθμιση, οπότε για το εναπομείναν ποσό χορηγείται το ποσοστό έκπτωσης των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής της ρύθμισης όπως αυτή διαμορφώνεται με το άθροισμα των δόσεων.
7. Οφειλέτες οι οποίοι έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση της παρ.1 του ιδίου άρθρου και απολέσουν αυτήν λόγω συνδρομής των προϋποθέσεων της παρ.3 του ίδιου άρθρου, δύνανται να ζητήσουν την υπαγωγή τους σε νέα ρύθμιση της παρ.1 για το υπολειπόμενο ποσό κατά τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο.
8. Στη ρύθμιση υπάγονται υποχρεωτικά όλα τα χρέη τα οποία έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα μέχρι 30.09.2010.
Επίσης δύνανται να υπαχθούν μετά από επιλογή του οφειλέτη:

α) όσα έχουν βεβαιωθεί μέχρι 30.09.2010 και δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα.
β) όσα τελούν σε διοικητική ή δικαστική αναστολή.
γ) όσα τελούν σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής ή σε νομοθετική ρύθμιση.

9. Οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής επί των οποίων προσδιορίζονται οι απαλλαγές της παρ.1 του άρθρ.14 του ν.3888/2010, είναι αυτές που έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης της ρύθμισης. Οι υπόλοιπες δόσεις μετά την απαλλαγή, επιβαρύνονται με τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις.
10. Στους οφειλέτες που είναι συνεπείς στη ρύθμιση της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ν.3888/2010 και συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρ.26 του ν.1882/90, όπως ισχύει, χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας από την αρμόδια Δ.Ο.Υ., μηνιαίας ισχύος, εφόσον καταβληθούν δόσεις της ρύθμισης ως ακολούθως:

α) για ρυθμίσεις μέχρι 3 μηνιαίων δόσεων με την καταβολή μίας δόσης τουλάχιστον.
β) για ρυθμίσεις από 4 έως 12 μηνιαίες δόσεις με την καταβολή μιας δόσης που έπεται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας, και συνολικά όχι λιγότερες των τριών δόσεων.
γ) για ρυθμίσεις από 13 έως 24 μηνιαίες δόσεις με την καταβολή δύο δόσεων που έπονται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης ενημερότητας, και συνολικά όχι λιγότερες των τεσσάρων δόσεων.
δ) για ρυθμίσεις από 25 έως 45 μηνιαίες δόσεις με την καταβολή τριών δόσεων που έπονται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας, και συνολικά όχι λιγότερες των έξι δόσεων.

Η παρούσα απόφαση, που ισχύει από 5-10-2010, να δημοσιευθεί στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


 

 

NOMOΣ 3888/2010
ΦΕΚ 175/30.09.2010, ΤΕΥΧΟΣ Α

 

Εκούσια κατάργηση φορολογικών διαφορών, ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών, διατάξεις για την αποτελεσματική τιμωρία της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ, ΤΗΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΤΙΜΩΡΙΑ ΤΩΝ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ

 

'Αρθρο 14
Ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών

1. Τα κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού ληξιπρόθεσμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, χρέη προς το Δημόσιο, καθώς και χρέη υπέρ τρίτων που εισπράττονται μέσω των Δ.Ο.Υ., μπορεί, μετά από αίτηση του οφειλέτη η οποία υποβάλλεται μέχρι την 29η Οκτωβρίου 2010 στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο που είναι βεβαιωμένα, να ρυθμίζονται και να καταβάλλονται ως ακολούθως:
α) Εφάπαξ, με απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) και έκπτωση από τυχόν πρόσθετους φόρους ή πρόσθετα τέλη που συμβεβαιώθηκαν με την κύρια οφειλή από το έτος 2007 και μετά, κατά ποσοστό, που διαφοροποιείται, ανάλογα με το έτος βεβαίωσης:
αα) όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2007, κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%),
ββ) όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2008, κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%),
γγ) όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2009, κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) και,
δδ) όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2010 κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%).
β) Σε δύο (2) έως τρεις (3) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης τριακόσια (300) ευρώ.
γ) Σε τέσσερις (4) έως δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού ενενήντα τοις εκατό (90%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης πεντακόσια (500) ευρώ.
δ) Σε δεκατρείς (13) έως είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού ογδόντα τοις εκατό (80%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης πεντακόσια (500) ευρώ.
ε) Σε είκοσι πέντε (25) έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού εβδομήντα τοις εκατό (70%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης χίλια (1.000) ευρώ.
στ) Σε τριάντα επτά (37) έως σαράντα πέντε (45) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης χίλια (1.000) ευρώ.

