Εκτύπωση

ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ – ΕΡΓΑΤΟΤΕΧΝΙΤΕΣ KAI ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΣΕΩΣ


Η καταγγελία της συμβάσεως αορίστου χρόνου εκ μέρους του εργοδότου ρυθμίζεται από τον Ν. 2112/20 (για τους υπαλλήλους), το ΒΔ 16/18.7.20 (για τους εργατοτεχνίτες) και τον Ν. 3198/55, όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα. Ειδικότερες διατάξεις υπάρχουν για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων.

Η διαδικασία της απολύσεως, το ποσόν και ο τρόπος καταβολής της αποζημιώσεως εξαρτώνται από την ιδιότητα του απολυομένου ως υπαλλήλου ή εργατοτεχνίτου.

Για τον χαρακτηρισμό ως υπαλλήλου ή εργατοτεχνίτου λαμβάνονται υπόψη διατάξεις νόμων κλπ. με τις οποίες προσδίδεται στους μισθωτούς ορισμένου επαγγέλματος η ιδιότητα του υπαλλήλου ή του εργατοτεχνίτου (τυπικό κριτήριο) και εν ελλείψει τέτοιων διατάξεων, λαμβάνεται υπόψη το γενικό κριτήριο του άρθρου 1 του Ν.Δ. 2655/53 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν. 2112/20 περί καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας» (ΦΕΚ Α/291/31.10.53), κατά το οποίο υπάλληλος μεν θεωρείται ο μισθωτός που παρέχει αποκλειστικώς ή κατά κύριο λόγο εργασία μη σωματική (πνευματική) ενώ εργατοτεχνίτης (ή υπηρέτης), ο μισθωτός που παρέχει εργασία κατά κύριο λόγο σωματική.

Ο μισθωτός που δεν εμπίπτει στις διατάξεις των διαφόρων ειδικών τυπικών ή ουσιαστικών νόμων, με τους οποίους προσδίδεται σε πολλές κατηγορίες εργαζομένων η ιδιότητα του υπαλλήλου, μπορεί να χαρακτηρισθεί ως υπάλληλος από το είδος και τη μορφή της εργασίας του.

Η διάκριση εξαρτάται από το είδος της εργασίας και όχι από τον χαρακτηρισμό που προσδίδεται στον μισθωτό στη σύμβαση εργασίας (ΑΠ 950/82). Αποκλειστικό και μόνο κριτήριο αποτελεί το είδος της εργασίας του μισθωτού, σε καθήκοντα υπαλλήλου ή εργάτου (ΑΠ 507/81, ΑΠ 385/94). Δύναται όμως να ορισθεί με Σ.Σ.Ε. ή με ατομική σύμβαση εργασίας ότι οι συνέπειες της υπαλληλικής ιδιότητας θα ισχύουν και ως προς τους εργάτες.

Επίσης είναι άνευ σημασίας για το χαρακτηρισμό ενός εργαζόμενου ως υπαλλήλου ή εργάτη ο τρόπος αμοιβής του, δηλαδή αν αμείβεται με ημερομίσθιο ή με μηναίο μισθό. Το γεγονός ότι αμείβεται με ημερομίσθιο δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι είναι εργάτης. Προς αποφυγή μάλιστα καταστρατηγήσεων, το άρθρο 7 του Ν. 4558/30 προβλέπει ότι «ο χαρακτηρισμός του υπαλλήλου ως ημερομισθίου είναι άνευ αποτελέσματος, αν εγένετο προς περιγραφήν του νόμου ή δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια».

Τα Δικαστήρια, κρίνοντας επί συγκεκριμένων περιπτώσεων μισθωτών και εφαρμόζοντας το ουσιαστικό κριτήριο χαρακτήρισαν ορισμένους μισθωτούς ως υπαλλήλους ή εργατοτεχνίτες.

Επιπλέον η νομολογία, προκειμένου να διευκολύνει την εκτίμηση αν σε κάθε συγκεκριμένη εργασία προέχει το πνευματικό ή το σωματικό στοιχείο, έχει διαμορφώσει συμπληρωματικά κριτήρια ή ενδείξεις. Κατά την νομολογία (ΑΠ 1479/95, ΑΠ 1481/95, ΑΠ 1415/95, ΑΠ 1181/93, ΑΠ 385/94, ΑΠ 743/93, ΑΠ Ολομ. 295/69), τα στοιχεία τα οποία διακρίνουν τον ιδιωτικό υπάλληλο από τον εργάτη είναι η εξιδιασμένη εμπειρία, η θεωρητική μόρφωση, η επίδειξη πρωτοβουλίας και η ανάληψη της ευθύνης κατά την εκτέλεση της εργασίας. Με τη βοήθεια των συμπληρωματικών αυτών κριτηρίων τα δικαστήρια εξετάζουν την ουσία της προσφερμένης εργασίας και δεν στηρίζουν την κρίση τους σε απλά εξωτερικά ή τυπικά γνωρίσματα, όπως π.χ. αν η εργασία είναι γραφική, αν πρόκειται για το χειρισμό μηχανής κ.o.κ.. Έτσι, κατ’ εφαρμογή των προηγούμενων συμπληρωματικών κριτηρίων ορισμένοι εργαζόμενοι έχουν κριθεί από τα δικαστήρια ότι είναι υπάλληλοι, ενώ άλλοι ότι είναι εργάτες.

 

ANDREASM

Γονική Κατηγορία: Εργατικά
Κατηγορία: Πληροφορίες - Δικαιολογητικά
Εμφανίσεις: 9416