Ως προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής για την εφαρμογή των απαλλαγών των περιπτώσεων β΄ έως και στ΄, λογίζονται σε κάθε περίπτωση οι προσαυξήσεις όπως έχουν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία καταβολής της α΄ δόσης. Οι υπόλοιπες δόσεις επιβαρύνονται με προσαύξηση ένα τοις εκατό (1%) ανά μήνα και όπως ειδικότερα πρόκειται να καθορισθεί σύμφωνα με την κατ' εξουσιοδότηση της παραγράφου 7 υπουργικής απόφασης.

2. Η πρώτη δόση είναι καταβλητέα την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, η δεύτερη δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Νοεμβρίου 2010, οι δε επόμενες δόσεις την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών. Εξαιρετικά οι απαλλαγές της εφάπαξ εξόφλησης που προβλέπονται στην περίπτωση α΄της προηγούμενης παραγράφου, δεν ισχύουν αν η εξόφληση δεν διενεργηθεί εντός πέντε εργασίμων ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

3. Οι ευνοϊκοί όροι εξόφλησης της παραγράφου 1, παύουν να ισχύουν αν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μία δόση της περίπτωσης β΄ ή δύο δόσεις της περίπτωσης γ΄ ή τρεις δόσεις των λοιπών περιπτώσεων της παραγράφου 1,
β) καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης της ρύθμισής του για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός μηνός στην περίπτωση β΄, των δύο μηνών στην περίπτωση γ΄ή των τριών μηνών στις λοιπές περιπτώσεις της παραγράφου 1,
γ) δεν υποβάλει εμπρόθεσμα τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ' όλο το διάστημα της ρύθμισης καταβολής των χρεών του και μέχρι την εξόφλησή τους,
δ) δεν είναι ενήμερος για τα χρέη του που βεβαιώνονται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και μετά, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών, ή
ε) απολέσει διευκόλυνση τμηματικής καταβολής που του έχει χορηγηθεί για υφιστάμενα χρέη κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού ή που θα του χορηγηθεί για χρέη που θα βεβαιωθούν μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού,
στ) δεν είναι ενήμερος για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών, για χρέη που βεβαιώθηκαν μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, τα οποία δεν ζήτησε να υπαχθούν στις ρυθμίσεις της παραγράφου 1.

4. Αν καθυστερήσει η πληρωμή δόσης, η δόση επιβαρύνεται με προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής πέντε τοις εκατό (5%) για κάθε μήνα καθυστέρησης.

5. Για χρονικό διάστημα δύο ετών δεν επιτρέπεται η χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής σύμφωνα και με τα άρθρα 13 έως 21 του ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α΄) από τα όργανα του άρθρου 14 του ιδίου νόμου, για χρέη που βεβαιώθηκαν ταμειακά μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

6. Στον οφειλέτη που θα υπαχθεί σε ρύθμιση των χρεών του, σύμφωνα με όσα ορίζονται στις προηγούμενες παραγράφους, δεν λαμβάνονται τα μέτρα που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του ν.2523/1997, αναστέλλονται δε όσα τυχόν λήφθηκαν.

Κατά το χρονικό διάστημα της ρύθμισης αναστέλλεται επίσης η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων, με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά αποκλειστικά χρέη που υπήχθησαν στη ρύθμιση του άρθρου αυτού. Η αναστολή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή για κατασχέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες πριν την καταβολή της πρώτης δόσης ή την εφάπαξ εξόφληση της ρύθμισης, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές καλύπτουν δόσεις της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί.
Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
Οι διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 2648/1998 πλην της παραγράφου 2 εφαρμόζονται και για τα χρέη που υπάγονται στη ρύθμιση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

Η παραγραφή των χρεών για τα οποία υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξαρτήτως καταβολής οποιουδήποτε ποσού, και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα έτος από τη λήξη της αναστολής.

7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται: α) οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες οφειλέτης που έχει υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης από τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1, μπορεί να υπαχθεί σε άλλο πρόγραμμα της παραγράφου 1, β) οι όροι και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες οφειλέτες μπορούν να υπαχθούν στις ρυθμίσεις της παραγράφου 1 μετά την 29η Οκτωβρίου 2010, για χρέη που έχουν βεβαιωθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, γ) οι όροι και οι προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση βεβαιωμένων αλλά μη ληξιπρόθεσμων οφειλών, δ) οι προϋποθέσεις χορήγησης και η διάρκεια ισχύος του αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας στους οφειλέτες που είναι συνεπείς προς τις υποχρεώσεις τους και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

'Αρθρο 15
Διατάξεις για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων - Κατάργηση του Κ.Β.Σ.

2. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 83 του ΚΕΔΕ, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ομοίως δύναται να αντιταχθεί σε συμψηφισμό και απαίτηση βεβαιωμένη ακόμη και αν δεν έχει καταστεί ληξιπρόθεσμη.»

 

4. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και μέχρι 31.12.2012 παρατείνεται η παραγραφή των πάσης φύσεως βεβαιωμένων στις Δ.Ο.Υ. και τα Τελωνεία χρεών.

Κατηγορία: Εγκύκλιοι - ΠΟΛ
Εμφανίσεις: 7333